Τετάρτη 2 Σεπτεμβρίου 2015

ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΔΙΑΤΑΓΗ Ν. 3869/2010- ΜΗΔΕΝΙΚΕΣ ΚΑΤΑΒΟΛΕΣ ΜΕΧΡΙ ΤΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ

 Με την κατωτέρω προσωρινή διαταγή, ο Ειρηνοδίκης Κομοτηνής , διέταξε  την αναστολή των καταδιωκτικών μέτρων σε βάρος του αιτούντος και τη διατήρηση της πραγματικής και νομικής κατάστασης της κινητής και ακίνητης περιουσίας του μέχρι τη συζήτηση της αίτησης και όρισε μηδενικές καταβολές δεδομένου οτι πληροί της προϋποθέσεις του άρθρου 8§5 Ν. 3869/2010 , ως υπερήλικας χαμηλοσυνταξιούχος. 


ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΚΟΜΟΤΗΝΗΣ
Πρακτικό Αποτυχίας Προδικαστικού Συμβιβασμού - Προσωρινή Διαταγή
(Άρθρ. 5 Ν. 3869/2010 και 781 ΚΠολΔ)
Αριθμός έκθεσης κατάθεσης της αίτησης 95/09-06-2015)

                   ΑΙΤΩΝ : Ν.Β. του …. και της…… κάτοικος Κομοτηνής, οδός ………. που παραστάθηκε με τη πληρεξούσια Δικηγόρο του, Ιουλία Μυλωνά (ΑΜΔΣ Ροδόπης 401).
ΚΑΘ' ΗΣ Η ΑΙΤΗΣΗ : Ανώνυμη Τραπεζική Εταιρία με την επωνυμία « ……………………Α.Ε.», που εδρεύει στην Αθήνα, οδός ………. νομίμως εκπροσωπούμενη από τον Διευθυντή του υποκαταστήματος της ανωτέρω τράπεζας στην Κομοτηνή που εδρεύει επί της οδού ……….. που δεν παραστάθηκε, αν και κλητεύθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα, όπως προκύπτει από την υπ' αριθμ. 7454 Γ/11-06-2015 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Ροδόπης, Α.Τ.
 Ο ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ ……………………
αφού διαπίστωσε ότι απέτυχε ο προδικαστικός συμβιβασμός επί της παραπάνω κρινόμενης αίτησης, ο οποίος προβλέπεται στην παρ. 3 του άρθρου 4 του Ν. 3869/2010, όπως αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 12 του Ν. 4161/2013, προέβη στη συζήτηση του αιτήματος της προσωρινής διαταγής, το οποίο υπεβλήθη από τον αιτούντα, η οποία προβλέπεται στην παραπάνω διάταξη και στην παρ. 2 του άρθρου 5, όπως αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 13 του ανωτέρω νόμου, και αφού έλαβε υπόψη όσα εκτέθηκαν προφορικά από την πληρεξούσια Δικηγόρο του και μελέτησε τα προσκομιζόμενα έγγραφα:
ΔΕΧΕΤΑΙ το αίτημα χορήγησης προσωρινής διαταγής.
       ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την αναστολή των καταδιωκτικών μέτρων εναντίον του αιτούντος και τη διατήρηση της πραγματικής και νομικής κατάστασης της κινητής και ακίνητης περιουσίας του μέχρι τη συζήτηση της αίτησης κατά την ορισθείσα δικάσιμο της 4ης-12-2017. Λαμβανομένων δε υπόψη της περιουσιακής και εισοδηματικής του κατάστασης, του συνόλου των χρεών του και της οικονομικής του δυνατότητας σύμφωνα με τις βιοτικές του ανάγκες,
ΟΡΙΖΕΙ μηδενική καταβολή δόσεων εκ μέρους του στην πιστώτρια του, διότι συντρέχουν στο πρόσωπο του οι προϋποθέσεις του άρθρου 8 παρ.5 του Ν.3869/2010, λόγω ανεπαρκούς εισοδήματος για την κάλυψη των στοιχειωδών βιοτικών του αναγκών. Δεν ορίζεται νέα δικάσιμος γα επαναπροσδιορισμό των μηνιαίων καταβολών, διότι, καθόσον πρόκειται για υπερήλικα χαμηλοσυνταξιούχο, δεν πιθανολογείται η βελτίωση της οικονομικής του κατάστασης.
Υπενθυμίζεται στον αιτούντα ότι σε περίπτωση που επέλθει οποιαδήποτε αξιόλογη μεταβολή στα εισοδήματα του με οποιονδήποτε τρόπο οφείλει να γνωστοποιήσει τούτο εντός ενός μήνα από τότε που θα συμβεί στη γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου προκειμένου να ενημερωθεί η πιστώτρια του, κατ' αναλογική εφαρμογή της παρ. 3 του άρθρου 8 του προκείμενου νόμου, διότι, σε περίπτωση που δεν το πράξει, κινδυνεύει να υποστεί τις προβλεπόμενες συνέπειες τόσο της παρ. 1 του άρθρου 10 του προκείμενου νόμου όσο και της παρ. 4 του άρθρου 9 το ίδιου νόμου, όπως αυτή προστέθηκε με το άρθρο 17 του Ν. 4161/2013.

Κομοτηνή, 1 Σεπτεμβρίου 2015
 Ο Ειρηνοδίκης


Τρίτη 18 Αυγούστου 2015

18/2015 Μονομ.Πρωτ. Ροδόπης- δεκτή η έφεση τράπεζας κατά απόφασης Ειρηνοδικείου που έκανε πρωτοδίκως δεκτή την ανακοπή οφειλέτη κατά διαταγής πληρωμής

    Με την παρατιθέμενη απόφαση γίνεται δεκτή η έφεση τράπεζας κατά απόφασης Ειρηνοδικείου που έκανε δεκτή την ανακοπή οφειλέτη κατά διαταγής πληρωμής, με το σκεπτικό ότι υπήρχε καταχρηστική άσκηση δικαιώματος. Το ιδιαίτερο ζήτημα της εν λόγω απόφασης είναι ότι ο δικαστής απέρριψε τους λόγους έφεσης της τράπεζας και θεμελιώνοντας το σκεπτικό του στο άρθρο 522 ΚΠολΔ για το μεταβιβαστικό αποτέλεσμα της έφεσης , ερεύνησε αυτεπαγγέλτως τους λόγους ανακοπής που είχαν πρωτοδίκως υποστηριχθεί και γίνει δεκτοί, απορρίπτωντάς τους και κατά συνέπεια δικαιώνοντας της τράπεζα .
     Κατά την άποψή μας πρόκειται για ιδιαίτερο ζήλο που επέδειξε ο δικαστής για τη δικαίωση της τράπεζας διότι αφενός το μεταβιβαστικό αποτέλεσμα της έφεσης γίνεται μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση και τους τυχόν πρόσθετους λόγους, αφετέρου, θα πρέπει να κριθεί έστω και ένας λόγος βάσιμος για να εξαφανιστεί η πρωτόδικη απόφαση και να κρίνει ο δευτεροβάθμιος δικαστής στην ουσία .

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 18/2015
(αριθμός έκθεσης κατάθεσης έφεσης Εφ.Μ.10/14) 
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΡΟΔΟΠΗΣ
 ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
        ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από το Δικαστή Κωνσταντίνο Βελιάνη, Πρωτοδίκη, ο οποίος ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Πρωτοδικείου, και από τη Γραμματέα Κ.Σ.
        ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριο του την 11η Φεβρουαρίου 2015, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΗΣ ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ: ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την άλλοτε επωνυμία «………», ήδη δε με την επωνυμία « ……. » και το διακριτικό τίτλο «………», που εδρεύει στην Αθήνα (οδός………), εκπροσωπείται νόμιμα και παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας της δικηγόρου Χ.Α, η οποία κατέθεσε προτάσεις.
ΤΟΥ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ: Α.Τ. του ……, κατοίκου Κομοτηνής (οδός ………..), που παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας του δικηγόρου Ιουλίας Μυλωνά, η οποία κατέθεσε προτάσεις.
Ο εκκαλών άσκησε, ενώπιον του Ειρηνοδικείου Κομοτηνής, τη με ημερομηνία 19-4-2012 ανακοπή του, που έλαβε αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 106/19-4-2012, με την οποία ζητούσε να ακυρωθεί η υπ' αριθμ. 71/2012 Διαταγή Πληρωμής της Ειρηνοδίκη Κομοτηνής. Το Δικαστήριο, με την υπ' αριθμ. 582/2013 οριστική απόφαση του, που εκδόθηκε κατά την τακτική δικαιοδοσία, δέχθηκε την ανακοπή και ακύρωσε τη Διαταγή Πληρωμής. Ήδη η εκκαλούσα, με την από 11-2-2014 έφεση της (αριθμός έκθεσης κατάθεσης στη γραμματεία του Ειρηνοδικείου Κομοτηνής 7/2014), η συζήτηση της οποίας προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή  της παρούσας και η οποία γράφτηκε στο πινάκιο, προσβάλλει την εν λόγω απόφαση.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις έγγραφες προτάσεις τους.


ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η κρινόμενη έφεση κατά της υπ’ αριθμ. 582/2013 οριστικής απόφασης του Ειρηνοδικείου Κομοτηνής, που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία και με την οποία έγινε δεκτή η ανακοπή του άρθρου 632 ΚΠολΔ του ήδη εφεσίβλητου, έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, ήτοι εντός τριάντα ημερών (12-2-2014) από την επίδοση της, που έλαβε χώρα στις 24-1-2014 (βλ. υπ' αριθμ. 4135/24-1-2014 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Αθηνών Ε.Π.), σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 495, 500, 511, 513 § 1, 516 § 1, 517 και 518 § 1 ΚΠολΔ). Πρέπει, συνεπώς, αφού κατατέθηκε το σχετικό παράβολο (άρθρο 495 § 4 ΚΠολΔ, όπως ισχύει), να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων αυτής (άρθρο 533 § 1 ΚΠολΔ) κατά την τακτική διαδικασία, με τις αποκλίσε«ς των άρθρων 643 και 591 § 1 περ. α' (άρθρο 632 § 2 ΚΠολΔ).
Ο ανακόπτων και ήδη εφεσίβλητος με την από 19-4-2012 ανακοπή του ζητούσε, για τους λόγους που ανέφερε σε αυτή, την ακύρωση της υπ' αριθμ. 71/2012 Διαταγής Πληρωμής της Ειρηνοδίκη Κομοτηνής, με την οποία υποχρεώθηκε να καταβάλει στην καθ' ης η ανακοπή το ποσό των δώδεκα χιλιάδων διακοσίων ογδόντα έξι ευρώ και σαράντα πέντε λεπτών (12.286,45 €), πλέον τόκων και εξόδων, ως προερχόμενο από σύμβαση δανείου. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με την εκκαλούμενη απόφαση του, δέχθηκε τους λόγους του δικογράφου της ανακοπής και την έκανε δεκτή, κρίνοντας ότι καταχρηστικά η καθ' ης ζήτησε και πέτυχε την έκδοση της υπό κρίση Διαταγής Πληρωμής. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται η εκκαλούσα με την υπό κρίση έφεση για λόγους αναγόμενους σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητώντας να εξαφανιστεί αυτή και να απορριφθεί η ανακοπή.
Κατά το άρθρο 520 § 1 ΚΠολΔ το έγγραφο (δικόγραφο κατά το άρθρο 495 § 1 ΚΠολΔ) της έφεσης πρέπει να περιέχει τα στοιχεία που απαιτούνται κατά τα άρθρα 118 έως 120 και τους λόγους της έφεσης. Συνίστανται δε οι λόγοι της έφεσης σε αιτιάσεις κατά της εκκαλούμενης απόφασης, που αναφέρονται είτε σε παραδρομές του εκκαλούντος, είτε σε νομικά ή πραγματικά σφάλματα του δικαστηρίου. Πρέπει δε οι λόγοι αυτοί να είναισαφείς και ορισμένοι, ώστε να δύναται το δικαστήριο, να κρίνει περί του νομίμου και βασίμου αυτών, διαφορετικά οι λόγοι αυτοί απορρίπτονται ως αόριστοι. Ειδικότερα, όταν αποδίδεται στην εκκαλούμενη απόφαση η πλημμέλεια της παραβίασης κανόνα ουσιαστικού δικαίου πρέπει να αναφέρεται στο εφετήριο και ο κανόνας του ουσιαστικού δικαίου που φέρεται ότι παραβιάστηκε και τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία κατά τον εκκαλούντα συνιστούν την αποδιδόμενη νομική πλημμέλεια (ΑΠ 1657/2002 ΕλλΔνη 2003.1612, ΕφΔωδ 201/2013 Α' δημ. ΝΟΜΟΣ, ΕφΛαμ 131/2011 Α' δημ. ΝΟΜΟΣ).
Στην προκείμενη περίπτωση, η εκκαλούσα με τον πρώτο και εν μέρει με το δεύτερο λόγο της έφεσης της αποδίδει στην εκκαλουμένη την πλημμέλεια της εσφαλμένης εφαρμογής του κανόνα του άρθρου 281 ΑΚ, για το λόγο ότι ο περί καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος λόγος αφενός μπορεί να προβληθεί μόνο με το ένδικο βοήθημα της ανακοπής του άρθρου 933 ΚΠολΔ και όχι με αυτό της ανακοπής του 632 ΚΠολΔ, αφετέρου δε δύναται να αφορά σε δικαιώματα που απορρέουν από δικονομικές διατάξεις, όπως είναι αυτές που προβλέπουν την έκδοση της διαταγής πληρωμής. Ωστόσο, ουδόλως αναφέρονται τα πραγματικά περιστατικά της συγκεκριμένης περίπτωσης, τα οποία, σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν στη νομική σκέψη παραπάνω, συνιστούν τις αποδιδόμενες νομικές πλημμέλειες. Συνακόλουθα, σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν παραπάνω στη νομική σκέψη, πρέπει οι συγκεκριμένοι λόγοι να απορριφθούν ως αόριστοι. Σε κάθε δε περίπτωση οι λόγοι αυτοί τυγχάνουν απορριπτέοι και ως νόμω αβάσιμοι, καθώς η καταχρηστική άσκηση του ουσιαστικού δικαιώματος μπορεί να αποτελέσει νόμιμο λόγο της ανακοπής του άρθρου 632 ΚΠολΔ, στρεφόμενο κατά της απαίτησης (Μακρής Δ., Άμυνα του Οφειλέτη κατά της Διαταγής Πληρωμής, αρ. 129 σελ. 137), ενώ μπορεί να προβληθεί και για την περίπτωση που η ικανοποίηση της απαίτησης επιδιώκεται με βάση την έκδοση διαταγή πληρωμής (ΑΠ 1045/2000 ΝοΒ 2001.1453).
Κατά την έννοια του άρθρου 281 ΑΚ, για να θεωρηθεί η άσκηση του δικαιώματος ως καταχρηστική, η προφανής υπέρβαση των ορίων που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο οικονομικός ή κοινωνικός σκοπός του δικαιώματος πρέπει να προκύπτει είτε από τη συμπεριφορά του δικαιούχου που προηγήθηκε, είτε από την πραγματική κατάσταση που απορρίψει αν αυτή δεν στηρίζεται στο νόμο. Ειδικότερα, επί εφέσεως του εναγομένου, αν η αγωγή είναι αβάσιμη κατά το νόμο και έγινε πρωτοδίκως δεκτή, εν όλω ή εν μέρει, κατ' ουσία, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο μπορεί και χωρίς την υποβολή ειδικού παραπόνου να εξετάσει αυτεπαγγέλτως την άνω παράλειψη και να την απορρίψει ως νόμω αβάσιμη, αρκεί ο εκκαλών -εναγόμενος να ζητεί την απόρριψη της, έστω και για άλλους λόγους, και να μην εκδοθεί επιβλαβέστερη γι' αυτόν απόφαση χωρίς αντέφεση του ενάγοντος (ΑΠ 1237/2014 Α' δημ. ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 7/2001 Α' δημ. ΝΟΜΟΣ, ΕφΑΘ 2337/2007 ΕφΑΔ 2008/471, ΕφΘεσ 162/2013 Α' δημ. ΝΟΜΟΣ, ΕφΛαρ 335/2012 Δικογραφία 2012.686). Περαιτέρω, όπως προκύπτει από τις διατάξεις των άρθρων 522, 535 § 1 και 536 § 2 ΚΠολΔ, τα όρια του μεταβιβαστικού αποτελέσματος του ένδικου μέσου της έφεσης δεν παρεμποδίζουν το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, στη περίπτωση που έγινε δεκτή αυτή και εξαφανίσθηκε η πρωτόδικη απόφαση, με την οποία είχε ερευνηθεί και γίνει δεκτή η κύρια βάση της αγωγής, να εξετάσει την επικουρική βάση αυτής, η οποία, ενόψει της παραδοχής της κύριας βάσης, δεν είχε αποτελέσει αντικείμενο έρευνας του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου. Τα ίδια ισχύουν και επί ανακοπής κατά διαταγής πληρωμής, καθώς κάθε λόγος ανακοπής αποτελεί ιδιαίτερη βάση. Για το παραδεκτό της έρευνας αυτής δεν είναι αναγκαία η προβολή προς τούτο ειδικού λόγου έφεσης, για την οποία δεν είχαν άλλωστε και δυνατότητα οι διάδικοι και ειδικότερα, επί ανακοπής, τόσο ο ανακόπτων, λόγω έλλειψης έννομου αυτού συμφέροντος, εφόσον είχε γίνει δεκτός ένας λόγος της ανακοπής του, όσο και ο καθ' ου η ανακοπή, ενόψει του ότι δεν υπήρχε στην πρωτόδικη απόφαση σε βάρος του διάταξη σχετιζόμενη με μη ερευνηθέντα λόγο της ανακοπής, ώστε να είναι δυνατή η άσκηση από αυτόν την παραπάνω ένδικου μέσου. Αντίθετα, ο λόγος ανακοπής που δεν ερευνήθηκε, επιβάλλεται στην παραπάνω περίπτωση να ερευνηθεί αφού το δευτεροβάθμιο δικαστήριο μετά την εξαφάνιση της πρωτόδικης απόφασης, δικάζοντας κατ' ουσία την υπόθεση σύμφωνα με το άρθρο 535 § 2 ΚΠολΔ, ερευνά τη βασιμότητα του λόγου της ανακοπής που έγινε δεκτός πρωτοδίκως και απορρίπτοντας αυτόν είναι υποχρεωμένο να ερευνήσει και τους λοιπούς λόγους της (ΑΠ 1286/2012 ΕΠολΔ 2013.562).

Στην προκείμενη περίπτωση ο ανακόπτων και ήδη εφεσίβλητος με το γενόμενο τελικώς δεκτό λόγο της ανακοπής του ισχυρίσθηκε, σύμφωνα με ταδιαλαμβανόμενα στο δικόγραφο της ανακοπής του και κατά παραδεκτή επισκόπηση αυτού, ότι η καθ* ης (ήδη εκκαλούσα) εξέδωσε την προσβαλλόμενη Διαταγή Πληρωμής λόγω καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος, καθώς προέβη στην έκδοση της και στην επίδοση αυτής με επιταγή προς εκτέλεση, αφότου ο ίδιος της είχε κοινοποιήσει την αίτηση του για ρύθμιση των οφειλών του σύμφωνα με το ν. 3869/2010, χωρίς ωστόσο να αναμένει την επ/ αυτής απόφαση, όπως έπραξαν οι λοιποί πιστωτές του. Ωστόσο, ο περί καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος λόγος (υπό στοιχείο Γ της ανακοπής) τυγχάνει απορριπτέος ως μη νόμιμος, καθώς, σύμφωνα με όσα αναφέρονται παραπάνω στη νομική σκέψη, και αληθή υποτιθέμενα τα επικαλούμενα πραγματικά περιστατικά, που αναφέρονται σε δυσμενείς για τον ανακόπτοντα επιπτώσεις (λ.χ. εγγραφή προσημείωσης ή επιβολή συντηρητικής κατάσχεσης) που αναγκαίως, κατά το νόμο, θα έχει η ικανοποίηση του δικαιώματος της καθ' ης με την έκδοση διαταγής πληρωμής, δεν άγουν σε καταχρηστική άσκηση δικαιώματος (ΜονΠρωτΛαμ 11/2015 Α' δημ. ΝΟΜΟΣ). Ούτε βέβαια μόνη η πιθανότητα ευδοκίμησης της αίτησης για ρύθμιση των οφειλών του ανακόπτοντος στερούσε από την καθ' ης τη δυνατότητα επιδίωξης της απαίτησης της, τη στιγμή που δε γίνεται επίκληση περαιτέρω περιστατικών, και μάλιστα τέτοιων που σε συνδυασμό με την επιδίωξη της για ικανοποίηση του δικαιώματος της να καθιστούν μη ανεκτή την άσκηση του παραπάνω δικαιώματος, κατά τις περί δικαίου και ηθικής αντιλήψεις του μέσου κοινωνικού ανθρώπου. Σύμφωνα, λοιπόν, με τα προαναφερόμενα, ο συγκεκριμένος (υπό στοιχείο Γ) λόγος ανακοπή έπρεπε να απορριφθεί ως μη νόμιμος. Ωστόσο, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλούμενη υπ' αριθμ. 582/2013 οριστική απόφαση του δεν τον απέρριψε ως μη νόμιμο, όπως όφειλε, αλλά τον έκρινε νόμιμο και εν τέλει, αφού τον θεώρησε ενιαίο με τους υπό στοιχεία Α και Β λόγους, δέχθηκε αυτόν και ως ουσιαστικά βάσιμο, δεχόμενο, συνακόλουθα την ανακοπή. Έτσι όμως που έκρινε, έσφαλε. Επομένως, εφόσον, όπως ήδη αναφέρθηκε, το Δικαστήριο αυτό έχει την εξουσία να εξετάσει και αυτεπαγγέλτως (χωρίς την προβολή ειδικού παραπόνου) το νόμιμο του πιο πάνω λόγου της ανακοπής λόγω του μεταβιβαστικού αποτελέσματος της έφεσης, έστω και αν η καθ' ης η ανακοπή εκκαλεί και παραπονείται για εσφαλμένη εφαρμογή του, ερειδόμενη επί άλλων στοιχείων, που εξετάσθηκαν παραπάνω, και επιπλέον για την ουσιαστική παραδοχή της (ανακοπής), πρέπει να γίνει δεκτή η έφεση της, να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση αναφορικά με το κεφάλαιο που έκρινε ως προς τον παραπάνω λόγο και, αφού κρατηθεί η υπόθεση από το Δικαστήριο αυτό κατά το μέρος αυτό για περαιτέρω έρευνα (άρθρο 535 ΚΠολΔ), να απορριφθεί ο συγκεκριμένος λόγος ανακοπής ως μη νόμιμος, ενώ πλέον παρέλκει η εξέταση του δεύτερου λόγου της έφεσης κατά το μέρος που αφορά σε κακή εκτίμηση των αποδείξεων ως προς το λόγο αυτό της ανακοπής. Μετά ταύτα ερευνητέοι είναι οι λοιποί μη εξετασθέντες λόγοι ανακοπής.
Με τον πρώτο, υπό στοιχείο (Α), λόγο της ανακοπής ο ανακόπτων εκθέτει ότι είναι άκυρη η προσβαλλόμενη Διαταγή Πληρωμής, διότι ενώ στις 12-9-2011, οπότε επέδωσε στην καθ' ης αντίγραφο της αίτησης του για ρύθμιση των οφειλών του σύμφωνα με το ν. 3869/2010, η απαίτηση της τελευταίας κατέστη ληξιπρόθεσμη και έπαυσε η τοκογονία της, η καθ' ης προέβη στις 2-12-2011 σε καταγγελία της μεταξύ τους σύμβασης και, συνακόλουθα στην ανακοπτόμενη υπολογίσθηκαν τόκοι για το διάστημα από 12-9-2011 μέχρι 2-12-2011, ενόσω δηλαδή είχε παύση η τοκογονία της απαίτησης. Ο λόγος αυτός κατά το μέρος που αφορά στην καταγγελία της καθ' ης αλυσιτελώς προβάλλεται και τυγχάνει, συνακόλουθα, απορριπτέος, καθώς ο ανακόπτων ομολογεί το κατά την υποβολή της αίτησης για έκδοση της ανακοπτόμενης Διαταγής Πληρωμής ληξιπρόθεσμο της απαίτησης της καθ' ης, το οποίο απλώς τοποθετεί σε διαφορετικό χρονικό σημείο, ήτοι στις 12-9-2001. Επιπλέον, κατά το μέρος που αφορά στον καταλογισμό των τόκων του χρονικού διαστήματος από 12-9-2011 μέχρι 2-12-2011, τυγχάνει απορριπτέος ως αόριστος, καθώς ο ανακόπτων δεν επικαλείται ταυτόχρονα και δεν αμφισβητεί συγκεκριμένα κονδύλια της δανειακής σύμβασης και της υπό κρίση Διαταγής Πληρωμής, καθώς με την επικαλούμενη ακυρότητα δεν πλήττεται το κεφάλαιο του δανείου, το οποίο ουδόλως αμφισβητεί, αλλά μόνο τους καταλογιζόμενους τόκους του προαναφερόμενου χρονικού διαστήματος, ούτε αναφέρει τα επιπλέον ποσά τόκων με τα οποία επιβαρύνθηκε παράνομα, παρά μόνο προτείνεται μία γενική και ασαφής αμφισβήτηση της ορθότητας των τόκων του λογαριασμού που τηρούνταν προς εξυπηρέτηση της μεταξύ των διαδίκων συναφθείσας σύμβασης. Δεν αναφέρεται, δηλαδή, ποιο είναι το παρανόμως επιδικασθέν ποσό, τη στιγμή μάλιστα που η μερική ακυρότητα της διαταγής πληρωμής έχει ως συνέπεια την ακυρότητα της κατά το μέρος αυτό και μόνο, ενώ παραμένει έγκυρη και ισχυρή για το πράγματι οφειλόμενο ποσό (ΕφΑΘ 1159/2012 ΔΕΕ 2012.676, ΕφΑΘ 4424/2009 ΕλλΔνη 2011.875, Εφθεσ 1034/2013 Αρμ 2014.623, ΠολΠρωτθεσ 16252/2013 Αρμ 2013.2150, ΜονΠρωτΣερ 223/2014 Α' δημ. ΝΟΜΟΣ, ΜονΠρωτΛαμ 457/2013 Α' δημ. ΝΟΜΟΣ).

Με το δεύτερο, υπό στοιχείο (Β), λόγο της ανακοπής ο ανακόπτων ιστορεί ότι ακύρως εκδόθηκε η ανακοπτόμενη Διαταγή Πληρωμής, διότι το ύψος της απαίτησης της καθ' ης εξαρτάται από την απόφαση του δικαστηρίου επί της αίτησης του για ρύθμιση των οφειλών του και ως εκ τούτου καθίσταται αυτή ανεκκαθάριστη. Ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί ως μη νόμιμος, καθώς ούτε η κατάθεση ούτε η επίδοση της αίτησης για ρύθμιση των οφειλών σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3869/2010 έχει ως συνέπεια να καθίστανται ανεκκαθάριστες οι υπαγόμενες στη διαδικασία του παραπάνω νόμου απαιτήσεις, οι οποίες, προκειμένου μάλιστα να υπαχθούν στην εν λόγω διαδικασία, πρέπει να είναι χρηματικές, γεννημένες και δικαστικώς επιδιώξιμες (Βενιέρης - Κατσάς, Εφαρμογή του Ν. 3869/2010 για τα Υπερχρεωμένα Φυσικά Πρόσωπα, β' εκδ., σελ. 124). Ούτε βέβαια εκκρεμούσης της εν λόγω αίτησης θεωρείται ότι αυτές εξαρτώνται από όρο ή αίρεση, αλλά απλώς μετά την κανονική εκτέλεση από τον οφειλέτη των υποχρεώσεων που του επιβλήθηκαν με την απόφαση, αυτός απαλλάσσεται από κάθε τυχόν υφιστάμενο υπόλοιπο οφειλής εν είδει άφεσης χρέους, ενώ τυχόν επισπευδόμενη αναγκαστική σε βάρος του εκτέλεση για «ρυθμισμένη» απαίτηση αντιμετωπίζεται με ανακοπή του άρθρου 933 ΚΠολΔ και την αίτηση αναστολής του άρθρου 938 ΚΠολΔ (Βενιέρης - Κατσάς, ο.π., β' εκδ., σελ. 516/517). Κατόπιν τούτων, μη υπάρχοντος άλλου λόγου προς έρευνα, πρέπει να απορριφθεί στο σύνολο της η ανακοπή και να επικυρωθεί η υπ* αριθμ. 71/2012 διαταγή πληρωμής της Ειρηνοδίκη Κομοτηνής. Τα δικαστικά έξοδα (βλ. ΑΠ 1031/2008 Α' δημ. ΝΟΜΟΣ, ΠολΠρωτΑΘ 6087/2012 Α' δημ. ΝΟΜΟΣ) και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας, κατόπιν σχετικού αιτήματος της εκκαλούσας - καθ' ης η ανακοπή, πρέπει να επιβληθούν σε βάρος του εφεσίβλητου - ανακόπτοντος λόγω της ήττας του (άρθρα 106, 176, 183, 191 § 2 ΚΠολΔ, 63 § 1 (ί) περ. α', 65, 68 § 1 και 69 § 1 ν. 4194/2013), ενώ, τέλος, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 495 § 4 εδ. ε' ΚΠολΔ, όπως ισχύει, πρέπει λόγω της νίκης της εκκαλούσας να διαταχθεί η επιστροφή του παραβόλου σε αυτή, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
 ΔΙΚΑΖΕΙ με την παρουσία των διαδίκων.
 ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και κατ' ουσία την έφεση.
ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την εκκαλούμενη υπ' αριθμ. 582/2013 απόφαση του Ειρηνοδικείου Κομοτηνής.
ΚΡΑΤΕΙ την υπόθεση και
ΔΙΚΑΖΕΙ επί της υπ' αριθμ. έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 106/2012 ανακοπής.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την ανακοπή.
ΕΠΙΚΥΡΩΝΕΙ την υπ' αριθμ. 71/2012 Διαταγή Πληρωμής της Ειρηνοδίκη Κομοτηνής.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τον ανακόπτοντα στα δικαστικά έξοδα της καθ' ης η ανακοπή αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει σε χίλια εκατό ευρώ (1.100 €).
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επιστροφή του παραβόλου ποσού διακοσίων (200) ευρώ στην εκκαλούσα.



Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στην Κομοτηνή, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριο του στις 14 Ιουλίου 2015.







Τετάρτη 1 Ιουλίου 2015



Προσωρινή διαταγή Ν. 3869/2010, ελάχιστη καταβολή 40€ για οφειλέτρια με δύο δάνεια συνολικού
 ύψους 56.000€ , μέχρι τη συζήτηση της αίτησης , η οποία προσδιορίστηκε για το Σεπτέμβριο του 2017. 


ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΚΟΜΟΤΗΝΗΣ
Πρακτικό Αποτυχίας Προδικαστικού Συμβιβασμού - Προσωρινή Διαταγή
(Άρθρ. 5 Ν. 3869/2010 και 781 ΚΠολΔ)
(Αριθμός έκθεσης κατάθεσης της αίτησης 67/23-04-2015)

ΑΙΤΟΥΣΑ : …… του …….. και της ……. που παραστάθηκε με την πληρεξούσια δικηγόρο της, Ιουλία Μυλωνά (AM ΔΣ Ροδόπης 401).
ΚΑΘ' ΗΣ Η ΑΙΤΗΣΗ : η ανώνυμη τραπεζική εταιρία με την επωνυμία «……………………… Α.Ε.», που εδρεύει στην Αθήνα, οδός ……. νομίμως εκπροσωπούμενη από τον Διευθυντή του υποκαταστήματος της ανωτέρω τράπεζας στην Κομοτηνή που εδρεύει επί της οδού .......... που δεν παραστάθηκε, αν και κλητεύθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα, όπως προκύπτει από την υπ' αριθμ. 7365 Γ/19-05-2015 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Ροδόπης, Α.Τ.
 Ο ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ Κοκκωνίδης Εμμανουήλ
αφού διαπίστωσε ότι απέτυχε ο προδικαστικός συμβιβασμός επί της παραπάνω κρινόμενης αίτησης, ο οποίος προβλέπεται στην παρ. 3 του άρθρου 4 του ν. 3869/2010, όπως αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 12 του ν. 4161/2013, προέβη στη συζήτηση του αιτήματος της προσωρινής διαταγής το οποίο υπεβλήθη από της αιτούσα, η οποία προβλέπεται στην παραπάνω διάταξη και στην παρ. 2 του άρθρου 5, όπως αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 13 του ανωτέρω νόμου, και αφού έλαβε υπόψη όσα εκτέθηκαν προφορικά από την αιτούσα και την πληρεξούσια δικηγόρο της και μελέτησε τα προσκομιζόμενα έγγραφα:
ΔΕΧΕΤΑΙ το αίτημα χορήγησης προσωρινής διαταγής.
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την αναστολή των καταδιωκτικών μέτρων εναντίον της αιτούσας και τη διατήρηση της πραγματικής και νομικής κατάστασης της κινητής και ακίνητης περιουσίας της μέχρι τη συζήτηση της αίτησης κατά την ορισθείσα δικάσιμο της 18ης-09-2017 και λαμβανομένων υπόψη της περιουσιακής και εισοδηματικής της κατάστασης, του συνόλου των χρεών της και της οικονομικής της δυνατότητας σύμφωνα με τις βιοτικές της ανάγκες,
ΟΡΙΖΕΙ την καταβολή μηνιαίας δόσης ποσού σαράντα ευρώ (40,00 €), σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ.5 του Ν.3869/2010, η οποία θα καταβάλλεται εντός του πρώτου πενθημέρου εκάστου ημερολογιακού μήνα, αρχής γενομένης την 5η-08-2015 έως τη συζήτηση της αίτησης κατά την ορισθείσα δικάσιμο της 18ης-09-2017 στην αναφερόμενη στην αίτηση πιστώτρια της. Το ανωτέρω ποσό μηνιαίας δόσης είναι μικρότερο από το 10% του συνόλου των ενήμερων δόσεων που οφείλει να καταβάλλει στην ανωτέρω πιστώτρια, διότι κρίνεται ότι το εισόδημα της είναι ανεπαρκές για την κάλυψη των στοιχειωδών βιοτικών αναγκών της (άρθρο 8 παρ.5).
- Υπενθυμίζεται στην αιτούσα ότι σε περίπτωση που επέλθει οποιαδήποτε αξιόλογη μεταβολή στα εισοδήματα της με οποιονδήποτε τρόπο οφείλει να γνωστοποιήσει τούτο εντός ενός μήνα από τότε που θα συμβεί στη γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου προκειμένου να ενημερωθεί η πιστώτρια της, κατ' αναλογική εφαρμογή της παρ. 3 του άρθρου 8 του προκείμενου νόμου, διότι σε περίπτωση που δεν το πράξει κινδυνεύει να υποστεί τις προβλεπόμενες συνέπειες τόσο της παρ. 1 του άρθρου 10 του προκείμενου νόμου όσο και της παρ. 4 του άρθρου 9 το ίδιου νόμου, όπως αυτή προστέθηκε με το άρθρο 17 του ν. 4161/2013.

Κομοτηνή, 30 Ιουνίου 2015

Ο Ειρηνοδίκης 

Δευτέρα 11 Μαΐου 2015

ΑΠΟΡΡΙΨΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΓΙΑ ΕΚΠΤΩΣΗ ΤΟΥ ΟΦΕΙΛΕΤΗ ΑΠΟ ΤΗ ΡΥΘΜΙΣΗ ΤΟΥ Ν. 3869/2010 (ΕιρΠατρ407/2014)

   Με την υπ' αριθμ. 407/2014 απόφαση του Ειρηνοδικείου Πατρών, απορρίφθηκε η αίτηση πιστώτριας τράπεζας με την οποία ζητούσε την έκπτωση της οφειλέτιδος από τη ρύθμιση , κάνοντας δεκτή την ένσταση της ιδίας για έλλειψη υπαιτιότητας ως προς τη μη τήρηση της υποχρέωσης για μηνιαίες δόσεις που ορίσθηκε με την αρχική απόφαση .


Ειρηνοδικείο Πατρών
Αριθμ. απόφ. 407/2014
……………………
Με την κρινόμενη αίτηση η αιτούσα τράπεζα ισχυρίζεται ότι με την 3/2011 απόφαση του δικαστηρίου αυτού ρυθμίστηκαν οι οφειλές της καθής προς αυτήν και τις αναφερόμενες δύο ακόμη πιστώτριες με την  ένταξή της στις ρυθμίσεις των άρθρων 8§2 του νόμου για μηνιαίες καταβολές ποσού 140 ευρώ επί τετραετία και 9§2 για καταβολές επί 16 χρόνια προς διάσωση της κύριας κατοικίας της . Επίσης ισχυρίζεται ότι η καθής οφειλέτρια καθυστερεί την εκπλήρωση της υποχρέωσης της των μηνιαίων καταβολών της ρύθμισης του άρθρου 8§2 του νόμου για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τριών μηνών , για το λόγο δε αυτό ζητά να κηρυχθεί η έκπτωσή της από τη ρύθμιση , εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις του νόμου.
Η αίτηση αρμόδια φέρεται για συζήτηση στο δικαστήριο αυτό , κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας των αρθ. 741 επ. ΚΠολΔ (άρθρο 3 Ν. 3869/2010) εφόσον για το παραδεκτό της κατατέθηκε μέσα στην 4μηνη αποκλειστική προθεσμία από τη δημιουργία του λόγου της έκπτωσης (αρθ. 11§2 ν. 3869/2010) και είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις του αρθ. 11§§3 και 3 ν. 3869/2010, καθώς και σ’ αυτή του αρθ. 758 ΚΠολΔ , επομένως πρέπει να εξεταστεί παραπέρα ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα σαν να ήταν παρόντες οι υπόλοιποι πιστωτές που μετείχαν στη ρύθμιση (αρθ. 754§2 ΚΠολΔ) , στους οποίος επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα η ένδικη αίτηση 15 ημέρες πριν τη συζήτηση (αρθρ. 11§2 ν. 3869/2010) και οι οποίοι αν και κλητεύθηκαν για τη σημερινή δικάσιμο δεν εμφανίστηκαν στη δίκη.
Από τα έγγραφα που παραδεκτά και νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι αποδείχθηκαν τα ακόλουθα : Με την 3/2011 απόφαση του δικαστηρίου αυτού έγινε διευθέτηση των οφειλών της αιτούσας προς τις μετέχουσες πιστώτριες με την ένταξή της στις ρυθμίσεις των αρθ. 8§2 για καταβολές επί τετραετία και 9§2 του ν. 3869/2010 για καταβολές επί 16 χρόνια προκειμένου να εξαιρεθεί από την εκποίηση η κύρια κατοικία της . Ειδικότερα με την πρώτη ρύθμιση ορίστηκε να καταβάλλει μηνιαίως το ποσό των 140 ευρώ επί τέσσερα χρόνια, συμμέτρως κατανεμημένου στις μετέχουσες για την μερική εξόφληση των αναφερομένων στην απόφαση δανειακών συμβάσεων , χρόνος δε έναρξης των καταβολών ορίστηκε η 1η ημέρα του πρώτου μήνα μετά την κοινοποίηση στην καθής της απόφασης . Η απόφαση δημοσιεύθηκε στις 19.7.2011 και επιδόθηκε στην καθής οφειλέτρια στις 8.11.2012 και συνεπώς , η έναρξη της υποχρέωσής της για μηνιαίες καταβολές τοποθετείται χρονικά , σύμφωνα με το διατακτικό της απόφασης , την 1η Δεκεμβρίου 2012. Πλην όμως η καθής οφειλέτρια αθέτησε την υποχρέωσή της για μηνιαίες καταβολές και συγκεκριμένα δεν κατέβαλε καμία μηνιαία δόση προς την αιτούσα , η δε ασυνέπειά της αυτή συνεχίστηκε μέχρι και τον Απρίλιο του 2013. Συνεπώς, εφόσον δεν εκπλήρωσε την επιβληθείσα με την 3/2011 απόφαση υποχρέωση για μηνιαίες καταβολές επί χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τριών διαδοχικών μηνών , συντρέχουν οι προϋποθέσεις του αρθ. 11§2  του νόμου για την κήρυξη της έκπτωσής της από τη ρύθμιση.
Η καθής προβάλλει ότι η μη καταβολή των μηνιαίων δόσεων οφείλεται στο γεγονός ότι τα εισοδήματά της από τη μηνιαία σύνταξη που λαμβάνει είναι μικρότερα των αναμενομένων λόγω μείωσης του ποσού της . Επικαλείται δηλαδή σοβαρό λόγο που αφορά το πρόσωπό της και συγκεκριμένα αδυναμία κάλυψης των βασικών βιοτικών αναγκών της λόγω μείωσης του ποσού της σύνταξής της , η οποία δεν επαρκεί , χωρίς να τίθεται σε κίνδυνο η επιβίωσή της , για την εκπλήρωση της επιβληθείσας με τη ρύθμιση υποχρέωσης για καταβολές . Ο ισχυρισμός της αυτός περί έλλειψης υπαιτιότητας ως προς την αδυναμία εκπλήρωσης της υποχρέωσης για καταβολές, θα πρέπει να γίνει δεκτό ότι μπορεί να προταθεί κατά της αίτησης έκπτωσης καίτοι στη διάταξη του αρθ. 11 του νόμου δε γίνεται λόγος για υπαιτιότητα , όπως συνάγεται από το όλο πνεύμα του νόμου , προς αποφυγή της δυσμενούς κύρωσης της έκπτωσης όταν συντρέχουν σοβαροί λόγοι στο πρόσωπο του οφειλέτη που καθιστούν αδύνατη την καταβολή των δόσεων , όπως εξάλλου προβλέπεται και από τη διάταξη του αρθ. 5§2 , όπως διαμορφώθηκε με το ν. 4161/2013, που παραπέμπει στην εφαρμογή του αρθ. 11§2 (βλ. Αθ. Κρητικό , Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων , 3η έκδοση , σ. 396 και Βενιέρη/Κατσά , Εφαρμογή του νόμου 3869/2010, έκδοση 1η σ. 350).
Στην προκειμένη περίπτωση , σύμφωνα με τα γενόμενα δεκτά με την 3/2011 απόφαση , με την οποία ρυθμίστηκαν οι οφειλές της καθής , μοναδικό της εισόδημα αποτελούσε η προσωρινή μηνιαία σύνταξη από τον συνταξιοδοτικό της φορέα το ΙΚΑ , ποσού τότε 390 περίπου ευρώ. Για τον δε προσδιορισμό του ποσού των μηνιαίων δόσεων το δικαστήριο έλαβε υπόψη του τις βασικές βιοτικές της ανάγκες , καθώς και την αναμενόμενη χορήγηση της οριστικής σύνταξής της , το ποσό της οποία υπολογιζόταν σε 488 περίπου ευρώ. Όμως στη συνέχεια και μετά τη ρύθμιση , λόγω της δημοσιονομικής πολιτικής μείωσης των μισθών και συντάξεων , δεν χορηγήθηκε στην καθής το επιπλέον αναμενόμενο ποσό της οριστικής σύνταξής της, η οποία παρέμεινε στα επίπεδα της προσωρινής και συγκεκριμένα στο ποσό των 385 ευρώ (βλ. αντίγραφο από το βιβλιάριο καταθέσεων του λογαριασμού της στον οποίο κατατίθεται η σύνταξη). Το ποσό όμως αυτό είναι πολύ μικρό για την κάλυψη των βασικών βιοτικών αναγκών της καθής και την εξασφάλιση ενός ελαχίστου επιπέδου διαβίωσης , που αποτελεί βασικό κριτήριο του νόμου κατά τον ορισμό των μηνιαίων δόσεων της ρύθμισης του αρθ. 8§2 του νόμου , η δε από μέρους της εκπλήρωση της υποχρέωσης για την καταβολή της μηνιαίας δόσης των 140 ευρώ που ορίστηκε με την 3/2011 απόφαση θα έθετε σε σοβαρό κίνδυνο την επιβίωση της αφού, το ποσό που της απομένει για να καλύψει τις ανάγκες της ανέρχεται μόλις σε 245 ευρώ το μήνα. Συντρέχει συνεπώς στο πρόσωπό της σοβαρός λόγος, που δικαιολογεί τη μη τήρηση της ρύθμισης που ορίστηκε με την 3/2011 απόφαση.  Βέβαια η καθής είχε την ευχέρεια να ζητήσει την τροποποίηση της ρύθμισης με τη μείωση του ποσού των μηνιαίων δόσεων , κατ’ αρθ. 8§4 του νόμου και 758 ΚΠολΔ,  με την οποία θα μπορούσε να αποτρέψει την  έκπτωσή της . Πλην όμως τα γεγονότα που θα προέβαλε με την αίτηση μεταρρύθμισης, τα οποία δικαιολογούν την μείωση των μηνιαίων καταβολών , μπορούν να προβληθούν και με σχετική ένσταση περί έλλειψης ευθύνης καταλυτική της αίτησης έκπτωσης.
Σύμφωνα, επομένως , με τα προλεχθέντα, πρέπει να γίνει δεκτή η περί έλλειψης υπαιτιότητας, ως προς τη μη τήρηση της υποχρέωσης για μηνιαίες δόσεις , που ορίστηκε με τη ρύθμιση της 3/2011 απόφασης, ένσταση της καθής και να απορριφθεί ως αβάσιμη στην ουσία της η ένδικη αίτηση έκπτωσης. Δικαστική δαπάνη σε βάρος της αιτούσας δεν επιβάλλεται κατ’ αρθ. 746 κΠολΔ , ελλείψει σχετικού αιτήματος.

Πηγή : ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ , ΤΕΥΧΟΣ 1 2015, σελ. 273 επ.  

Τετάρτη 6 Μαΐου 2015

ΜΕΙΩΣΗ ΤΟΥ ΠΟΣΟΥ ΤΗΣ ΠΑΡΑΚΡΑΤΗΣΗΣ ΑΠΟ ΤΟ ΤΠΔ ΑΠΟ ΟΦΕΙΛΕΤΗ ΠΟΥ ΖΗΤΑ ΤΗΝ ΥΠΑΓΩΓΗ ΣΤΟ Ν. 3869/2010 (413/2014 ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΔΙΑΤΑΓΗ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗ ΞΑΝΘΗΣ )

Με την παρατιθέμενη προσωρινή διαταγή της Ειρηνοδίκη Ξάνθης, ο αιτών - οφειλέτης υποχρεούται να καταβάλλει στο ΤΠΔ ποσό 80€ μηνιαίως μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης , αντί ποσού 558,31€ που παρακρατούσε το Ταμείο αρχικώς . Δέχεται δηλαδή εν προκειμένω το Δικαστήριο ότι ο Ν. 3869/2010 εφαρμόζεται και για τις οφειλές προς το ΤΠΔ , μειώνοντας δραματικά το καταβαλλόμενο μηνιαίο ποσό. 



 ΑΡΙΘΜΟΣ 413/2014

ΠΡΟΣΩΡΙNΗ ΔΙΑΤΑΓΗ  (Ν.3869/2010)
Η ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ ΞΑΝΘΗΣ
Μετά από έλεγχο του φακέλου της υπόθεσης, της μη απάντησης του μοναδικού πιστωτικού ιδρύματος ΤΠΔ στο σχέδιο διευθέτησης των οφειλών , λόγω της τεκμαιρόμενης άρνησης του να αποδεχθεί τον συμβιβασμό στο σχέδιο διευθέτησης των οφειλών του αιτούντος, ……… του …… και της ….. ,κατοίκου Ξάνθης , διαπιστώθηκε ότι δεν επετεύχθη συμβιβασμός μεταξύ των διαδίκων και αφού έλαβε υπόψη το άρθρο 781 ΚΠολΔ και το άρθρο 5 παρ.2 του Ν.3869/2010,όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 13 του νόμου 4161/2013 ,απ' όσα εξέθεσε προφορικά η πληρεξούσια-δικηγόρος του αιτούντος Ιουλία Μυλωνά , τα σχετικά επιδειχθέντα από τούτην έγγραφα της δικογραφίας, ενώ το πιστωτικό ίδρυμα εναντίον του οποίου στρέφεται_η αίτηση «ΤΑΜΕΙΟ ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΩΝ ΚΑΙ ΔΑΝΕΙΩΝ» δεν παραστάθηκε , ούτε εκπροσωπήθηκε νομίμως , παρόλα ότι κλητεύθηκε νομίμως και εμπροθέσμως ( βλ. υπ' αριθμ. 10823γ/7-2-2014 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης ……),
ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ ως εξής:
ΔΕΧΕΤΑΙ το αίτημα του αιτούντος για χορήγηση προσωρινής διαταγής, σύμφωνα με το άρθρο 5 παρ.2 του Ν. 3869/2010 , όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 13 του Νόμου 4161/2013.
ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΙ στο καθ'ου η αίτηση προσωρινά μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης επί της υπ'αριθμ. κατ. 68/2014 αίτησης του αιτούντος, κάθε τυχόν καταδιωκτικό μέτρο σε βάρος αυτού και της περιουσίας του   (συμπεριλαμβανομένης   και   της   αναγκαστικής εκτέλεσης), καθώς και στον αιτούντα κάθε πράξη μεταβολής της πραγματικής και νομικής κατάστασης της κινητής και ακίνητης περιουσίας του από την ίδιο ή από τρίτο, συμπεριλαμβανομένης και της εγγραφής προσημειώσεως υποθήκης και της επιβολής συντηρητικής κατάσχεσης, υπό τον όρο καταβολής από τον αιτούντα μηνιαίως στο καθ'ου πιστωτικό ίδρυμα του ποσού των 80 € μηνιαίως, για το εμπραγμάτως ασφαλισμένο χρέος του , αρχής γενομένης από την 1η Σεπτεμβρίου 2014 και μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης επί της αιτήσεως του, ως προκαταβολή για τη ρύθμιση του άρθρου 9 παρ.2 Ν.3869/2010 , που αφορά τη διάσωση της κυρίας κατοικίας του αιτούντος, αφού υπάρχει αίτημα διάσωσης της και συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις.
ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΙ στο πιστωτικό ίδρυμα ΤΠΔ μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης επί της αίτησης, την παρακράτηση από τον μισθό του αιτούντος, ποσού πέραν των 80€ μηνιαίως από την 1η Σεπτεμβρίου 2014.
Ξάνθη , 1-8-2014
Η ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ 

Δευτέρα 2 Μαρτίου 2015

112/2013 Άρειος Πάγος - Στ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ - ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΚΑΤ' ΑΡΘΡΟ 145§§1,2 ΚΠΔ

      Με την παρατιθέμενη απόφαση , ο Άρειος Πάγος εξέτασε την αίτηση αναίρεσης κατηγορούμενου , ο οποίος δυνάμει απόφασης πρωτοβάθμιου δικαστηρίου κρίθηκε αθώος από παραδρομή, ενώ δηλαδή η υπόθεση δεν εισήχθη προς συζήτηση για τον ίδιο διότι δεν ήταν παρών στη δίκη. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο σε μεταγενέστερη δικάσιμο εισήγαγε αυτεπαγγέλτως την απόφαση για διόρθωση δυνάμει της διάταξης 145§§1,2 ΚΠΔ και προέβη στη διόρθωσή της παρά τις αντιρρήσεις του κατηγορούμενου. Ο τελευταίος άσκησε αναίρεση κατά της διορθωτικής απόφασης και ζήτησε να μην διορθωθεί αυτή διότι δεν δύναται να προβεί το δικαστήριο σε τέτοιου είδους  διόρθωση μεταγενεστέρως καθώς δεν ανήκει στην προφανή παραδρομή αλλά προκύπτει ότι δικαστήριο μπήκε στην ουσία , δίκασε και έκρινε και τον απόντα κατηγορούμενο , αποφασίζοντας μάλιστα την αθώωσή του. Όμως ο Άρειος Πάγος έκρινε ότι η διόρθωση απόφασης εκ προφανούς παραδρομής είναι δυνατό να λάβει χώρα σύμφωνα με τις ανωτέρω διατάξεις και αφού θεμελίωσε τη σκέψη του στο ότι ο αναιρεσείων δεν ήταν μέρος της δίκης ως, απών, δεν νομιμοποιείται να ασκήσει την κρινόμενη αναίρεση, καταλήγοντας σε απόρριψη αυτής . 


ΑΡΙΘΜΟΣ 112/2013 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ ΣΤ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Νικόλαο Ζαΐρη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνο Φράγκο, Γεώργιο Αδαμόπουλο - Εισηγητή, Ειρήνη Κιουρκτσόγλου - Πετρουλάκη και Μαρία Βασιλάκη, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημα του στις 8 Ιανουαρίου 2013, με την παρουσία του Αντεισαγγελέως του Αρείου Πάγου Δημητρίου Δασούλα (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και του Γραμματέως Χαράλαμπου Αθανασίου, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος – κατηγορουμένου……….., κατοίκου Αχαρνών Αττικής, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του………., περί αναιρέσεως της με αριθμό 243/2011 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Θράκης.
Το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Θράκης, με την ως άνω απόφαση του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 5 Σεπτεμβρίου 2012 αίτηση του, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 766/12.
                                   Αφού άκουσε
Τον   πληρεξούσιο   δικηγόρο   του   αναιρεσείοντος,   που ζήτησε   όσα   αναφέρονται   στα   σχετικά   πρακτικά   και   τον Αντεισαγγελέα,  που  πρότεινε να απορριφθεί  η προκείμενη ^αίτηση αναίρεσης.
         ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Εισάγεται ενώπιον του Δικαστηρίου του Αρείου Πάγου η από 5-6-2012 αίτηση του…………, κατοίκου …… Αττικής, για αναίρεση της 243/2011 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Θράκης, όπως αυτή διορθώθηκε με την 165/2012 απόφαση του ίδιου Δικαστηρίου.
Κατά τη διάταξη του άρθρου 476 παρ. 1 ΚΠΔ, όταν το ένδικο μέσο ασκήθηκε, εκτός των άλλων περιπτώσεων, από πρόσωπο που δεν έχει το δικαίωμα ή εναντίον αποφάσεως ή βουλεύματος, για τα οποία δεν προβλέπεται, απορρίπτεται ως απαράδεκτο. Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 504 παρ. 1 ΚΠΔ, όταν ο νόμος δεν ορίζει ειδικά κάτι άλλο, αίτηση αναίρεσης επιτρέπεται μόνο κατά της απόφασης που, όπως απαγγέλθηκε, δεν προσβάλλεται με έφεση και κατά της απόφασης του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου που εκδόθηκε ύστερα από άσκηση έφεσης αν με τις αποφάσεις αυτές το δικαστήριο αποφάνθηκε τελειωτικά για την κατηγορία ή αν έπαυσε οριστικά ή κήρυξε απαράδεκτη την ποινική δίωξη (άρθρο 370). Περαιτέρω κατά τη διάταξη του άρθρου 505 παρ. 1 στοιχ. α' του ίδιου Κώδικα εκτός από την περίπτωση της παρ. 3 του προηγούμενου άρθρου (για την οποία δεν πρόκειται) αναίρεση μπορούν να ζητήσουν: α) ο κατηγορούμενος... β)... Από το συνδυασμό των διατάξεων αυτών προκύπτει ότι ο κατηγορούμενος, ως διάδικος σε μια ποινική δίκη, μπορεί να ασκήσει αίτηση αναίρεσης κατά των αποφάσεων του πρωτοβαθμίου και του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου, σύμφωνα με τις ανωτέρω διακρίσεις, όταν με τις αποφάσεις αυτές το δικαστήριο αποφάνθηκε τελειωτικά για την κατηγορία ή αν έπαυσε οριστικά ή κήρυξε απαράδεκτη την ποινική δίωξη. Αποφαίνεται δε το δικαστήριο τελειωτικά για την κατηγορία και κατ' ακολουθία ο κατηγορούμενος μπορεί να ζητήσει την αναίρεση της απόφασης, μόνον όταν αυτό προβεί στην εκδίκαση της κατηγορίας που αποδίδεται σ' αυτόν και εκδώσει στη συνέχεια αθωωτική ή καταδικαστική απόφαση. Τέλος, από τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 145 ΚΠΔ προκύπτουν τα ακόλουθα: Όταν στην απόφαση υπάρχουν λάθη ή παραλείψεις που δεν παράγουν ακυρότητα, το δικαστήριο που την εξέδωσε και στην περίπτωση που κατ' αυτής έχει ασκηθεί ένδικο μέσο το δικαστήριο που αποφαίνεται γι’ αυτό, εφόσον δεν το απέρριψε ως απαράδεκτο, ύστερα από αίτηση του εισαγγελέα ή κάποιου από τους διαδίκους ή και αυτεπαγγέλτως, διατάσσει τη διόρθωση ή συμπλήρωση της εφόσον απ' αυτή δεν επέρχεται ουσιώδης μεταβολή της αποφάσεως και δεν αλλοιώνεται η αληθινή εικόνα αυτών που πράγματι συνέβησαν στο ακροατήριο. Η διόρθωση ή η συμπλήρωση της αποφάσεως μπορεί να αφορά, εκτός από τις άλλες παραλείψεις και από τα όσα αναφέρονται στην ταυτότητα του κατηγορουμένου, τη συμπλήρωση του ανεπαρκούς αιτιολογικού και τη διευκρίνιση του διατακτικού της απόφασης, όταν αυτό έχει ασάφειες ή είναι διαφορετικό από εκείνο που απαγγέλθηκε στο ακροατήριο ή που σημειώθηκε στα πρακτικά. Από τις διατάξεις αυτές, σε συνδυασμό με εκείνες περί ενδίκων μέσων, σαφώς συνάγεται ότι ως διόρθωση της αποφάσεως εννοείται η αποκατάσταση της πραγματικής βουλήσεως του δικαστηρίου, με την αποβολή στοιχείων ξένων προς αυτήν που παρεισέφρησαν στο κείμενο της ή με την παράθεση σ' αυτό στοιχείων αναγκαίων, που παραλείφθηκαν από αυτό, από παραδρομή ή αβλεψία ή από άλλη παρόμοια αιτία και όχι η άρση των σφαλμάτων που δημιουργούν ακυρότητα, ή των ουσιαστικών σφαλμάτων τα οποία είναι αντικείμενο της κρίσης του ανωτέρου δικαστηρίου που επιλαμβάνεται της ^υποθέσεως μετά από άσκηση ενδίκου μέσου. Έτσι απαραίτητη προϋπόθεση της διορθώσεως είναι η ύπαρξη ή παράλειψη τέτοιου στοιχείου και η αιτία στην οποία οφείλεται αυτό.
Στην προκειμένη περίπτωση, από την παραδεκτή για τις ανάγκες του αναιρετικού ελέγχου επισκόπηση των εγγράφων της δικογραφίας, προκύπτει ότι ο αναιρεσείων, …., παραπέμφθηκε μαζί με τους κατηγορουμένους: 1)…, 2)….., κατοίκους Τουρκίας, 3) ….., κάτοικο……, 4)….., κάτοικο ……., 5)……, κάτοικο ……., 6)…….., κάτοικο …..Αττικής, 7)………, κάτοικο …..Αττικής, 8) …….., κάτοικο ……. Αττικής, 9)…………., κάτοικο Θεσσαλονίκης, καθώς και τον κατηγορούμενο………, με απευθείας κλήση, στο ακροατήριο του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Θράκης να δικασθούν για τις αξιόποινες πράξεις, α) εγκληματική οργάνωση, β) παράνομη διευκόλυνση εισόδου στο ελληνικό έδαφος λαθρομεταναστών από κερδοσκοπία, κατ' επάγγελμα από κοινού και κατά συρροή, γ) παράνομη μεταφορά - παραλαβή λαθρομεταναστών για προώθηση στο εσωτερικό της χώρας, διευκόλυνση μεταφοράς αυτών και εξασφάλιση καταλύματος σ' αυτούς για απόκρυψη από κοινού, κατά συρροή, από κερδοσκοπία και κατ' επάγγελμα, δ) ηθική αυτουργία στις υπό στοιχ. β' και γ' ως άνω πράξεις, ε) απλή συνεργεία στην υπό στοιχ. γ'πράξη, στ) απλή συνεργεία στην υπό στοιχ. β' πράξη, ζ) παράνομη είσοδο στη χώρα, η) παράνομη οπλοφορία, θ) παράνομη εισαγωγή όπλου, ι) πλαστογραφία με χρήση από κοινού και κατά μόνας κατ' εξακολούθηση και ια) παράβαση άρθρου 90 παρ. 1 και 3 του ΚΟΚ. Περαιτέρω από τα πρακτικά της προσβαλλομένης αποφάσεως προκύπτουν τα ακόλουθα: Η υπόθεση ορίσθηκε προς εκδίκαση στη δικάσιμο της 12-4-2011. Στο ακροατήριο κλητεύθηκαν με κλητήριο θέσπισμα και εισήχθησαν να δικασθούν, με την ανωτέρω σειρά, οι κατηγορούμενοι: 1) ΚΕ, 2) DB, 3)ΜΠ, 4) ΜΧ, 5) Χ Ν, 6) ΣΑ, 7) ΖΓι, 8) ΤΙ και 9) ΚΔ. Ο αναιρεσείων Γ Π και ο Τ Β, δεν κλητεύθηκαν και δεν εισήχθησαν στη δίκη, καθόσον είχαν εκδοθεί σε βάρος τους τα υπ' αρ. 4/2010 και 6/2010, αντίστοιχα, εντάλματα σύλληψης του Ανακριτή Ορεστιάδας    και    φυγοδικούσαν.    Την    ημέρα    της    δίκης εμφανίσθηκαν στο δικαστήριο όλοι οι κατηγορούμενοι με την ως άνω σειρά. Από αυτούς ο πρώτος είχε συνήγορο την Ιουλία Μυλωνά, δικηγόρο Ροδόπης, που διορίσθηκε από την πρόεδρο Εφετών Θράκης, οι τρίτος και τέταρτος διόρισαν συνήγορο τον ……., δικηγόρο Αθηνών, και ο πέμπτος διόρισε συνηγόρους τους ……., δικηγόρο Αθηνών και……., δικηγόρο Ξάνθης. Στους λοιπούς εμφανισθέντες στο ακροατήριο κατηγορουμένους D B (2°),  ΑΣ (6°), ΖΓ, (7°), ΤΙ (8°) και ΔΚ (9°) η πρόεδρος του Δικαστηρίου διόρισε συνηγόρους, κατά σειρά, τους ………………………… δικηγόρους Ροδόπης. Επισημαίνεται στο σημείο αυτό ότι στο κατηγορητήριο, που είχε συνταχθεί από τον αρμόδιο εισαγγελέα και στο οποίο περιλαμβάνονταν όλοι οι παραπεφθέντες στο ακροατήριο, οι κατηγορούμενοι 1ος έως 7ος αναφέρονταν με την ίδια σειρά, οι 8ος (ΤΙ) και 9ος (ΚΔ) αναφέρονταν με α/α 9ος και 12ος αντίστοιχα, ενώ ως 8ος αναφερόταν ο αναιρεσείων ΓΠ και ως 10ος ο ΤΒ. Εκ παραδρομής στη 2η σελίδα του 2ου φύλλου των πρακτικών ο όγδοος (8ος) κατηγορούμενος ΤΙ και ο ένατος (9ος) κατηγορούμενος ΔΚ αναφέρονται με τους α/α του κατηγορητηρίου. Μετά τη νομιμοποίηση των δικηγόρων και την προβολή διαφόρων ισχυρισμών και ενστάσεων, η πρόεδρος του Δικαστηρίου ζήτησε από τους κατηγορουμένους πληροφορίες για τις πράξεις που κατηγορούνται και εκείνοι δήλωσαν,  με την ανωτέρω σειρά, όσα αναφέρονται στη 2η σελίδα του 15ου φύλλου των πρακτικών. Κατά την ανάγνωση των εγγράφων, όπως αναφέρεται στη 2η σελίδα του 23ου φύλλου των πρακτικών, για τον όγδοο κατηγορούμενο (ΤΙ) αναγνώσθηκε το υπ' αρ. 18044/11 πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης. Μετά την εξέταση των μαρτύρων υπερασπίσεως οι κατηγορούμενοι κλήθηκαν και απολογήθηκαν με τη σειρά, όπως αναφέρεται στα πρακτικά: Ο πρώτος (KΕ), ο δεύτερος (DB), ο τρίτος (Μ Π), ο τέταρτος (Μ Χ), ο πέμπτος (Χ Ν) ο έκτος (ΣΑ), ο έβδομος (ΖΓ), ο όγδοος (Τ Ι ) και ο ένατος (ΚΔ). Στη συνέχεια έλαβαν το λόγο ο εισαγγελέας, ο οποίος πρότεινε να κηρυχθούν αθώοι οι 6ος, 7ος, 8ος, 9ος και 10ος των κατηγορουμένων ( αν και η δίκη διεξήχθη μόνο για τους ανωτέρω εννέα και χωρίς να μνημονεύεται ποιος είναι ο 10ος) και ένοχοι οι 1ος, 2ος, 3ος, 4ος και 5ος των κατηγορουμένων, και οι συνήγοροι των κατηγορουμένων με την προαναφερόμενη σειρά ( ήτοι 1ου, 2ου, 3ου και 4ου, 5ου, 6ου, 7ου, 8ου και 9ου) ζήτησαν όσα αναφέρονται στο 29° φύλλο των πρακτικών. Στο σκεπτικό της αποφάσεως αναφέρεται ότι, για τους διαλαμβανόμενους σ' αυτό λόγους, πρέπει να κηρυχθούν ένοχοι οι 1ος, 2ος, 3ος ,4ος και 5ος κατηγορούμενοι. Για τους λοιπούς τέσσερις κατηγορουμένους αναφέρεται κατά λέξη: « Περαιτέρω όσον αφορά τις αποδιδόμενες στους 6°, 7°, 8°, 9° και 10° των κατηγορουμένων πράξεις της απλής συνέργειας κατ" εξακολούθηση στις πράξεις της παράνομης παραλαβής λαθρομεταναστών για προώθηση στο εσωτερικό της χώρας, από   κοινού,   κατά   συρροή,   από   κερδοσκοπία   και   κατ΄ επάγγελμα, από το σύνολο του αποδεικτικού υλικού δεν  προέκυψαν στοιχεία σε βάρος τους και συνεπώς πρέπει να κηρυχθούν αθώοι, όπως στο διατακτικό οι πράξεις αυτές διαλαμβάνονται». Στο διατακτικό της αποφάσεως αναφέρεται ότι το δικαστήριο δικάζει τους κατηγορουμένους: 1)ΚΕ, 2) DΒ, 3)ΜΠ, 4)ΜΧ, 5)ΧΝ, 6)ΣΑ, 7)ΖΓ, 8) ΤΙ και 9)ΚΔ . Ακολούθως το δικαστήριο κήρυξε ενόχους τους 1°, 2°, 3°, 4° και 5° κατηγορουμένους των πράξεων που αναφέρονται και αθώους τους λοιπούς κατηγορουμένους ΑΣ, ΖΓ, ΤΙ και ΚΔ. Από προφανή  παραδρομή οι δύο τελευταίοι κατηγορούμενοι αναφέρονται με τους α/α του κατηγορητηρίου, ήτοι με τους αριθμούς 9 και 12 αντίστοιχα. Επίσης από προφανή παραδρομή κατά τη σύνταξη της προσβαλλομένης αποφάσεως διελήφθη απαλλακτική διάταξη για τις αποδιδόμενες σ' αυτούς πράξεις και για τον αναιρεσείοντα ΓΠ καθώς και τον ΤΒ, οι οποίοι δεν εισήχθησαν στο ακροατήριο και για τους οποίους δεν εκδικάσθηκε η σε βάρος τους κατηγορία. Την 5-4-2012 εισήχθη στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Θράκης αίτηση του Εισαγγελέα Εφετών Θράκης για διόρθωση της ανωτέρω αποφάσεως και ειδικότερα να απαλειφθούν από το διατακτικό της οι κατηγορούμενοι ΓΠ και ΤΒ , διότι από προφανή παραδρομή κατεγράφησαν στο διατακτικό αυτής, καθώς δεν είχε εισαχθεί προς εκδίκαση η κατ" αυτών υπόθεση. Πράγματι το δικαστήριο με την υπ' αρ. 165/5-4-2012 απόφαση του, η οποία καταχωρήθηκε στο ειδικό βιβλίο την 25-5-2012, νομίμως διόρθωσε την υπ' αρ.243/201 1 προηγούμενη απόφαση του και διέταξε να απαλειφθούν από αυτήν όλες οι διατάξεις που εκ προφανούς παραδρομής συμπεριελήφθησαν και που αφορούν τον ΓΠ καιΤΒ , για τους οποίους δεν είχε εισαχθεί προς εκδίκαση η κατ' αυτών υπόθεση. Μετά από αυτά ο αναιρεσείων την 5-6-2012 άσκησε την υπό κρίση αίτηση αναιρέσεως, ισχυριζόμενος ότι στα πρακτικά της αποφάσεως αυτός έχει καταχωρηθεί με τον αριθμό 8, ότι επίσης στα πρακτικά έχουν καταχωρηθεί η απαλλακτική γι αυτόν πρόταση
 του εισαγγελέα και ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία περί της αθωότητας του, αφού κατά την απόφαση με αριθμ. 243/2011 από το σύνολο του αποδεικτικού υλικού δεν προέκυψαν στοιχεία σε βάρος του και επιπλέον απαγγέλθηκε δημόσια η απόφαση περί της απαλλαγής του από το σύνολο των κατηγοριών. Επίσης, ο κατηγορούμενος ισχυρίζεται ότι με την 165/2012 απόφαση δεν διορθώθηκε η υπ' αρ. 243/2011 απόφαση, αλλά απαραδέκτως, μετά πάροδο είκοσι ημερών και μετά την καταχώρηση της απόφασης στο ειδικό βιβλίο, διορθώθηκαν τα πρακτικά της δίκης, ως προς τα προαναφερόμενα κεφάλαια (ήτοι ότι την καταχώρηση στα πρακτικά της απαλλακτικής γι αυτόν πρότασης του εισαγγελέα, την ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία περί της αθωότητας του και τη δημόσια απαγγελία της απόφασης περί της απαλλαγής του από το σύνολο των κατηγοριών). Τέλος ο αναιρεσείων ισχυρίζεται ότι ναι μεν η υπόθεση δεν εισήχθη γι' αυτόν και ο ίδιος δεν παραβρέθηκε στη δίκη, πλην όμως από την ως άνω εισαγγελική πρόταση και το σκεπτικό της προσβαλλομένης αποφάσεως σαφώς προκύπτει η εξέταση της εναντίον του κατηγορίας στην ουσία της, σύμφωνα με το άρθρο 432 ΚΠΔ, και ο αναμφισβήτητος έλεγχος όλων των στοιχείων αυτής από τη χωρήσασα αποδεικτική διαδικασία και έτσι επιβεβαιώνεται πλήρως το διατακτικό της, και ότι το κύριο και ουσιώδες δεν είναι η νομιμότητα εισαγωγής της υποθέσεως σε δίκη και η παρουσία του ή μη στο δικαστήριο, αλλά η εξέταση της κατηγορίας από το δικαστήριο της ουσίας και η απόφαση του επ' αυτής. Με βάση το ιστορικό αυτό ο αναιρεσείων με την κρινόμενη αίτηση του ζητεί την αναίρεση της προσβαλλομένης αποφάσεως, για υπέρβαση εξουσίας και παραβίαση δεδικασμένου, που δημιούργησε η υπ' αρ. 243/2011 απόφαση, πριν τη διόρθωση με την υπ' αρ. 165/2012 απόφαση του ίδιου δικαστηρίου. Όμως, όπως προεκτέθηκε, όγδοος, κατά σειρά κατηγορούμενος στα πρακτικά και στο σκεπτικό καθώς και στο προοίμιο του διατακτικού της προσβαλλομένης απόφασης και κατά συνέπεια διάδικος της ποινικής δίκης είναι ο κατηγορούμενος ΤΙ και όχι ο αναιρεσείων, ΓΠ , και ως εκ τούτου οι αιτιάσεις του αναιρεσείοντος ερείδονται σε αναληθή προϋπόθεση. Με βάση τα ανωτέρω η προσβαλλόμενη απόφαση, όπως αυτή διορθώθηκε, δεν αποφάνθηκε τελειωτικά για τον αναιρεσείοντα, ούτε αυτός έχει την ιδιότητα του κατηγορουμένου, με την έννοια των άρθρων 504 παρ. 1 και 505 παρ. 1 στοιχ. α' ΚΠΔ. Επομένως ο αναιρεσείων δεν νομιμοποιείται στην άσκηση της κρινόμενης αίτησης αναίρεσης και ως εκ τούτου αυτή είναι, σύμφωνα με το άρθρο 476 παρ.1 Κ.Π.Δ., απαράδεκτη και πρέπει ως τέτοια να απορριφθεί (αρθρ. 513 παρ.1 ΚΠΔ) και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (αρθρ. 583 παρ.1 ΚΠΔ).
   ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 5-6-2012 αίτηση του ΓΠ του … , κατοίκου ….. Αττικής, για αναίρεση της 243/2011 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Θράκης, όπως αυτή διορθώθηκε με την 165/2012 απόφαση του ιδίου Δικαστηρίου και
Επιβάλλει στον αναιρεσείοντα τα δικαστικά έξοδα, που
ανέρχονται σε διακόσια πενήντα (250) ευρώ.
                                                                  
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 15 Ιανουαρίου 2013. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του, στις 18 Ιανουαρίου 2013.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ               Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Πέμπτη 12 Φεβρουαρίου 2015

Δικαίωση ανακόπτοντος δανειολήπτη σε δεύτερο βαθμό - απόρριψη έφεσης πιστώτριας τράπεζας που άσκησε κατά απόφασης που έκανε δεκτή την ανακοπή κατά διαταγής πληρωμής λόγω προηγούμενης αίτησης για υπαγωγή του οφειλέτη στο Ν. 3869/2010 (αποφ. 37/2014 Μον. Πρωτ. Ροδόπης)

   Με την παρατιθέμενη απόφαση απορρίφθηκε έφεση της πιστώτριας τράπεζας με την οποία ζητούσε αυτή να εξαφανισθεί η απόφαση που έκανε δεκτή σε πρώτο βαθμό την ανακοπή του οφειλέτη κατά διαταγής πληρωμής, την οποία είχε στηρίξει στο άρθρο 281 ΑΚ (καταχρηστική άσκηση δικαιώματος),  δεδομένου ότι ο ανακόπτων -οφειλέτης είχε ζητήσει την υπαγωγή του στις διατάξεις του Ν. 3869/2010 πριν την καταγγελία της σύμβασης από την πιστώτρια τράπεζα και την εν συνεχεία έκδοση διαταγής πληρωμής σε βάρος του με επιταγή προς εκτέλεση. 

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΡΟΔΟΠΗΣ

Αριθμός απόφασης 37/2014
( Αριθμός έκθ. κατάθεσης έφεσης Εφ47/2013)
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΡΟΔΟΠΗΣ
(Τακτική Διαδικασία)
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τον Δικαστή Χ. Θ., Πρωτοδίκη, που ορίσθηκε από τον Πρόεδρο Πρωτοδικών και από την Γραμματέα Σ.Ν.
Συνεδρίασε δημόσια και στο ακροατήριο του την 26η Φεβρουαρίου 2014, για να δικάσει την υπόθεση:
ΤΗΣ ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ: Ανώνυμης Τραπεζικής Εταιρίας με την επωνυμία «Τράπεζα…….», μετά την τροποποίηση της επωνυμίας της από Τράπεζα ….. ανώνυμη εταιρεία» και τον διακριτικό τίτλο «…..», που εδρεύει στην Αθήνα (οδός ……) όπως νομίμως εκπροσωπείται, η οποία παραστάθηκε δια της πληρεξουσίου δικηγόρου της ………(Δ.Σ Ροδόπης), που κατέθεσε προτάσεις.
ΤΗΣ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: Ε.Π………, κατοίκου Κομοτηνής (……), η οποία παραστάθηκε δια της πληρεξουσίου δικηγόρου της Ε. Κακοσαίου (Δ.Σ Ροδόπης), που κατέθεσε προτάσεις.
Η εφεσίβλητη άσκησε ενώπιον του Ειρηνοδικείου Κομοτηνής κατά της παραπάνω εκκαλούσας την από 19-4-2012 και με αρ. εκθ. κατάθεσης 108/20-4-2012 ανακοπή της και κατά της υπ' αριθμ. 72/2012 διαταγής πληρωμής του Ειρηνοδικείου Κομοτηνής και ζήτησε να γίνει δεκτή.
Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την υπ' αριθμόν 213/2013 απόφαση του έκανε δεκτή την ανακοπή και ακύρωσε την ανωτέρω διαταγή πληρωμής.
Ήδη η εκκαλούσα με την προειρημένη έφεση της, η οποία προσδιορίστηκε για την δικάσιμο που παραπάνω αναφέρεται προσβάλλει την απόφαση αυτή.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων αφού ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους ζήτησαν να γίνουν δεκτά


όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις έγγραφες προτάσεις τους.


ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗΝ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΝΟΜΟ

Η κρινόμενη έφεση κατά της υπ' αριθμ. 213/2013 οριστικής απόφασης του Ειρηνοδικείου Κομοτηνής, ασκήθηκε νομότυπα, δεδομένου ότι κατεβλήθη και το παράβολο του άρθρου 495§4 ΚΠολΔ και εμπρόθεσμα [άρθρα 495§§1 και 2, 511, 513§1 περ. β', 516§1, 517 περ. α', 518§2, 520§1 ΚΠολΔ].Πρέπει, συνεπώς, να ερευνηθεί περαιτέρω κατά την ίδια τακτική διαδικασία που εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση (άρθρο 533 παρ.1 ΚΠολΔ) από το παρόν δευτεροβάθμιο καθ' ύλην αρμόδιο Δικαστήριο (άρθρο 17Α εδ. α' ΚΠολΔ).
Η εφεσίβλητη με την προαναφερθείσα ανακοπή της ζήτησε την ακύρωση της υπ' αριθμ. 72/2012 διαταγής πληρωμής της Ειρηνοδίκου Κομοτηνής για τους αναφερόμενους σ' αυτήν λόγους. Επί της ανακοπής εκδόθηκε η υπ' αριθμ. 213/2013 απόφαση του Ειρηνοδικείου Κομοτηνής κατ' αντιμολία των διαδίκων, η οποία έκανε δεκτή την ανακοπή και ακύρωσε την ως άνω διαταγή πληρωμής. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται τώρα η εκκαλούσα με την κρινομένη έφεση με την οποία ζητεί να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη και να απορριφθεί η ανακοπή για τους λόγους που αναφέρει στην έφεση της και ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία του νόμου.
Το διαπλαστικό δικαίωμα για την ακύρωση της διαταγής πληρωμής μπορεί να θεμελιωθεί σε λόγους «είτε κατά του κύρους της διαταγής πληρωμής για την έλλειψη διαδικαστικής προϋπόθεσης είτε κατά της ύπαρξης της απαίτησης». Λόγοι κατά της ουσιαστικής απαίτησης είναι και οι αντιρρήσεις ως προς την ύπαρξη, την εξέλιξη ή την απόσβεση της ουσιαστικής απαίτησης. Στην περίπτωση αυτή οι λόγοι της ανακοπής θα ανάγονται είτε στην άρνηση των γενεσιουργών περιστατικών της οφειλής είτε στην προβολή (γνησίων ή καταχρηστικών) ενστάσεων κατά της απαίτησης. Έτσι γίνεται δεκτό ότι προτείνονται παραδεκτά κατά της διαταγής πληρωμής η ένσταση καταχρηστικής ασκήσεως της αξιώσεως εκ του αξιόγραφου (βλ. σχετικά και Χ. Απαλλαγάκη «ΚΠολΔ Ερμηνεία κατ' άρθρο» έκδοση 2η 2010 άρθρο 632 αρ. 13 και 15 σελ. 1224 και 1225 με τις εκεί παραπομπές σε








2° φύλλο της υττ' αρ. 37/2014 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ροδόπης
νομολογία και θεωρία), επομένως δε και εκ συμβάσεως. Συνεπώς ο πρώτος λόγος εφέσεως, κατ' εκτίμηση του νοηματικού περιεχομένου του δικογράφου της εφέσεως, με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη, διότι κατ' εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου δέχθηκε τον προβληθέντα από την ανακόπτουσα λόγο περί καταχρηστικής ασκήσεως δικαιώματος κατ' άρθρο 281ΑΚ καθότι αυτός (λόγος ανακοπής) αποτελεί ελάττωμα του τίτλου και δεν αφορά την έλλειψη τυπικών προϋποθέσεων για την έκδοση διαταγή πληρωμής ή την ουσιαστική βασιμότητα της απαίτησης για την οποία εκδόθηκε η διαταγή πληρωμής, είναι μη νόμιμος και ως εκ τούτου απορριπτέος.
Με τον δεύτερο λόγο εφέσεως,  κατ'  εκτίμηση του νοηματικού περιεχομένου του δικογράφου της εφέσεως, πλήττεται η εκκαλουμένη, διότι κατ' εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου δέχθηκε τον προβληθέντα από την ανακόπτουσα λόγο περί καταχρηστικής ασκήσεως δικαιώματος αφού η κατ' άρθρον 281ΑΚ απαγόρευση ασκήσεως δικαιώματος είναι παραδεκτή μόνο για δικαιώματα του ουσιαστικού δικαίου και όχι για δικαιώματα που απορρέουν από δικονομικές διατάξεις που αφορούν καθαρώς διαδικαστικές πράξεις όπως είναι μεταξύ άλλων και αυτές που προβλέπουν την έκδοση της διαταγής πληρωμής. Ωστόσο ο λόγος αυτός στηρίζεται επί εσφαλμένης προϋποθέσεως, διότι η απαγόρευση της ασκήσεως του δικαιώματος υπό τους διαλαμβανόμενους στη διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ όρους είναι απαράδεκτη όταν πρόκειται για δικαιώματα που απορρέουν από διατάξεις δικονομικού δικαίου και όχι από διατάξεις ουσιαστικού δικαίου (ΑΠ 832/2002 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ και ΑΠ 683/1999 Ελλ. Δνη 41.380), όπως συμβαίνει στην εξεταζόμενη περίπτωση, αφού όπως προκύπτει από το σύνολο του περιεχομένου της προσβαλλομένης αποφάσεως το δικαίωμα της εφεσίβλητης να προτείνει την εν λόγω ένσταση απορρέει από την συναφθείσα μεταξύ της εκκαλούσας και της  εφεσίβλητης  από   18-3-2008   σύμβασης  δανείου.   Επομένως,   μη υπάρχοντος άλλου λόγου εφέσεως που να πλήττει την προσβαλλόμενη απόφαση, πρέπει η έφεση να απορριφθεί στο σύνολο της και να καταδικασθεί η εκκαλούσα λόγω της ήττας της στα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, κατά το νόμιμο αίτημα της τελευταίας (άρθρα 176, 183 και 191 §2 ΚΠολΔ), σύμφωνα με τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό.


ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ κατ' αντιμολία των διαδίκων. 
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την έφεση.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την εκκαλούσα στα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των τετρακοσίων (400,00) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριο του, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στην Κομοτηνή ν. Ροδόπης στις 24η Οκτωβρίου 2014.

        Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                       Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ