Πέμπτη 10 Απριλίου 2014

Ειρ Δράμας : Υπαγωγή δανειολήπτη και της συζύγου του στο Ν. 3869/2010 - υπαγωγή στο νόμο οφειλής προς το ΤΔΠ και απαλλαγή σε ποσοστό 70% των οφειλών του (αποφ. 90/2014 και 91/2014)

    Με την παρατιθέμενη απόφαση του Ειρηνοδικείου Δράμας υπήχθη στη ρύθμιση του Ν. 3869/2010 υπερχρεωμένος δανειολήπτης καθώς και η σύζυγός του με ξεχωριστή απόφαση, επιτυγχάνωντας απαλλαγή  αμφότεροι σε ποσοστό περίπου 70% .
   Εν προκειμένω παρατίθεται η απόφαση με αριθμό 90/2014, τα κυριότερα σημεία της οποίας είναι η υπαγωγή  στη ρύθμιση οφειλής από το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, όπως άλλωστε συμβαίνει και με την πρόσφατη νομολογία των Ειρηνοδικείων της χώρας για το συγκεκριμένο ζήτημα. Επίσης αναλύεται η έννοια της δολιότητας του δανειολήπτη αλλά και της αντίστοιχης συνυπαιτιότητας των τραπεζών στην υπερχρέωση , όπως επίσης απορρίπτεται αιτιολογημένα η ένσταση των πιστωτριών περί καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος.  Επίσης χορηγείται περίοδος χάριτος 5 ετών , μετά την την πάροδο των οποίων άρχεται  η αποπληρωμή του στεγαστικού δανείου με σκοπό την διατήρηση της πρώτης κατοικίας , η οποία θα διαρκέσει για 15 έτη.

Αριθμός Απόφασης:    90  /2014
Εκούσια Δικαιοδοσία
ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΔΡΑΜΑΣ

   ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από την Ειρηνοδίκη, Ζ. Ν.
      ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριο του στις 14 Φεβρουαρίου 2014, με τη σύμπραξη της Γραμματέα Α. Φ. για να δικάσει την υπόθεση:
  ΤΟΥ ΑΙΤΟΥΝΤΟΣ: Ν. Ι. του ………και της …………., κατοίκου Δράμας (……………), ο οποίος παρέστη στο Δικαστήριο μετά της πληρεξούσιας δικηγόρου του Ιου­λίας Μυλωνά (ΔΣ Ροδόπης).
ΤΩΝ ΜΕΤΕΧΟΝΤΩΝ ΣΤΗ ΔΙΚΗ ΠΙΣΤΩΤΩΝ: 1) της εδρεύουσας στην Αθήνα, τελούσας υπό ειδική εκκαθάριση, κατά τις διατάξεις του άρθρου 68 του Ν 3601/2007 και δυνάμει σχετικών αποφάσεων της ΤτΕ (ΦΕΚ Β 76/18.1.2013) ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «……………..», ειδι­κής διαδόχου, (κατά τις διατάξεις του άρθρου 63Δ του Ν. 3601/2007) της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «……………….» (ΦΕΚ Β 2856/17.12.2011) ως η επωνυμία αυ­τή είχε προέλθει από τη μετονομασία της πρώην «…………..Α­νώνυμη Τραπεζική Εταιρία» (ΦΕΚ 5635/22.6.2010) και εκπροσω­πούμενης νομίμως από την ειδική εκκαθαρίστρια …. ……., η οποία παρέστη διά της πληρεξούσιας δικηγόρου τους ……… (Δ.Σ. Δράμας), 2) του ΝΠΔΔ με την επωνυμία "........." που έχει έδρα στην Αθή­να (.....) κι εκπροσωπείται νόμιμα, το οποίο παρέστη διά του πληρεξούσιου δικηγόρου του ……………..και 3) της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «……………………»με αρ. Γ.Ε.ΜΗ …………….. που έχει έδρα στην Αθήνα κι εκπροσωπείται νόμιμα, ενεργούσας αφενός για τις απαιτήσεις της ίδιας και αφετέρου για τις απαιτήσεις της πρώην ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυ­μία «…………..» και το διακριτικό τίτλο «…………….», εξομοιού­μενης κατά τη διάταξη του αρ. 75 του κ.ν. 2190/1920, λόγω συγχω­νεύσεως με απορρόφηση, με καθολική διάδοχο αυτής (απόφαση Κ 2 - 7651/27.12.2013 του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικό­τητας ΦΕΚ Τ. ΑΕ και ΕΠΕ 9243/27.12.2013), η οποία ήταν ειδική διάδοχος κατά τις διατάξεις των άρθρων 68 και 63Δ του Ν. 3601/2007 και δυνάμει της με αρ. 2124/Β95/18.1.2013 απόφασης του Υπουργού Οικονομικών (ΦΕΚ Β' 74/18.1.2013) και της σχετικής απόφασης της Τράπεζας της Ελλάδος (ΦΕΚ Β776/18.1.2013), της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «…………….», ειδι­κής διαδόχου, κατά τις διατάξεις του άρθρου 63Δ του Ν. 3601/2007 της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία « ……Ανώνυ­μη Τραπεζική Εταιρία» (ΦΕΚ Β 2856/17.12.2011) ως η επωνυμία αυ­τή είχε προέλθει από τη μετονομασία της πρώην «……………….» (ΦΕΚ 5635/22.6.2010), η οποία παρέ­στη διά της πληρεξούσιας δικηγόρου τους …………(Δ.Σ. Δράμας)
Ο αιτών κατέθεσε στο παρόν Δικαστήριο την από 15.11.2012 (με αρ. έκθ. κατάθ. 249/19.11.2012) αίτηση ρύθμισης οφειλών υπερχρε­ωμένου φυσικού προσώπου, για τη συζήτηση της οποίας ορίσθηκε δικάσιμος αυτή που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, που εκφωνήθηκε από το πινά­κιο της εκούσιας δικαιοδοσίας, η πληρεξούσια δικηγόρος του αιτού­ντος ανέπτυξε και προφορικά την αίτηση, προσκόμισε έγγραφα και ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στο έγγραφο σημείωμα προτάσεων που κατέθεσε.
Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των μετεχουσών πιστωτριών, οι ο­ποίες κατέστησαν διάδικοι μετά νόμιμη κλήτευση τους (άρθρα 5 ν. 3869/2010 και 748 § 2 του ΚΠολΔ), ανέπτυξαν προφορικά τους ι­σχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα έγγραφα σημειώματα προτάσεων που κατέθεσαν.
Ακολούθησε η συζήτηση, όπως σημειώνεται στα πρακτικά.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ - ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1 και 4 §1 του ν. 3869/2010, σαφώς προκύπτει ότι για το ορισμένο της αίτησης ρύθμι­σης οφειλών υπερχρεωμένου φυσικού προσώπου ο αιτών - οφειλέ­της πρέπει να εκθέτει σ' αυτή ότι είναι φυσικό πρόσωπο στερούμενο πτωχευτικής ικανότητας, ότι έχει ληξιπρόθεσμα χρέη προς τρίτους τα οποία υπάγονται στις ρυθμίσεις του νόμου, ότι περιήλθε σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρεών του (αρκούσης της αναφοράς ότι έστω και μια από τις περιλαμβανόμενες στην αίτηση οφειλές του κατέστη ληξιπρόθεσμη) ότι απέτυχε η προσπάθεια εξωδικαστικού συμβιβασμού με τους πιστωτές του, να εκθέτει επίσης ποιοι είναι οι πιστωτές του με πλήρη στοιχεία, ποιες είναι οι απαιτή­σεις τους κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα, να περιγράφει την οικο­γενειακή του κατάσταση (έγγαμος, άγαμος, διαζευγμένος, αν έχει προστατευόμενα μέλη τα οποία υποχρεούται εκ του νόμου να δια­τρέφει), τα από οποιαδήποτε πηγή εισοδήματα του ίδιου και της συ­ζύγου του, κατά τον κρίσιμο χρόνο υποβολής της αίτησης, καθόσον το ύφος αυτών μπορεί να μεταβληθεί είτε κατά το χρόνο συζήτησης αυτής, οπότε ο αιτών με σχετική διορθωτική δήλωση του που θα κα­ταχωρηθεί στα πρακτικά και με τις έγγραφες προτάσεις του (άρθρα 745,751 και 115 §3 ΚΠολΔ) θα επικαιροποιήσει αυτά (αυξητικά ή μειωτικά) δυνάμενος ακόμη και να αιτηθεί τροποποίηση των προτει­νόμενων μηνιαίων καταβολών, είτε μετά την έκδοση απόφασης, οπό­τε αν ο αιτών οφειλέτης δεν δηλώσει τη μεταβολή αυτή, όπως υπο­χρεούται, κινδυνεύει να εκπέσει της ρύθμισης, εφόσον αποδειχθεί βάσιμη τυχούσα αίτηση έκπτωσης εκ μέρους οποιασδήποτε των μετεχουσών στη δίκη πιστωτριών, τα περιουσιακά του στοιχεία (κρίσιμα εφόσον του αποφέρουν εισοδήματα αλλά, και, σε αρνητική περίπτω­ση, για τη διερεύνηση δυνατότητας εκποίησης τους). Τέλος θα πρέ­πει να περιλάβει στην αίτηση του σαφές και ορισμένο σχέδιο διευθέ­τησης των οφειλών του, περιέχον ρυθμίσεις για όλους τους πιστωτές και τις απαιτήσεις τους, αίτημα δικαστικής  ρύθμισης των οφειλών του, επί αποτυχίας δικαστικού συμβιβασμού και διάσωσης (εξαίρε­σης από την εκποίηση) της κύριας κατοικίας του. Πλέον των ανωτέ­ρω ουδέν έτερο στοιχείο απαιτείται για την πληρότητα της αίτησης και ιδίως δεν απαιτείται α) η αναφορά των εισοδημάτων του αιτούντος οφειλέτη κατά το χρόνο ανάληψης των εισαγόμενων προς ρύθμιση χρεών του, τα οποία άλλωστε έκαστος οφειλέτης καθιστά γνωστά στους πιστωτές του, προσκομίζοντας δημόσια έγγραφα προς από­δειξη τους, κατά το χρόνο σύναψης των σχετικών δανειακών συμβά­σεων, οπότε είναι προαπαιτούμενος ο έλεγχος της πιστοληπτικής του ικανότητας, ιδίως εφόσον κατά κύριο λόγο οι εν λόγω πιστωτές είναι χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, β) η αναλυτική περιγραφή των βιο­τικών αναγκών του οφειλέτη ή των προστατευόμενων μελών της οι­κογένειας του (ιδίως στην περίπτωση που δεν συντρέχουν λόγοι αυ­ξημένων εξόδων διαβίωσης εξαιτίας ασθενειών και εξαιτίας αυτών ιατρικών δαπανών που δεν καλύπτονται από ασφαλιστικούς οργανι­σμούς) αφού από την περιγραφή της οικογενειακής του κατάστασης δύναται να εκτιμηθεί το ύψος αυτών, γ) η παράθεση περιστατικών εξαιτίας των οποίων ο οφειλέτης περιήλθε σε μόνιμη αδυναμία εξό­φλησης των ληξιπρόθεσμων οφειλών του, καθόσον αρκεί η αναφορά ότι περιήλθε σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής. Η συνδρομή η μη των προϋποθέσεων της μόνιμης αδυναμίας και της έλλειψης δόλου, είναι ζήτημα απόδειξης, του μεν οφειλέτη φέροντος το σχετικό βάρος, ο­σάκις παραστεί ανάγκη προς τούτο, ήτοι, επί σχετικής αμφισβήτησης από οποιονδήποτε, μετέχοντα στη διαδικασία της ρύθμισης, πιστω­τή, να αποδείξει ότι κατά τον κρίσιμο χρόνο η σχέση της ρευστότη­τας του προς τις ληξιπρόθεσμες οφειλές του, είναι αρνητική, με την έννοια ότι η ρευστότητα του δεν του επιτρέπει να ανταποκριθεί στον κύριο όγκο των οφειλών του [βλ. αναλυτικά Κλ. Ρούσσος, Υπερχρε­ωμένα φυσικά πρόσωπα - Δομή και λειτουργίας Ν. 3869/2010 Νομι­κή Βιβλιοθήκη υπό II 2 β' περί της απαιτούμενης σχέσεως οφειλών και ρευστότητας και ΕιρΑΘ 68/2011 Τ.Π. Νόμος)] του δε οιουδήπο­τε των πιστωτών του, να επικαλεστεί και να αποδείξει κατ' ένσταση την ύπαρξη περιστατικών που καθιστούν δόλια την περιέλευση του οφειλέτη σε μόνιμη αδυναμία, δ) η αναφορά του χρόνου σύναψης των συμβάσεων δυνάμει των οποίων ελήφθησαν τα εισαγόμενα προς ρύθμιση δάνεια, αρκούσης της αναφοράς ότι αυτά ελήφθησαν σε χρόνο προγενέστερο του έτους από την κατάθεση της αίτησης η ότι δεν υπάγονται στα εξαιρούμενα του άρθρου 1 του Ν. 3869/2010, δυνάμενου οιουδήποτε πιστωτή να επικαλεστεί και να αποδείξει το αντίθετο.
Στην προκείμενη περίπτωση, με την ένδικη αίτηση, ακριβές αντί­γραφο της οποίας, με τα ενσωματωμένα σ' αυτή έγγραφα, ήτοι: α) κατάσταση της υπάρχουσας περιουσίας και των εισοδημάτων του ίδιου και της συζύγου του και β) σχεδίου διευθέτησης των οφειλών του, με ορισμό δικασίμου, με κλήση προς συζήτηση για την αναφε­ρόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και πρόσκληση να υπο­βάλουν στη γραμματεία του δικαστηρίου εγγράφως τις παρατηρήσεις τους και να δηλώσουν αν συμφωνούν με το προτεινόμενο σχέδιο δι­ευθέτησης των οφειλών μέσα σε αποκλειστική προθεσμία δύο μηνών από την υποβολή της αίτησης, επέδωσε νόμιμα και εμπρόθεσμα στους πιστωτές του κατ' άρθρο 5§1 Ν. 3869/2010 και 748 § 3 του ΚΠολΔ, ο αιτών κάτοικος Δράμας, επικαλούμενος αποτυχία του επιχειρηθέντος εξωδικαστικά συμβιβασμού, έλλειψη πτωχευτικής ικανό­τητας και χωρίς δόλο περιέλευση σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών του προς τους μετέχοντες στη δίκη πιστωτές του, ζητά, σύμφωνα με το σχέδιο διευθέτησης που υποβάλλει και αφού ληφθούν υπόψη η οικογενειακή του κατάσταση, η κατάσταση της περιουσίας του και τα εισοδήματα του ίδιου και της συζύγου του, που εκθέτει αναλυτικά, την αποδοχή του σχεδίου διευ­θέτησης των οφειλών του και τη δικαστική του επικύρωση και, αν δεν επιτευχθεί συμβιβασμός, τη δικαστική ρύθμιση της αποπληρωμής των χρεών του, με σκοπό την για πρώτη φορά απαλλαγή του από μέρος των χρεών του, με εξαίρεση από την εκποίηση του περιγρα­φόμενου ακινήτου του, που αποτελεί την κύρια κατοικία του.
Με το περιεχόμενο και τα αιτήματα αυτά η ένδικη αίτηση, εισάγε­ται αρμόδια καθ' ύλη και κατά τόπο στο παρόν Δικαστήριο, της περιφέρειας της κατοικίας του αιτούντος, για να δικαστεί κατά την προκεί­μενη εκούσια δικαιοδοσία (άρθρα 3 του Ν. 3869/2010, 739 επ. του ΚΠολΔ), ενώ περιέχονται στον φάκελο της υπόθεσης (άρθρο 4 § 5) τα προβλεπόμενα από το νόμο 3869/2010 έγγραφα ήτοι: 1) οι στα πλαίσια της αυτεπάγγελτης έρευνας του Δικαστηρίου στα τηρούμενα αρχεία με αρ. πρωτ. 395γ/17.3.2014 και 116/25.2.2014 βεβαιώσεις της Γραμματείας του Ειρηνοδικείου Αθηνών και της Γραμματείας του Δικαστηρίου τούτου αντίστοιχα, ότι δεν εκκρεμεί άλλη αίτηση του αι­τούντος για ρύθμιση των χρεών του, ούτε έχει εκδοθεί απόφαση για ρύθμιση των οφειλών του ή απορριπτική προγενέστερης αίτησης του για ουσιαστικούς λόγους (άρθρο 13 § 2 του Ν. 3869/2010), 2) η ε­μπροθέσμως (εντός της νόμιμης μηνιαίας προθεσμίας) κατατεθείσα στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου, την 30.11.2012, από 30.10.2012 βεβαίωση του δικηγόρου Ροδόπης, δηλαδή προσώπου από αυτά που έχουν τη σχετική εξουσία από το νόμο, στην οποία δι­απιστώνεται η αποτυχία της προσπάθειας εξωδικαστικού συμβιβα­σμού την 30.10.2012, ήτοι εντός του προηγηθέντος της κατάθεσης της αίτησης εξαμήνου (άρθρα 2§§1,2 και 5§2 του ν. 3869/2010), 3) τα συγκατατεθέντα με την αίτηση έγγραφα, ήτοι: α) κατάσταση της περιουσίας του αιτούντος και των εισοδημάτων του ίδιου και της συ­ζύγου του, β) κατάσταση των πιστωτών του και των απαιτήσεων τους κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα και γ) σχέδιο διευθέτησης ο­φειλών του (άρθρο 4 §§ 1 και 2 ν. 3869/2010), 4) η εμπροθέσμως, ήτοι την 30.11.2012 (εντός της μηνιαίας προθεσμίας του άρθρου 5§2 του ν. 3869/2010 και σε έντυπο της με αρ. Ζ1-1398/20.12.2010 Κ.Υ.Α. Εργασίας & Κοινωνικής Ασφάλισης - Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων/Φ.Ε.Κ. Β' 1/03.01.2011), κατατεθείσα, υπεύθυνη δήλωση του αιτούντος για την ορθότητα και πληρότητα των παραπάνω καταστάσεων και για τις μεταβιβάσεις εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί ακινήτων, στις οποίες προέβη την τελευταία τριετία (η οποία αν και φέρεται συνταχθείσα την 1.11.2012 δηλ. σε χρόνο προγενέστερο της αίτησης ωστόσο αφορά την ένδικη με αρ. έκθ. κατάθ. 249/2012 αίτηση κατά σχετική ρητή μνεία) και 5) τα εμπροθέ­σμως, ήτοι την 30.11.2012 (εντός της αυτής ως άνω μηνιαίας προθε­σμίας του άρθρου 5§2 του Ν. 3869/2010), κατατεθέντα έγγραφα που έχει ο αιτών στη διάθεση του σχετικά με την περιουσία του, τα κάθε φύσης εισοδήματα του, τους πιστωτές και τις απαιτήσεις τους. Η αί­τηση παρίσταται επαρκώς ορισμένη, περιέχουσα τα κατ' άρθρα 118 και 216 § 1 σε συνδυασμό με 741 του ΚΠολΔ και 4 §1 του Ν. 3869/ 2010 στοιχεία, απορριπτόμενων όλων των περί του αντιθέτου ισχυ­ρισμών των πιστωτών, κατά τα διαλαμβανόμενα στην προηγηθείσα νομική σκέψη.
Οι μετέχοντες πιστωτές, αφού έλαβαν γνώση των εγγράφων του τηρουμένου στη Γραμματεία του παρόντος οικείου φακέλου, κατέθε­σαν εμπρόθεσμα (εντός της δίμηνης προθεσμίας), την 21.1.2013 (η­μέρα Δευτέρα) το « ………..», την 16.1.2013 το «……….» και την 14.1.2013 η «ΤΡΑΠΕΖΑ……..» έγγρα­φες παρατηρήσεις (άρθρα 4 §5 και 5 του Ν. 3869/2010), απαντώντας αρνητικά επί του συγκατατεθειμένου σχεδίου διευθέτησης οφειλών. Ενόψει των ανωτέρω, δεν επετεύχθη δικαστικός συμβιβασμός.
Επομένως, η κρινόμενη αίτηση εφόσον, κατά τα εκτιθέμενα σ' αυ­τήν, πρόκειται για φυσικό πρόσωπο, στερούμενο πτωχευτικής ικανό­τητας, τα χρέη του δεν περιλαμβάνονται στα εξαιρούμενα της ρύθμι­σης και έχει ήδη περιέλθει σε κατάσταση μόνιμης αδυναμίας πληρω­μής των ληξιπρόθεσμων χρεών του, είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1, 3, 4, 8 και 9 Ν. 3869/2010, όπως ισχύει, πλην του αιτήματος να αναγνωρισθεί ότι με την τήρηση της ρύθμισης θα απαλλαγεί ο αιτών από το υπόλοιπο των οφειλών του, το οποίο θα πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτο, διότι ασκείται πρόωρα και χωρίς να πληρούνται οι προς τούτο προϋποθέσεις. Ειδικότερα κατά το άρθρο 11 § 1 του Ν.3869/2010, το αίτημα απαλλαγής από κάθε υπόλοιπο οφειλής αποτελεί αντικείμενο μεταγενέστερης αιτήσεως του οφειλέτη-αιτούντος, η οποία υποβάλλεται στο Δικαστήριο μετά την κανονική εκτέλεση από αυτόν όλων των υποχρεώσεων που επιβάλ­λονται με την απόφαση που εκδίδεται επί της αιτήσεως του άρθρου 4§ 1 του Ν.3869/2010. Η αίτηση για απαλλαγή από υπόλοιπα χρεών κοινοποιείται στους πιστωτές (άρθρο 11 § 1 του Ν.3869/2010) και επ' αυτής το Δικαστήριο εκδίδει απόφαση, με την οποία πιστοποιεί την απαλλαγή του οφειλέτη από το υπόλοιπο των οφειλών. Άλλωστε εν προκειμένω δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 69 του ΚΠολΔ ώστε να θεωρηθεί ότι η πρόωρη δικαστική προστασία ζητεί­ται επιτρεπτώς. Πρέπει επομένως να ερευνηθεί περαιτέρω, ως προς το εάν συντρέχουν οι προϋποθέσεις υπαγωγής του αιτούντος στη ρύθμιση του νόμου.
Την αίτηση του άρθρου 4 §1 του ν. 3869/2010 για τη ρύθμιση των οφειλών τους και απαλλαγή, δικαιούνται να υποβάλουν στον αρμόδιο δικαστήριο φυσικά πρόσωπα που δεν έχουν πτωχευτική ικανότητα και έχουν περιέλθει σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών τους, χωρίς δόλο (άρθρο 1§1). Κατά τη γραμ­ματική ερμηνεία της διάταξης, η αδυναμία εξόφλησης, συνεπώς και η έλλειψη δόλου σε τέτοια περιέλευση αδυναμίας, αναφέρεται στο μετά την ανάληψη του χρέους χρόνο, ώστε να αποκλείεται από την υπα­γωγή του στο νόμο -στην οποία υπαγωγή ίσως και ν' απέβλεψε περιερχόμενος σε υπερημερία- όποιος καθιστά οφειλές του ληξιπρόθε­σμες, παρότι έχει τη δυνατότητα εξυπηρέτησης των περιοδικών κα­ταβολών. Εξάλλου δόλια περιέλευση σε αδυναμία πληρωμών μπορεί να προκύπτει όταν ο οφειλέτης δεν φροντίζει για τη διατήρηση του ενεργητικού του ή τη σωστή διαχείριση του προκειμένου επαρκώς να εξυπηρετήσει τα χρέη του, όταν ο οφειλέτης αποκρύπτοντας εισοδή­ματα, δεν ικανοποιεί τις υποχρεώσεις του και αφήνει αυτές να κατα­στούν μη αντιμετωπίσιμες, όταν ο οφειλέτης προβαίνει σε καταδολιευτικές μεταβιβάσεις περιουσιακών του στοιχείων είτε σε ευτελείς τι­μές, είτε με δωρεές είτε με γονικές παροχές είτε όταν κατασπαταλά τα εισοδήματα του σε τυχερά παίγνια, σε χαρτοπαιξία. Κατ' ορθή τε­λεολογική ερμηνεία, όμως, ο δόλος δεν αποκλείεται να προϋπάρχει της ανάληψης της σχετικής υποχρέωσης, αφού κάποιος μπορεί να δημιουργήσει υπέρογκες οφειλές με συνεχή δανεισμό, παρότι γνωρί­ζει ότι θα βρίσκεται σε αδυναμία εξόφλησης τους κι επομένως νομί­μως προβάλλεται αντίστοιχη ένσταση από οποιοδήποτε πιστωτή, που βαρύνεται και με την απόδειξη της (βλ. Δημήτρη Μακρή, Κατ' άρθρο ερμηνεία του Ν. 3869/ 2010 σελ. 36, 37 αντίθετ. Αθ. Κρητικός, Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων και άλ­λες διατάξεις, έκδοση 2010, άρθρο 1 του ν. 3869/2010, §14, σ. 44, κατά τον οποίο, η ύπαρξη του δόλου ερευνάται κατά το μετά την α­νάληψη του χρέους διάστημα). Στη δόλια ανάληψη επισφαλούς υπο­χρέωσης εμπεριέχεται λογικά η πρόγνωση, εκ μέρους του οφειλέτη, της ανεπάρκειας των εισοδημάτων του προς εξόφληση των αναλαμ­βανομένων χρεών με ταυτόχρονη αδυναμία (εκ των πραγμάτων ή λόγω αντισυμβατικής συμπεριφοράς του οφειλέτη) αντίστοιχης γνώ­σης της επισφάλειας εκ μέρους των πιστωτών και τα στοιχεία αυτά απαιτούνται, με παράθεση αντίστοιχων πραγματικών περιστατικών, για το ορισμένο της προβολής σχετικής ένστασης δόλου, όπως θα πρέπει να εξειδικεύονται τα στοιχεία επικαλούμενου δόλου περιέλευσης σε αδυναμία εξόφλησης και για το στάδιο μετά την ανάληψη του χρέους (κατά το συνδυασμό των άρθρων 741 και 262§1 του Κ.Πολ.Δ.). Εξάλλου, επειδή δυσχερώς νοείται δολιότητα του οφειλέτη από μόνη την ανάληψη επισφαλούς δανειακής υποχρεώσεως προς πιστωτικά ιδρύματα, δεδομένου ότι τα τελευταία, κατά το χρόνο υπο­βολής της σχετικής αίτησης και πριν την αποδοχή της, στην οποία (αποδοχή) δεν μπορούν να υποχρεωθούν από τον αιτούμενο το δά­νειο, έχουν τη δυνατότητα εκτός από την έρευνα των οικονομικών δυνατοτήτων του (μέσω εκκαθαριστικού σημειώματος ή βεβαίωση αποδοχών) να διαπιστώσουν και τις λοιπές δανειακές υποχρεώσεις του (σε άλλα πιστωτικά ιδρύματα) ή την εν γένει οικονομική του συ­μπεριφορά μέσω του συστήματος «Τειρεσίας» (σύστημα οικονομικής συμπεριφοράς και σύστημα συγκέντρωσης κινδύνων), απαιτείται, ε­πιπλέον, ο δανειολήπτης να πέτυχε τη σύναψη δανειακής σύμβασης παραπλανώντας τους υπαλλήλους της τράπεζας, προσκομίζοντας πλαστά στοιχεία ή αποκρύπτοντας υποχρεώσεις του, που για οποι­ονδήποτε λόγο δεν έχουν καταχωρηθεί στις βάσεις δεδομένων που αξιοποιούν οι τράπεζες για την οικονομική συμπεριφορά των υποψηφίων πελατών τους, περιστατικά που βαρύνεται να επικαλεσθεί και αποδείξει το ενιστάμενο σχετικώς πιστωτικό ίδρυμα (βλ. και ΕιρΧαν 309/2011 Τ.Ν.Π. Νόμος, ΕιρηνΚομοτ 1/2012 αδημ ).
Οι μετέχοντες πιστωτές, με δηλώσεις των πληρεξουσίων δικηγό­ρων τους, που καταχωρήθηκαν στα ταυτάριθμα της παρούσας πρα­κτικά δημόσιας συνεδρίασης κι αναπτύχθηκαν στα έγγραφα σημειώ­ματα προτάσεων που κατέθεσαν, αρνούνται την αίτηση και ζητούν να απορριφθεί. Ειδικότερα το δεύτερο ισχυρίζεται ότι εξαιρούνται από τη ρύθμιση του Ν 3869/2010 οι απαιτήσεις του, κατά τις ειδικές διατάξεις του άρθρου 62 του Ν. 2214/1994 και του άρθρου 25 του Ν. 3867/2010. Ο ισχυρισμός αυτός είναι μη νόμιμος και θα πρέπει να απορριφθεί διότι, κατά την άποψη που το Δικαστήριο προκρίνει ως ορθή, οι διατάξεις του Ν. 3869/2010, αν και είναι γενικότερες σε σχέ­ση με αυτές του άρθρου 62 του Ν. 2214/1994 και του άρθρου 25 του Ν. 3867/2010, κατήργησαν σιωπηρά κάθε άλλη προηγούμενη διάτα­ξη, που ρυθμίζει τον τρόπο αποπληρωμής των δανείων, τα οποία δεν εξυπηρετούνται κανονικά, καθόσον με τις διατάξεις του Ν. 3869/2010 σκοπείται η ελάφρυνση των δανειοληπτών από την υπερ­χρέωση, μέσω της λήψης παντός είδους δανείων και η αποκατάστα­ση της παραγωγικής τους δυνατότητος, η οποία υποσκάπτεται από το βάρος των χρεών τους, έτσι ώστε η αποδυνάμωση των (ενοχικών) δικαιωμάτων του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων (και όχι η κα­τάργηση τους, καθόσον με τις ρυθμίσεις του Ν.3869/2010 τα εν λόγω πιστωτικά ιδρύματα μπορούν να ικανοποιηθούν συμμέτρως ή προ­νομιακά στην περίπτωση, που έχουν εμπράγματη εξασφάλιση σε σχέση με τους υπόλοιπους πιστωτές του οφειλέτη), να επιβάλλεται από λόγους γενικότερου κοινωνικού συμφέροντος, ενώ η προνομια­κή μεταχείριση των ανωτέρω πιστωτικών ιδρυμάτων έναντι των υπο­λοίπων πιστωτών, (ανωνύμων τραπεζικών εταιριών), με βάση τις προαναφερόμενες διατάξεις νόμου δεν είναι ανεκτή δικαιοπολιτικά, διότι ο νομοθέτης με το νόμο για τα υπερχρεωμένα φυσικά πρόσωπα θέλησε να υπαχθούν στις ρυθμίσεις του οι χρηματικές οφειλές από δάνεια προς όλους τους πιστωτές, (ιδιώτες και μη), επιπρόσθετα δε, στην περίπτωση, που ήθελε να εξαιρέσει του νόμου αυτού, τις οφει­λές προς το ανωτέρω πιστωτικό ίδρυμα, που είναι νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, θα το είχε πράξει ρητώς, όπως στην περιπέσω των οφειλών από τέλη προς νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, (άρθρο 1 § 2 περ. β' Ν. 3869/2010), οι οποίες, όπως και οι λοιπές οφειλές της ίδιας ως άνω διατάξεως, (εξαιρούμενες της ρυθμίσεως χρεών και απαλλαγής), προέρχονται από την άσκηση δημόσιας ε­ξουσίας ή από σχέσεις δημοσίου δικαίου, περιπτώσεις δηλαδή στις οποίες το φυσικό πρόσωπο έχει την ιδιότητα του διοικούμενου, (ο­φειλές από φόρους και τέλη προς το Δημόσιο και τους ΟΤΑ, διοικητι­κά πρόστιμα, χρηματικές ποινές, εισφορές προς οργανισμούς κοινω­νικής ασφαλίσεως) και όχι του ιδιώτη - αντισυμβαλλόμενου (πιστού-χου) κατά το άρθρο 361 ΑΚ, ενώ η ίδια ως άνω διάταξη νόμου δεν διαλαμβάνει τίποτε για οφειλές από δάνεια, που χορήγησαν ν.π.δ.δ., όπως είναι εν προκειμένω το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων (βλ. και ΕιρΓυθ. 11/2013 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω η πρώτη και η τρίτη αυτών ισχυρίζονται ότι α) δολίως περιήλθε ο αιτών σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής, λαμβάνοντας δάνεια, δυσανάλογα προς τις οι­κονομικές του δυνατότητες και β) ο αιτών ασκεί το δικαίωμα του κα­ταχρηστικά, διότι με την ένδικη αίτηση διώκει, όχι την εκ του ν. 3869/2010 ρύθμιση των χρεών του αλλά στην ουσία την διαγραφή των οφειλών του. Με τους εν λόγω ισχυρισμούς επιχειρείται η έγερση των εκ του άρθρου 1 του Ν. 3869/2010 και 281 ΑΚ ενστάσεων δόλιας περιέλευσης του αιτούντος σε αδυναμία πληρωμής και καταχρηστι­κής άσκησης του δικαιώματος του αντίστοιχα, οι οποίες θα πρέπει να απορριφθούν η μεν πρώτη ως αόριστη διότι, οι ενιστάμενες δεν παραθέτουν επιπροσθέτως, όπως όφειλαν σύμφωνα και με όσα στην ως άνω μείζονα σκέψη εκτίθενται, περιστατικά που να συνι­στούν πρόκληση, εκ μέρους του αιτούντος - οφειλέτη, κατά το χρόνο ανάληψης των οφειλών, παραπλάνησης του ως προς την οικονομική του κατάσταση και συμπεριφορά, η δε δεύτερη ως μη νόμιμη, καθό­σον η δικαστική ρύθμιση των χρεών του αιτούντος στα πλαίσια του Ν. 3869/2010, συνιστά μεν επέμβαση στις απαιτήσεις τους, όπως και στις απαιτήσεις των έτερων πιστωτριών και πιθανόν να επάγεται ε­παχθείς για όλες τις πιστώτριες συνέπειες, όμως οι εν λόγω απαιτή­σεις τους έχουν διαμορφωθεί, λόγω του ύψους των επιτοκίων που ισχύουν στο χώρο της καταναλωτικής πίστης, σε δυσανάλογα υψηλά εν σχέσει με το ύψος των δανείων ποσά, με συνέπεια την υπερχρέ­ωση του αιτούντος, η οποία καθιστά αναγκαία τη μείωση των χρεών του σε τέτοιο ύψος, ώστε να εξασφαλιστεί σ' αυτόν ένα ελάχιστο ε­πίπεδο διαβίωσης και η δυνατότητα επανένταξης του στην οικονομι­κή και κοινωνική δραστηριότητα, η οποία αποτελεί το σκοπό του νό­μου και εξυπηρετεί το γενικότερο συμφέρον, το οποίο υπερτερεί αυ­τού των πιστωτριών τραπεζών (βλ. σχετ. και ΕιρΠατρ 2/2012 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης της μάρτυρος απόδει­ξης, που περιέχεται στα ταυτάριθμα της παρούσας πρακτικά δημόσι­ας συνεδρίασης (οι μετέχοντες πιστωτές δεν πρότειναν την εξέταση μαρτύρων) και τα έγγραφα που προσκομίζουν οι διάδικοι, αποδεί­χτηκε ότι: Ο αιτών, ηλικίας 41 ετών, τυγχάνει έγγαμος με την …… και πατέρας δύο (2) ανηλίκων τέκνων του ….γεν­νηθέντος την 29.8.1998 και της …….γεννηθείσας την 27.11. 1999, τα οποία είναι μαθητές της Α' λυκείου και της Γ γυμνασίου α­ντίστοιχα. Είναι υπάλληλος του Υπουργείου Δικαιοσύνης και συγκε­κριμένα εξωτερικός φρουρός ………….., όπου ενίοτε διαμένει σε κοιτώνα που του παρέχεται δωρεάν, ώστε να εξοικονομήσει τις δαπάνες καυσίμων του οχήματος του, ενώ η σύζυ­γος του είναι ιδιωτική υπάλληλος εργασθείσα μέχρι το έτος 2008 ως γραμματέας σε δικηγορικό γραφείο, ακολούθως άνεργη και από το έτος 2011 κι εντεύθεν εργαζόμενη ως γραμματέας σε συμβολαιογρα­φείο. Τα καθαρά μηνιαία εισοδήματα του αιτούντος, προερχόμενα αποκλειστικά από την εργασία του, κατά το οικονομικό έτος 2010 α­νέρχονταν στο ποσό των (24.442,41 € :12=) 2.036,86€ , ακολούθως κατά το οικονομικό έτος 2011 μειώθηκαν στο ποσό των (22.395,94 € :12=) 1.866,32 €, κατά το οικονομικό έτος 2012 μειώθηκαν περαιτέ­ρω στο ποσό των (19.983,37 € :12=) 1665,28 και τέλος κατά το οικο­νομικό έτος 2013 μειώθηκαν περαιτέρω στο ποσό των (15.689,71 :12=) 1307,47 €, σήμερα δε οι καθαρές μηνιαίες αποδοχές του ανέρ­χονται στο ποσό των 1.121,67 €. Οι καθαρές μηνιαίες αποδοχές της συζύγου του ανέρχονται στο ποσό των 489,50 €. Άλλη πηγή εισοδη­μάτων δεν προκύπτει να έχει ο αιτών ούτε οι μετέχουσες πιστώτριες του ισχυρίζονται το αντίθετο, ενώ οι προοπτικές βελτίωσης της οικο­νομικής του κατάστασης είναι αβέβαιες, λόγω των δυσμενών οικονο­μικών συνθηκών που επικρατούν στη χώρα, εξαιτίας των οποίων δεν αναμένεται αύξηση των μισθών, έχουν επιβληθεί επιπλέον άμεσοι και έμμεσοι φόροι και το κόστος διαβίωσης αυξάνεται, καθόσον οι τιμές των βασικών καταναλωτικών αγαθών και οι δαπάνες κατανάλωσης ρεύματος, ύδατος, πετρελαίου κλπ αυξάνονται συνεχώς. Προς ρύθ­μιση εισάγονται οι μη εξαιρούμενες, κατ' άρθρο 1 §2 του ν. 3869/2010, οφειλές του αιτούντος, προς τις μετέχουσες πιστώτριες, που παρατίθενται, κατά αιτία, πιστωτή κι επιμέρους κονδύλια, στη συνημμένη στην κρινόμενη αίτηση κατάσταση, με τη μορφή και το ύψος που τις εισφέρει ο αιτών - οφειλέτης, καθόσον δεν προκύπτει να αμφισβητούνται, ενώ δεν συνιστά αμφισβήτηση, την οποία οφείλει να ελέγξει το Δικαστήριο, η τυχούσα εισφορά εκ μέρους των πιστω­τριών και η συμπλήρωση των εισαγομένων προς ρύθμιση ποσών με τους δεδουλευμένους τόκους μέχρι και την παύση της τοκογονίας αυ­τών (έως την έκδοση οριστικής απόφασης οι απαιτήσεις των πιστω­τών που είναι εξασφαλισμένες με ειδικό προνόμιο ή εμπράγματο δι­καίωμα και την κοινοποίηση της ένδικης αίτησης οι λοιπές, κατ' άρ­θρο 6§3 του ν. 3869/ 2010), η οποία δεν ενδιαφέρει, ούτε και δύναται να ερευνηθεί στην προκείμενη φάση προσωρινής ρύθμισης (βλ. ΕιρηνΧαν 309/2011 και ΕιρηνΑθην 15/2011 ΤΝΠ Νόμος). Συγκεκρι­μένα : 1) προς την πρώτη, ήτοι την τελούσα υπό ειδική εκκαθάριση, ανώνυμη τραπεζική εταιρία με την επωνυμία «…….», ειδική διάδοχο, (κατά τις διατάξεις του άρθρου 63Δ του Ν. 3601/2007) της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «……Τραπεζική Εταιρία» (ΦΕΚ Β 2856/17.12.2011) ως η επωνυμία αυτή είχε προέλθει από τη μετονομασία της πρώην «…….»: α) η από τη με αρ. 66006/2007 σύμβαση στεγαστικού δανείου, ύψους 94.641,60 €, για την εξασφάλιση της οποίας ενεγράφη προσημείωση υποθήκες σε ακίνητο κυριότητας του αιτούντος κατά ποσοστό 50% εξαδιαιρέτου, όπως αυτό περιγράφεται κατωτέρω και αποτελεί την κύρια κατοικία του και β) η από τη χρήση της με αρ. 461298011167200 πιστωτικής κάρτας ύψους 1.319,30 € και συνολι­κά προς την ως άνω πιστώτρια οφειλές ύψους 95.960,90 € , 2) προς το δεύτερο, ΝΠΔΔ με την επωνυμία «……..» η από τη με αρ. 21/93483 σύμβαση δανείου μικροεπισκευών, ύψους 14.333,22 € και 3) προς την τρίτη μετέχουσα πι­στώτρια, ανώνυμη τραπεζική εταιρία με την επωνυμία «…..» και ως καθολική διάδοχο της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «…..»ειδική διάδοχο της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «…….» ειδική διάδοχο, της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «…..Ανώνυμη Τραπεζική Εταιρία» (ΦΕΚ Β 2856/17.12.2011) ως η επωνυμία αυτή είχε προέλθει από τη μετονομασία της « …Ανώνυμη Τραπεζική Εταιρία»: α) η από τη χρήση της με αρ. 5335981058201761 πιστωτικής κάρτας ύψους 3.281,30 €, β) η από τη χρήση της με αρ. 5458650655106019 πιστωτικής κάρτας, ύψους 239,76 € και γ) η από τη με αρ. 66007/2008 σύμβαση στεγα­στικού δανείου ύψους 39.172,12 € για την εξασφάλιση της οποίας ενεγράφη προσημείωση υποθήκες σε ακίνητο κυριότητας του αιτού­ντος κατά ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου, όπως αυτό περιγράφεται κα­τωτέρω και αποτελεί την κύρια κατοικία του και συνολικά προς την πιστώτρια αυτή οφειλές ύψους 42.693,18 €. Συνολικά δηλαδή ο* προς ρύθμιση εισαγόμενες οφειλές του αιτούντος ανέρχονται σε (95.960,90 + 14.333,22 + 42.693,18 =) 152.987,30 €. Ήδη από τον Ιούλιο του 2012, οπότε άρχισε να καταβάλει προσπάθειες επίτευξης εξωδικαστικού συμβιβασμού, με τη συνδρομή του αρμόδιου φορέα, ο αιτών, αντιμετώπιζε έλλειψη οικονομικής ρευστότητας και αδυναμία εξυπηρέτησης των ληξιπρόθεσμων δόσεων που είχε αναλάβει. Η αδυναμία του αυτή, κατά το χρόνο κατάθεσης της ένδικης αίτησης (19.11.2012) είχε καταστεί μόνιμη, καθόσον με βάση τα ως άνω ει­σοδήματα του, λαμβανομένης υπόψη και της συνεισφοράς της συζύ­γου του με τα δικά της εισοδήματα, αδυνατούσε να εξοφλεί τα χρέη του και να διασφαλίζει ταυτόχρονα ένα στοιχειώδες επίπεδο διαβίω­σης για τον ίδιο και τα προστατευόμενα μέλη της οικογένειας του. Τα εισοδήματα του εξακολουθούν, και κατά το χρόνο συζήτησης της αί­τησης, να μην είναι επαρκή για την εξυπηρέτηση των ληξιπρόθεσμων οφειλών του και θα πρέπει να χωρήσει δικαστική ρύθμιση αυτών, κα­τά πρώτο λόγο με μηνιαίες καταβολές, απευθείας στις μετέχουσες πιστώτριες, οι οποίες λαμβανομένου υπόψη και του γεγονότος ότι ο αιτών δεν κατέβαλε από 14.6.2013 (οπότε τέθηκε σε ισχύ ο Ν. 4161/2013) και εντεύθεν οποιοδήποτε ποσό, θα ικανοποιηθούν από τα εισοδήματα του επί πενταετία, βάσει μηνιαίων δόσεων, και εντός του πρώτου δεκαημέρου εκάστου μηνός, αρχής γενομένης από την πρώτη-μέρα του επομένου της κοινοποίησης προς αυτόν της πα­ρούσας μηνός. Λαμβανομένων υπόψη των ως άνω εισοδημάτων του αιτούντος (1.121,67 €) συνυπολογιζόμενης της δυνατότητας συνει­σφοράς της συζύγου του βάσει των δικών της εισοδημάτων (489,50 €) και σταθμίζοντας αυτά με τις απολύτως αναγκαίες βιοτικές ανάγκες του ίδιου και της οικογένειας του, οι οποίες λαμβανομένων υπόψη των δαπανών μετακίνησης του από και προς την Κομοτηνή, όπου η εργασία του είναι αυξημένες κι ανέρχονται μηνιαίως στο ποσό των 1.200 € κάθε μηνιαία καταβολή πρέπει να καθορισθεί στο συνολικό ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ, διανεμόμενο συμμέτρως μεταξύ των μετεχόντων πιστωτών, κατά την αναλογία των απαιτήσεων τους στο συνολικό χρέος, κατά τα εξής καταβλητέα ποσά μηνιαίως και συ­νολικά, κατά την πενταετία, σε καθεμία: α) στην πρώτη υπό ειδική εκ­καθάριση τελούσα ανώνυμη τραπεζική εταιρία με την επωνυμία «………….», δικαιούμενη πο­σοστό 62,70% ήτοι ποσό (300 χ 62,70% ) 188,10 €, θα καταβληθεί συνολικά ποσό (188,10 χ 60=) 11.286 € υπολειπομένου χρέους πο­σού (95960,90 - 11.286 =) 84.674,90 € β) στο δεύτερο ΝΠΔΔ «…….» δικαιούμενο ποσοστό 9,40%, ήτοι ποσό (300 χ 9,40%=) 28,20 €, θα καταβληθεί συνολικά ποσό (28,20 χ 60=) 1.692 € υπολειπομένου χρέους ποσού (14.333,22 - 1.692=) 12.641,22 € και γ) στην τρίτη, ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία «…………. Α.Ε.» δικαι­ούμενη ποσοστό 27,90 %, ήτοι ποσό (300 χ 27,90%=) 83,70 €, θα καταβληθεί συνολικά ποσό (83,70 χ 60=) 5.022 € υπολειπομένου χρέους ποσού ( 42.693,18 - 5.022 =) 37.671,18 €.
Εφόσον με την κατά τα ως άνω ρύθμιση δια μηνιαίων καταβολών (συνολικού ποσού 300 χ 60 =) 18.000 € , δεν επέρχεται παρά μερική εξόφληση των οφειλών του και συγκεκριμένα απομένει υπόλοιπο χρεών (152.987,30 - 18.000 =) 134.987,30 €, ερευνητέα καθίσταται η δυνατότητα διάθεσης σ' αυτές ποσών από ρευστοποίηση περιουσια­κών στοιχείων του αιτούντος, κατ' άρθρο 9 του ν. 3869/2010. Στη ρευστοποιήσιμη περιουσία του αιτούντος περιλαμβάνεται α) η πλή­ρης κυριότητα ποσοστού 100% του με αρ. …….ΙΧΕ αυτοκινή­του, εργοστασίου κατασκευής….., τύπου…., 1781 cc, 12 φο­ρολογήσιμων ίππων, πρώτης κυκλοφορίας την 15.2.2005, αξίας κατά μεν το χρόνο κατάθεσης της αίτησης 6.000 € μειωθείσας ήδη σήμερα στο ποσό των 4.800 € και β) η πλήρης κυριότητα ενός μοτοποδηλά­του, τύπου σκούτερ, 50 cc, έτους πρώτης κυκλοφορίας το 2007, α­γνώστων λοιπών στοιχείων (πινακίδων κυκλοφορίας και εργοστασίου κατασκευής), αξίας, μη αμφισβητούμενης από τις μετέχουσες πιστώ­τριες περίπου 250 €. Η πώληση των ανωτέρω οχημάτων, κρίνεται αβέβαιη από το Δικαστήριο, δεδομένης της σοβαρής κρίσης στην α­γορά αυτοκινήτων και δικύκλων και δη των μεταχειρισμένων, ελέγχε­ται όμως και ως απρόσφορη να εισφέρει ένα ικανό ποσό στη ρύθμι­ση για την ικανοποίηση των πιστωτριών κι επομένως δεν πρέπει να διαταχθεί η κατ' άρθρο 9 § 1 ν.3869/ 2010 εκποίηση αυτών. Εξάλλου η προσδοκία είσπραξης απαίτησης, ύψους 8.000 €, που αναφέρεται στην αίτηση και που ήδη εκκρεμεί στα πολιτικά δικαστήρια δεν ε­ντάσσεται στην περιουσία του αιτούντος οφειλέτη ώστε να αποτελέ­σει περιουσιακό στοιχείο υπό εκποίηση ή υπό εκμετάλλευση. Τέλος στην ρευστοποιήσιμη περιουσία του αιτούντος περιλαμβάνεται η πλήρης κυριότητα ποσοστού 50% εξ αδιαιρέτου μιας αυτοτελούς διηρημένης ιδιοκτησίας και ειδικότερα του με αρ. εσωτ. αριθμ. …δια­μερίσματος, του δευτέρου πάνω από το ισόγειο ορόφου μιας πο­λυώροφης οικοδομής, κείμενης στην πόλη της Δράμας, ……………….εντός του εγκεκριμένου ρυμοτομι­κού σχεδίου, καθαρού εμβαδού ……………………………………………………. Το ιδανικό αυτό μερίδιο, περιήλθε στον αιτούντα λόγω αγοράς δυνάμει του με αρ. …..συμβολαίου του συμβολαιογράφου Δράμας …..που μεταγράφηκε νόμιμα στα οικεία βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Δρά­μας στον τόμο 2798 ως σύσταση οριζόντιας ιδιοκτησίας με α.α. 289154 και ως πώληση με α.α. 289155. Η αντικειμενική αξία του εν λόγω ακινήτου ανέρχεται στο ποσό των 80.539,84 €. Το ακίνητο αυ­τό, είναι το μοναδικό περιουσιακό στοιχείο του οποίου η εκποίηση δύναται να αποφέρει κάποιο αξιόλογο τίμημα, όμως αποτελεί την κύ­ρια κατοικία του αιτούντος και η αντικειμενική του αξία δεν υπερβαίνει το κατ' άρθρο 21 §2 του Ν. 3842/2010 όριο αφορολόγητης απόκτησης πρώτης κατοικίας έγγαμου φορολογούμενου και πατέρα δύο τέκνων, όπως ο αιτών, πληρούνται δηλαδή οι νόμιμες προϋποθέσεις για την εξαίρεση του από την εκποίηση. Δεδομένου δε ότι, ο αιτών υπέβαλε πρόταση εκκαθάρισης, ζητώντας να εξαιρεθεί από την εκποίηση το ακίνητο αυτό, θα πρέπει να ρυθμιστεί η ικανοποίηση απαιτήσεων των μετεχόντων πιστωτών μέχρι συνολικό ποσό, που ανέρχεται στο ογδόντα τοις εκατό (80%) της αντικειμενικής αξίας του, δηλαδή στο ποσό των [ (80.539,84 :2=) 40.269,92 χ 80%=] 32.215,93 €, υπολειπόμενο του συνόλου των οφειλομένων στους πιστωτές μετά τη δικαστική ρύθμιση των χρεών με καταβολές. Οι απαιτήσεις των μετεχό­ντων πιστωτών που έχουν εμπράγματη ασφάλεια στο ακίνητο της κύριας κατοικίας του αιτούντος, θα ικανοποιηθούν προνομιακά κατά το νόμο από τις καταβολές του και η εξυπηρέτηση των οφειλών θα γίνει με επιτόκιο που δεν υπερβαίνει αυτό της ενήμερης οφειλής και χωρίς ανατοκισμό, ενώ κάθε μηνιαία τοκοχρεολυτική δόση είναι κα­ταβλητέα εντός του πρώτου πενθημέρου εκάστου μηνός. Λαμβανο­μένης υπόψη της διάρκειας των συμβάσεων, δυνάμει των οποίων χορηγήθηκαν οι πιστώσεις καθώς και της ηλικίας του αιτούντος, ορί­ζεται περίοδος τοκοχρεολυτικής εξόφλησης του συνόλου των οφει­λών δεκαπέντε (15) ετών, ενώ κρίνεται ότι πρέπει να προβλεφθεί και περίοδος χάριτος πέντε (5) ετών, αρχόμενη από της δημοσιεύσεως της παρούσας απόφασης. Κατ' ακολουθία των ανωτέρω, πρέπει να γίνει δεκτή η αίτηση και να ρυθμιστούν οι οφειλές του αιτούντος, κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό. Δικαστική δαπάνη δεν επιδικάζεται σύμφωνα με το άρθρο 8§6 του ν. 3869/2010.
ΠΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ με παρόντες τους διαδίκους.
ΔΕΧΕΤΑΙ την αίτηση.
ΡΥΘΜΙΖΕΙ τις οφειλές του αιτούντος με μηνιαίες καταβολές, προς τους μετέχοντες πιστωτές του επί μια πενταετία, κατά τα διαλαμβα­νόμενα, ως προς την έναρξη και το ποσό καταβολής προς εκάστη, στο σκεπτικό της παρούσας, ώστε να επέλθει η κατά νόμο απαλλαγή του.
ΕΞΑΙΡΕΙ της εκποίησης το περιγραφόμενο στο σκεπτικό της πα­ρούσας ιδανικό μερίδιο του αιτούντος στο ακίνητο, που αποτελεί την κύρια κατοικία του, υπό τον όρο ικανοποίησης των απαιτήσεων των μετεχόντων πιστωτών μέχρι συνολικό ποσό που ανέρχεται στο ο­γδόντα τοις εκατό (80%) της αντικειμενικής του αξίας, όπως αυτή αποτιμήθηκε στο σκεπτικό της παρούσας (32^215,93 €), δια της εκ­καθαρίσεως που διατάσσεται να επιχειρηθεί, εντός τοκοχρεολυτικής περιόδου δεκαπέντε (15) ετών, κατά τα διαλαμβανόμενα, ως προς το επιτόκιο, την έναρξη της περιόδου και την προθεσμία εξόφλησης ε κάστης μηνιαίας τοκοχρεολυτικής δόσης, στο σκεπτικό της παρού­σας.

ΚΡΙΘΗΚΕ και αποφασίσθηκε στη Δράμα, και δημοσιεύθηκε, κα­θαρογραμμένη σε πρωτότυπο και σε ηλεκτρονική μορφή από την Ει­ρηνοδίκη, στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου και σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση του, στις 26 Μαρτίου 2014 παρουσία της Γραμ­ματέα της έδρας, ………, ενώ απουσίαζαν ο αιτών, οι πιστωτές που μετείχαν στη δίκη και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους.
/


Η ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ                  Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Τετάρτη 5 Μαρτίου 2014

Αθώωση κατηγορούμενου για μη καταβολή ΦΠΑ λόγω έλλειψης δόλου

  Με την παρατιθέμενη απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης απαλλάχθηκε ο κατηγορούμενος για μη απόδοση ΦΠΑ, καθώς το Δικαστήριο ερμηνεύοντας τις διατάξεις του άρθρου 18§1β' του Ν. 2523/1997 έκρινε ότι το περιγραφόμενο στις ανωτέρω διατάξεις αδίκημα είναι υπερχειλούς υποκειμενικής υπόστασης, δηλαδή η μη απόδοση ή η ανακριβής απόδοση ΦΠΑ στο Δημόσιο στοιχειοθετείται μόνο όταν ο φορολογούμενος δεν απέδωσε ή απέδωσε ανακριβώς το ΦΠΑ,  αποκρύπτοντας εισοδήματα, γνωρίζοντας και επιδιώκοντας να αποφύγει την πληρωμή του φόρου και όχι όταν υπάρχει αντικειμενική αδυναμία καταβολής  

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

Αριθμ. 14813/2013
ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΚΑΙ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ Α' ΤΡΙΜΕΛΟΥΣ ΠΛΗΜΜΕΛΕΙΟΔΙΚΕΙΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ Δημόσια συνεδρίαση της 4ης Νοεμβρίου 2013

Σύνθεση Δικαστηρίου: Πηνελόπη Σεραφείμη Πρόεδρος Πλημμελειοδικών, Μαρία Δημητρίου
Πλημμελειοδίκης, Ολγα Τίγγα Εμμ. Πάρεδρος (επειδή κωλύονται οι λοιποί αρχαιότεροι Δικαστές),
Λάμπρος Τσόγκας Εισαγγελέας Πλημμελειοδικών, Βασιλική Χατζηβασιλειάδου Γραμματέας Δικ.
υπάλληλος με Ε' βαθμό ΠΕ. Δικηγόρος: Σταύρος Καζαντζίδης.

Εκκαλών-Κατηγορούμενος:............
Πράξη: Παράβαση αρθρ. 18§1β', 20§1β', 21 Ν. 2523/97 και 98 Π Κ

[...]

ΣΚΕΠΤΙΚΟ

Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 18 παρ. 1 β' του Ν. 2523/1997 «1. Οποιος, προκειμένου να
αποφύγει την πληρωμή του φόρου προστιθέμενης αξίας, του φόρου κύκλου εργασιών και των
παρακρατούμενων και επιρριπτομενων φόρων, τελών ή εισφορών, δεν αποδίδει ή αποδίδει ανακριβώς ή συμψηφίζει αυτούς,
 καθώς και όποιος παραπλανά τη φορολογική αρχή με την παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθινών ή 
με την αθέμιτη παρασιώπηση ή απόκρυψη αληθινών γεγονότων και λαμβάνει επιστροφή, καθώς και όποιος διακρατεί 
τέτοιους φόρους, τέλη ή
εισφορές, τιμωρείται: β) με φυλάκιση τουλάχιστον ενός (1) έτους, εφόσον το προς απόδοση ποσό
του κύριου φόρου, τέλους ή εισφοράς ή το ποσό του Φ.Π.Α. που συμψηφίσθηκε ή δεν αποδόθηκε
ή αποδόθηκε ανακριβώς, ανέρχεται σε ετήσια βάση από το ποσό των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ
μέχρι το ποσό των εβδομήντα πέντε χιλιάδων (75.000) ευρώ. Στην ως άνω διάταξη περιγράφεται
με σαφήνεια, η αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του αδικήματος φοροδιαφυγής, που
τελείται με τη μορφή της μη απόδοσης ή ανακριβούς απόδοσης στο Δημόσιο του φόρου προστιθέμενης αξίας κ.λ.π. Ειδικότερα, περιγράφεται η υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος,
κατά την οποία η μη απόδοση ή ανακριβής απόδοση στο Δημόσιο του φόρου προστιθέμενης αξίας
κ.λ.π. στοιχειοθετείται μόνο, αν ο φορολογούμενος ενήργησε "προκειμένου να αποφύγει την

πληρωμή φόρου προστιθέμενης αξίας ή να πληρώσει λιγότερο φόρο. Από τη χρήση της λέξης
"προκειμένου" στο κείμενο του νόμου, συνάγεται ότι στην περίπτωση αυτή διαπλάθεται έγκλημα
υπερχειλούς υποκειμενικής υπόστασης (έγκλημα σκοπού) και ο φορολογούμενος πρέπει να ενεργεί
με υπερχειλή δόλο (άρθρο 27 παρ. 2 ΠΚ) και συγκεκριμένα, θα πρέπει με την πράξη της μη
απόδοσης ή ανακριβούς απόδοσης φόρου προστιθέμενης αξίας, να αποκρύπτει καθαρά εισοδήματα, γνωρίζοντας και επιδιώκοντας να αποφύγει την πληρωμή του φόρου
προστιθέμενης
αξίας. Αν δεν υπάρχει ο ανωτέρω εγκληματικός σκοπός στο πρόσωπο του φορολογουμένου, δεν
πληρούται η υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος και δεν στοιχειοθετείται το αδίκημα του

άρθρου 18του ανωτέρω νόμου. Επομένως, θα πρέπει στην καταδικαστική απόφαση για την
ανωτέρω πράξη να περιέχεται πλήρης και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφενός της αντικειμενικής
υπόστασης που θεμελιώνει το άνω αδίκημα, κυρίως όμως, να αιτιολογείται ο συγκεκριμένος
σκοπός (αποφυγής πληρωμής φόρου προστιθέμενης αξίας), ο οποίος πρέπει να αναφέρεται και να
εξειδικεύετε και με σαφήνεια, αφού πρόκειται για στοιχείο της υποκειμενικής υπόστασης του αδικήματος του άρθρου 18 του ως άνω ν. 2523/1997 (Α.Π. 267/2013 και ΑΠ 1231/2011 δημ στη ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Στην προκειμένη περίπτωση από την κύρια αποδεικτική διαδικασία γενικά, τα έγγραφα που
διαβάστηκαν δημόσια στο ακροατήριο, την κατάθεση του μάρτυρα υπερασπίσεως που εξετάσθηκε
ένορκα στο ακροατήριο, σε συνδυασμό και με την απολογία του παρόντα κατηγορουμένου, καθώς και τις εξηγήσεις του συνηγόρου υπεράσπισης του κατηγορουμένου, αποδείχθηκε και το
Δικαστήριο πείσθηκε ότι ο κατηγορούμενος το χρονικό διάστημα από 1-1-2011 έως 30-4-2011 και
1-5-2011 έως 31-12-2011, δεν απέδωσε Φ.Π.Α. που υπερβαίνει το ποσό των 3.000 ευρώ.
Ειδικότερα, ως ομόρρυθμο μέλος και διαχειριστής της εταιρίας............... με έδρα στη....... , δεν

απέδωσε στη Δ.Ο.Υ. Ιωνίας θεσσαλονίκης κατά τη διαχειριστική περίοδο από 1-1-2011 έως 30-4-
2011 φόρο προστιθέμενης αξίας ανερχόμενο στο ποσό των 35.408,83 ευρώ και κατά τη διαχειριστική περίοδο από 1-5-2011 έως 31-12-2011 φόρο προστιθέμενης αξίας ανερχόμενο στο
ποσό των 37.684,86 ευρώ. Περαιτέρω προέκυψε από τα ως άνω αποδεικτικά στοιχεία ότι ο κατηγορούμενος επιθυμώντας να καταβάλει το παραπάνω ποσό, που από αντικειμενική αδυναμία
δεν κατέβαλε εμπρόθεσμα, καθόσον η επιχείρηση τυπογραφείου που διατηρεί με 17 άτομα προσωπικό δέχθηκε πλήγμα από την οικονομική κρίση το 2011, αφού της οφείλονται ανείσπρακτα
τιμολόγια του έτους αυτού, ύψους 700.000€, τα οποία εξέδωσε σε αγοραστές-πελάτες της, με
συνέπεια αφενός μεν να μην εισπράξει το αντιστοιχούν σε αυτά ποσό του ΦΠΑ και αφετέρου να
πρέπει να το καταβάλει στο Δημόσιο, υπέβαλε στις 28-8-2013 αίτημα για ρύθμιση της οφειλής της
αυτής στην αρμόδια ΔΟΥ Ιωνίας θεσσαλονίκης, το οποίο έγινε δεκτό και ο κατηγορούμενος ήδη
έχει καταβάλει τρεις από τις 47 συνολικά δόσεις, ύψους 5.102,67 € η μία, αρχής γενομένης από
3-9-2013. Με βάση τα παραπάνω από κανένα αποδεικτικό στοιχείο δεν προέκυψε ότι ο κατηγορούμενος ενήργησε με δόλο αλλά και με σκοπό να αποφύγει την πληρωμή φόρου προστιθέμενης αξίας αλλά αντίθετα είχε την πρόθεση να τον καταβάλει και από αντικειμενική
αδυναμία δεν τον κατέβαλε το 2011, γι' αυτό άλλωστε προέβη σε ρύθμιση της οφειλής του μόλις
άρχισε να ανακάμπτει εν μέρει και επειδή το αδίκημα της μη απόδοσης ΦΠΑ απαιτεί άμεσο δόλο
πρώτου βαθμού, που δεν συντρέχει στο πρόσωπο του κατηγορουμένου, πρέπει αυτός να κηρυχθεί
αθώος της πράξης της παράβασης ου άρθρου 18 παρ. 1 β του Ν. 2523/1997, σύμφωνα με τα προαναφερόμενα.
 ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ με παρόντα τον κατηγορούμενο............ και της...... , κάτοικο Πυλαίας Θεσσαλονίκης
(...... αρ...).
ΚΗΡΥΣΣΕΙ τον κατηγορούμενο αθώο ελλείψει δόλου, του ότι: Στη Θεσσαλονίκη, κατά το χρονικό
διάστημα από 1-1-2011 έως 30-4-2011 και 1-5-2011 έως 31-12-2011, με περισσότερες από μία
πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση του ίδιου εγκλήματος, δεν απέδωσε Φ.Π.Α. που υπερβαίνει
το ποσό των 3.000 ευρώ. Ειδικότερα, ως ομόρρυθμο μέλος και διαχειριστής της εταιρίας........ με

ΑΦΜ............. και έδρα στη .., δεν απέδωσε στη Δ.Ο.Υ. Ιωνίας Θεσσαλονίκης κατά τη
διαχειριστική περίοδο από 1-1-2011 έως 30-4-2011 φόρο προστιθέμενης αξίας ανερχόμενο στο
ποσό των 35.408,83 ευρώ και κατά τη διαχειριστική περίοδο από 1-5-2011 έως 31-12-2011 φόρο
προστιθέμενης αξίας ανερχόμενο στο ποσό των 37.684,85 ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε αμέσως στο ακροατήριο σε δημόσια συνεδρίαση. Θεσσαλονίκη, 4 Νοεμβρίου 2013.
Η Πρόεδρος                                                                         Η Γραμματέας



Δευτέρα 3 Μαρτίου 2014

Νέο νόμο για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά προωθεί η Κυβέρνηση



Επικείμενη αλλαγή του νόμου για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά ετοιμάζει η Κυβέρνηση. Πρόκειται για νέο νόμο , το προσχέδιο του οποίου έχουν ήδη συντάξει τα αρμόδια υπουργεία. Η ισχύς του νέου νόμου μάλιστα θα επεκτείνεται και στις ήδη κατατεθείσες αιτήσεις ενώπιον των Ειρηνοδικείων της χώρας  δυνάμει του ισχύοντος νόμου (Ν. 3869/2010).

Οι ουσιαστικές αλλαγές σύμφωνα με το προσχέδιο θα είναι οι εξής:
1. Καθίσταται υποχρεωτική για τον δανειολήπτη η προσφυγή σε «ειδική διαδικασία διαμεσολάβησης». Θα διεξάγεται ενώπιον πιστοποιημένου διαμεσολαβητή - δικηγόρου, ο οποίος αρχικά θα προτείνεται από τον οφειλέτη και αν διαφωνούν οι πιστωτές, θα  ορίζεται από τον εκάστοτε δικηγορικό σύλλογο και ο οποίος θα αμείβεται τόσο από τον οφειλέτη όσο και από τους πιστωτές.
2. Καθίσταται υποχρεωτική η εκπροσώπηση από δικηγόρο για τον δανειολήπτη και στο στάδιο της διαμεσολάβησης, εφόσον το σύνολο των οφειλών του υπερβαίνει τις 20.000 ευρώ.
3. Σε περίπτωση αποτυχίας της διαμεσολάβησης, μπαίνει μια πρόσθετη προϋπόθεση για τον δανειολήπτη προκειμένου αυτός να καταθέσει στο δικαστήριο αίτηση υπαγωγής στον νόμο. Αυτή είναι η σύνταξη «έκθεσης από οικονομικό εμπειρογνώμονα», δηλαδή οικονομολόγο ή λογιστή. Η έκθεση αποτελεί πραγματική «ακτινογραφία» της οικονομικής κατάστασης του οφειλέτη καθώς θα πρέπει να αναφέρει, εκτός από τα εισοδήματα και τα περιουσιακά του στοιχεία, όλες τις καταθέσεις, τα ομόλογα ή τις μετοχές που έχει στην κατοχή του, το εισόδημα που του χρειάζεται για να ζήσει, ακόμη και το ποσό που μπορεί να εξασφαλιστεί από τη ρευστοποίηση των περιουσιακών στοιχείων που έχει ο οφειλέτης στην κατοχή του.
4. Προβλέπεται δυνατότητα ενίσχυσης των Ειρηνοδικείων που έχουν να αντιμετωπίσουν αυξημένο αριθμό αιτήσεων, με ειρηνοδίκες που υπηρετούν στην ίδια εφετειακή περιφέρεια. Μεταβατική διάταξη στο σχέδιο νόμου προβλέπει τη διαδικασία «κινητικότητας» ειρηνοδικών και από άλλες περιοχές.
Με τις προωθούμενες αλλαγές, η κυβέρνηση αποσκοπεί στην επίσπευση των διαδικασιών που απαιτούνται, καθώς σήμερα παρουσιάζεται μεγάλη καθυστέρηση, με την προώθηση δύο αλλαγών:
α. Με τη θέσπιση αυστηρών χρονοδιαγραμμάτων (τρεις μήνες για τη διαμεσολάβηση και τέσσερις μήνες για την εκδίκαση της υπόθεσης σε περίπτωση αποτυχίας της διαμεσολάβησης) και
β. Με την ψήφιση μεταβατικής διάταξης για τον επαναπροσδιορισμό των υποθέσεων που έχουν ήδη φτάσει στα Ειρηνοδικεία.
Το προσχέδιο νόμου περιγράφει αναλυτικά τη διαδικασία της διαμεσολάβησης, η οποία θα πρέπει να ολοκληρώνεται το πολύ μέσα σε τρεις μήνες.
Η υποβολή της αίτησης διαμεσολάβησης συνεπάγεται αναστολή των μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης κατά του οφειλέτη και των εγγυητών του, για όσο διαρκεί η διαδικασία. Το χρονικό διάστημα δεν μπορεί να υπερβαίνει τους τρεις μήνες. Εάν επιτευχθεί συμφωνία εντός 15 ημερών, το πρακτικό της διαμεσολάβησης κατατίθεται στη γραμματεία του Ειρηνοδικείου. Για να υπάρξει συμφωνία, απαιτείται σύμφωνη γνώμη του 51% των πιστωτών. Εάν δεν επιτευχθεί συμβιβασμός, ο διαμεσολαβητής εντός 15 ημερών συντάσσει πρακτικό αποτυχίας το οποίο είναι απαραίτητο για τον οφειλέτη, για να προσφύγει στο δικαστήριο.
Πηγή : «Καθημερινή»

Πέμπτη 27 Φεβρουαρίου 2014

Τροποποίηση πδ 34/1995 και αναμόρφωση των εμπορικών μισθώσεων

Στο Άρθρο 13 του νόμου για τον Ενιαίο Φορέα Εξωστρέφειας, ψηφίστηκε χθες από την Ολομέλεια της Βουλής, η εξής διάταξη:
Άρθρο 13
1. Οι µισθώσεις που εµπίπτουν στο πεδίο εφαρµογής του π.δ. 34/1995 και συνάπτονται µετά την έναρξη ισχύος του παρόντος διέπονται από τους συµβατικούς όρους τους, τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα και του π.δ. 34/1995, µε την εξαίρεση των άρθρων 5-6, 16-18,
20-26, 27 παρ. 2, 28-40, 43, 46 και 47 αυτού.
Οι µισθώσεις του ανωτέρω εδαφίου ισχύουν για τρία (3) έτη, ακόµη και αν έχουν συµφωνηθεί για βραχύτερο ή για αόριστο χρόνο, και µπορεί να λυθούν µε νεότερη συµφωνία που αποδεικνύεται µε έγγραφο βέβαιης χρονολογίας. Η καταγγελία γίνεται εγγράφως και τα έννοµα αποτελέσµατά της επέρχονται τρεις (3) µήνες από την κοινοποίησή της.
2.α. Οι µισθώσεις που εµπίπτουν στο πεδίο εφαρµογής του π.δ. 34/1995 και έχουν συναφθεί, παραταθεί ή ανανεωθεί, ρητώς ή σιωπηρώς, πριν την έναρξη ισχύος του παρόντος, συµπεριλαµβανοµένων και των µισθώσεων των οποίων έχει λήξει η δωδεκαετής διάρκεια και δεν έ-
χουν παρέλθει εννέα (9) µήνες από τη λήξη της, διέπονται από τις διατάξεις αυτού, όπως τροποποιείται κατά το παρόν άρθρο.
β. Η παρ. 1 του άρθρου 16 του π.δ. 34/1995 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Ο εκµισθωτής µπορεί µετά τη λήξη του συµβατικού χρόνου της µίσθωσης, και σε κάθε περίπτωση όχι προτού
περάσουν δεκαοκτώ (18) µήνες ([ή ως προς τις µισθώσεις του άρθρου 2 του παρόντος εννέα (9) µήνες] από την έναρξη της µίσθωσης, να καταγγείλει τη µίσθωση για την άσκηση στο µίσθιο των δραστηριοτήτων του άρθρου 1 περιπτώσεις α΄ εως γ΄ ή, ως προς τις µισθώσεις του άρθρου 2, των δραστηριοτήτων κατά το άρθρο αυτό από τον ίδιο, τον κύριο, τα τέκνα ή σύζυγό τους (ιδιόχρηση).»
γ. Η παρ. 1 του άρθρου 23 του π.δ. 34/1995 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Ο εκµισθωτής µπορεί να καταγγείλει τη µίσθωση για ανοικοδόµηση του µισθίου από αυτόν ή τον κύριο του
µισθίου: α) Μετά τη λήξη του συµβατικού χρόνου, εκτός αν ο χρόνος αυτός υπερβαίνει την εξαετία, οπότε η καταγγελία της µίσθωσης µπορεί να γίνει µετά την πάροδο έξι (6) ετών από την έναρξη της µίσθωσης
β) Μετά την πάροδο δεκαοκτώ (18) µηνών από την έναρξη της µίσθωσης σε περίπτωση που ο συµβατικός χρόνος της µίσθωσης είναι µικρότερος από δεκαοκτώ (18) µήνες ή η µίσθωση έχει αόριστη διάρκεια.
γ) Μετά την πάροδο εννέα (9) µηνών από την έναρξη της µίσθωσης, στις περιπτώσεις του άρθρου 2 του παρόντος, αν ο συµβατικός χρόνος της µίσθωσης είναι µικρότερος από εννέα (9) µήνες ή η µίσθωση έχει αόριστη διάρκεια.»
δ. Οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 29 του π.δ. 34/1995 αντικαθίστανται ως εξής:
«1. Στην καταγγελία της µίσθωσης για το λόγο των άρθρων 16 έως 17, ο εκµισθωτής οφείλει στο µισθωτή ως αποζηµίωση το κατά το χρόνο της καταγγελίας καταβαλλόµενο µίσθωµα οκτώ (8) µηνών και στην καταγγελία της µίσθωσης για το λόγο του άρθρου 23 παράγραφος 1
το κατά το χρόνο της καταγγελίας µίσθωµα έξι (6) µηνών.
2. Με αίτηση του µισθωτή το δικαστήριο µπορεί να αυξήσει το ποσό της αποζηµίωσης, στην καταγγελία για ιδιόχρηση µέχρι δεκαπέντε (15) µηνιαία µισθώµατα και στην καταγγελία για ανοικοδόµηση µέχρι εννέα (9) µηνιαία µισθώµατα. Η προηγούµενη αύξηση γίνεται, αφού το
δικαστήριο εκτιµήσει τις ειδικές συνθήκες και ιδίως τις δαπάνες για τη µεταστέγαση του µισθωτή, το χρόνο που λειτουργεί η επιχείρηση στο µίσθιο, τις τυχόν οφειλόµενες από το µισθωτή αποζηµιώσεις στο προσωπικό του από την καταγγελία της εργασιακής σχέσης, καθώς και τον υπολειπόµενο χρόνο που αυτός είχε το δικαίωµα να παραµείνει στο µίσθιο.»
ε. Οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 30 του π.δ. 34/1995 αντικαθίστανται ως εξής:
«1. Η αποζηµίωση κατά την πρώτη παράγραφο του προηγούµενου άρθρου στην καταγγελία για ιδιόχρηση είναι ίση µε δεκαπέντε (15) µηνιαία µισθώµατα, αν ασκηθεί στο µίσθιο µέσα σε ένα (1) έτος από την απόδοσή του, επιχείρηση όµοια µε την ασκούµενη από τον µισθω-
τή, εκτός αν το µίσθιο από την κατασκευή είναι προορισµένο για την ίδια χρήση.
2. Το δικαστήριο µπορεί να αυξήσει το ποσό της αποζηµίωσης µέχρι είκοσι (20) µηνιαία µισθώµατα µε τις προϋποθέσεις της δεύτερης παραγράφου του προηγούµενου άρθρου.»
3. Τα άρθρα 60 και 61 του π.δ. 34/1995 καταργούνται. Ειδικά σε περίπτωση καταγγελίας από τον εκµισθωτή µέχρι 31.8.2014 µίσθωσης η οποία πρόκειται να λήξει µέχρι 31.8.2014 λόγω συµπλήρωσης της δωδεκαετούς διάρκειας σύµφωνα µε το άρθρο 5 του π.δ. 34/1995 ή µίσθωσης που έληξε ήδη για τον ίδιο λόγο αλλά δεν έχουν παρέλθει µέχρι τις 31.8.2014 εννέα (9) µήνες από τη λήξη της ή µίσθωσης που τελεί υπό τετραετή παράταση σύµφωνα µε την περίπτωση δ΄ του άρθρου 61 του π.δ. 34/1995, ο εκµισθωτής οφείλει στον µισθωτή ως αποζηµίωση ποσό ίσο µε το καταβαλλόµενο κατά το χρόνο λήξης της µίσθωσης έξι (6) µηνών.

Πηγή : e-themis.gr

Πέμπτη 20 Φεβρουαρίου 2014

Καταστήματα : Δέσμευση διοικητικών δικαστηρίων από απόφαση ποινικού δικαστηρίου (ΔΕφΑθ 72/2013)

     Με την παρατιθέμενη απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών , ως ακυρωτικού δικάζοντος, νομολογήθηκε οτι τα διοικητικά δικαστήρια δεσμεύονται από τις αθωωτικές αποφάσεις των ποινικών δικαστηρίων, κατά παρέκκλιση από τη γενική ρύθμιση του άρθρου 5§2 ΚΔΔ , διότι εν προκειμένω η αθώωση του ιδιοκτήτη καταστήματος από τις παραβάσεις της αγορανομικής νομοθεσίας οδηγεί στην μη επιβολή της διοικητικής κύρωσης της σφράγισης του καταστήματός του καθώς προϋπόθεση επιβολής της σφράγισης είναι η τέλεση από τον ίδιο τριών παραβάσεων της αγορανομικής νομοθεσίας.

Επειδή στην παράγραφο 2 του άρθρου 2 του π.δ. 180/1979 (ΦΕΚ 46Α) , όπως η περιπτ. α’ αυτής ισχύει τελικώς μετά την αντικατάστασή της από το άρθρο 3 του π.δ. 257/2001 (ΦΕΚ 184 Α) , ορίζεται ότι «Η Αρχή που χορηγεί την άδεια λειτουργίας των κέντρων διασκεδάσεως και καταστημάτων που αναφέρονται στην §1 του άρθρου 1 του παρόντος , καθώς και των λοιπών καταστημάτων υγειονομικού ενδιαφέροντος , στα οποία σύμφωνα με τις ισχύουσες κάθε φορά Υγειονομικές Διατάξεις προσφέρονται οινο­πνευματώδη ποτά για άμεση εντός αυτών κατανάλωση, αφαιρεί με απόφαση της τη χορηγηθείσα άδεια και σφραγίζει το κατά­στημα για χρονικό διάστημα δέκα (10) μέχρι εξήντα (60) ημερών, εφόσον: α. Βεβαιώθηκαν από αστυνομικούς ή άλλα αρμόδια όργανα τρεις (3) συνολικά παραβάσεις, εντός έτους, των διατάξεων του άρθρου 4 του παρό­ντος, των υγειονομικών διατάξεων που καθορίζουν μέτρα προστασίας της Δημό­σιας Υγείας από θορύβους μουσικής των κέντρων διασκέδασης και των λοιπών κατα­στημάτων που εμπίπτουν στις διατάξεις του παρόντος διατάγματος, των διατάξεων που ισχύουν κάθε φορά για την κοινή ησυχία, τη λειτουργία μουσικής χωρίς άδεια, την παρα­βίαση των όρων και προϋποθέσεων της κατεχόμενης άδειας λειτουργίας μουσικής και το ωράριο λειτουργίας του καταστήμα­τος ή β ...». Εξάλλου, ο Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας (ΚΔΔ, ν. 2717/1999) ορίζει στο άρθρο5 ότι: «1.... 2.Τα δικαστήρια δεσμεύ­ονται, επίσης, από τις αποφάσεις των πολι­τικών δικαστηρίων, οι οποίες, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, ισχύουν, έναντι όλων, καθώς και από τις αμετάκλητες καταδικαστι­κές αποφάσεις των ποινικών δικαστηρίων ως προς την ενοχή του δράστη ...». Όπως έχει παγίως κριθεί (ΣτΕ 1223/2005, 1715/2003, 3161/2001 κ.ά.). Από το συνδυασμό διατά­ξεων αυτών προκύπτει ότι όταν το διοικητικό δικαστήριο κρίνει την διοικητική παράβαση, δεν δεσμεύεται από τυχόν προηγηθείσα αθωωτική απόφαση του ποινικού δικαστη­ρίου, λόγω της αυτοτέλειας των διαδικασιών, υποχρεούται, όμως, να την εκτιμήσει για τη διαμόρφωση της κρίσης του.
Επειδή η κατά τα ανωτέρω προσωρινή αφαίρεση της άδειας λειτουργίας κέντρου διασκέδασης ή καταστήματος για δέκα έως εξήντα ημέρες δεν έχει το χαρακτήρα ποινής επιβαλλόμενης για την τέλεση ποινικού αδικήματος αλλά αποτελεί διοι­κητική κύρωση, υπαγορευόμενη από λόγους δημοσίου συμφέροντος (πρβλ. ΣτΕ 4454/1995, 1746/1994, 1644/1985). Εξάλ­λου, η τυχόν απαλλαγή ή αθώωση στην ποινική διαδικασία από τη βεβαιωθείσα παράβαση για αντικειμενική ανυπαρξία των πραγματικών περιστατικών μπορεί να προβληθεί ενώπιον του δικαστηρίου που εκδικάζει τη διαφορά που γεννήθηκε από την επιβολή της κατά τα παραπάνω διοικη­τικής κύρωσης, ως λόγος που ανατρέπει την αιτιολογική βάση της κύρωσης αυτής (πρβλ ΣτΕ. 4454/1995, 1381/1995, 1212/1994). Προκειμένου να είναι τούτο δυνατό, πρέπει σε κάθε περίπτωση να προκύπτει από την απόφαση του ποινικού δικαστηρίου ότι ο κάτοχος της άδειας λειτουργίας του καταστήματος απαλλάχθηκε ή αθωώθηκε από την ποινική κατηγορία για το λόγο ότι δεν συνέτρεχαν τα πραγματικά περιστα­τικά που συγκροτούν την  υπόσταση του ποινικού αδικήματος. Η προβολή του σχετικού λόγου ενώπιον του διοικητικού δικαστηρίου, πρέπει να γίνεται από τον κάτοχο της άδειας του καταστήματος, ο οποίος φέρει και το σχετικό βάρος απόδειξης αυτού.  Επειδή, με την προσφυγή της η εφεσίβλητη εταιρία υποστήριξε, μεταξύ άλλων,  ότι μη νόμιμα διατάχθηκε η ανωτέρω σφράγιση, καθόσον για τις δύο διαπιστωθείσες παραβάσεις αθωώθηκε από το αρμόδιο ποινικό δικαστήριο και συνε πώς, δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις του νόμου για την έκδοση της ένδικης απόφα σης, που απαιτούσε την τέλεση εντός έτους, τριών παραβάσεων από τις  αναφερόμενες στην περίπτωση α' της παραγράφου 2 του άρθρου 2 του ανωτέρω προεδρικού διατάγματος. Προς απόδειξη των  ισχυρισμών τους προσκόμισε  α) φωτοαντίγραφο ακριβούς αποσπάσματος της υπ' αριθ. 6562/2005 απόφασης του  Πταισματοδικείου Αθηνών, με την οποία ο ομόρρυθμος εταίρος, συνδιαχειριστής και νόμιμος εκπρόσωπος της ΓΜ, κηρύχθηκε αθώος της κατηγορίας ότι «στις 21-2-2004 και  ώρα 1.00' κατελήφθη στην οδό Α 4, ως ιδιοκτήτης καταστήματος υγειονομικού ενδιαφέροντος, εστιατόριο, να έχει θέσει σε λειτουργία στερεοφωνικό συγκρότημα άνευ αδείας μουσικών οργάνων αρμόδιας αρχής κατά παράβαση ΑΔ 3/96….» και β) φωτοαντίγραφο ακριβούς αποσπάσματος της υπ'αριθ. 9086/2005 απόφασης του Πταισματοδικείου Αθηνών, με την οποία ο Γ.Μ. κηρύχθηκε αθώος της κατηγορίας ότι  «στις 21.4.2004 και ώρα 22.00 κατελήφθη  στην οδό Α. 4 ως νόμιμος εκπρόσωπος καταστήματος Αναψυκτήριο με την επωνυμία Α. να έχει θέσει σε λειτουργία  στερεοφωνικό συγκρότημα άνευ αδείας μουσικών οργάνων αρμοδίας αρχής, δηλαδή παράβαση ΑΔ 3/1996 ...».
Επειδή, με τα δεδομένα αυτά και ενόψει του ότι όπως προκύπτει από τις πιο πάνω δύο (2) αθωωτικές αποφάσεις του ποινικού δικαστηρίου, ο ομόρρυθμος εταίρος ΓΜ οποίος, ως νόμιμος εκπρόσωπος της εφεσίβλητης εταιρίας, (στο όνομα της οποίας και είχε εκδοθεί η άδεια ίδρυσης και λειτουργίας ) και συνιδιοκτήτης του ένδικου καταστήματος, απαλλάχθηκε των κατηγοριών  για το λόγο ότι δεν συνέτρεχαν τα πραγματικά περιστατικά (θέση σε λειτουργία στερεοφωνικού συγκροτήματος χωρίς άδεια της αρμόδιας δημοτικής αρχής στις 21.2.2004 και 21.4.2004), δηλαδή βεβαιώ­νεται η ανυπαρξία των πραγματικών περι­στατικών που στοιχειοθετούν τις επίμαχες δύο παραβάσεις, το Δικαστήριο, σύμφωνα και με όσα έγιναν δεκτά στην μείζονα σκέψη, κρίνει ότι η εφεσίβλητη εταιρία δεν υπέπεσε στις παραβάσεις αυτές. Κατά συνέπεια, εφόσον, εξέλιπαν οι, κατ' άρθρο 2 § 2 περίπτ. α' του π.δ. 180/1979 προϋπο­θέσεις (βεβαίωση τριών παραβάσεων), για την έκδοση της ένδικης πράξης, αυτή είναι ακυρωτέα, όπως ορθά κρίθηκε και με την εκκαλούμενη απόφαση.


Πηγή: Διοικητική Δίκη (Τεύχος 5ο , 2013) 





Τετάρτη 19 Φεβρουαρίου 2014

Τροπολογία για την υφ’ όρων απόλυση κρατουμένων υπό προϋποθέσεις

   O υπουργός Δικαιοσύνης Χαράλαμπος Αθανασίου κατέθεσε τροπολογία στη Βουλή , με την οποία προβλέπεται η αποφυλάκιση κρατουμένων που εκτίουν ποινές πρόσκαιρης κάθειρξης έως δέκα ετών και πάσχουν από νευρολογικές παθήσεις ή είναι καρκινοπαθείς ή οροθετικοί και έχουν εκτίσει τα 2/5 της ποινής τους.
   Η συγκεκριμένη τροπολογία προβλέπει ότι θα απολύονται υπό τον όρο της ανάκλησης, εφόσον έχουν εκτίσει με οποιονδήποτε τρόπο τα 2/5 της ποινής τους, κατάδικοι που εκτίουν ποινές πρόσκαιρης κάθειρξης έως 10 ετών και πάσχουν από ημιπληγία ή παραπληγία, σκλήρυνση κατά πλάκας ή έχουν υποβληθεί σε επέμβαση μεταμόσχευσης καρδιάς, ήπατος, νεφρού ή μυελού ή είναι φορείς του AIDS ή πάσχουν από κακοήθη νεοπλάσματα. Επίσης, θα απολύονται και οι κρατούμενες μητέρες που έχουν μαζί τους τα ανήλικα τέκνα τους.

   Τα νοσήματα θα πρέπει να πιστοποιούνται από έγγραφα δημόσιου θεραπευτικού ιδρύματος, ενώ της ρύθμισης εξαιρούνται όσοι είναι καταδικασμένοι για τρομοκρατία, παιδεραστία, οργανωμένο έγκλημα, αλλά και όσοι έχουν καταχραστεί το Δημόσιο.

    Με τη συγκεκριμένη τροπολογία επιτρέπεται η φύλαξη και παραμονή κρατουμένων που μετάγονται για δικονομικούς λόγους σε κατάλληλο χώρο αστυνομικού τμήματος, χωρίς περιορισμό των δικαιωμάτων επισκέψεων και επικοινωνίας.H τροπολογία κατατέθηκε στο νομοσχέδιο για τον Ενιαίο Φορέα Εξωστρέφειας και αναμένεται να ψηφιστεί την Πέμπτη


Πηγή : Lawnet.gr