Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Νέα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Νέα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 7 Ιουνίου 2013

Νομοσχέδιο για τη ρύθμιση δανείων και δανειοληπτών - προαιρετική η προσφυγή στη διαμεσολάβηση και η παράσταση μετά δικηγόρου

Κατατέθηκε από το υπουργείο Ανάπτυξης, μετά από συμφωνία με το υπουργείο Δικαιοσύνης, η τροποποίηση του νομοσχεδίου για τη ρύθμιση δανείων και τη διευκόλυνση των δανειοληπτών, με την οποία εισάγεται μεν ο θεσμός της διαμεσολάβησης αλλά με προαιρετικό χαρακτήρα. Σύμφωνα με την κατατεθείσα διάταξη, τα μέρη δύνανται, πριν την υποβολή της αίτησης για ένταξη στο πρόγραμμα διευκόλυνσης, να προσφύγουν στο Διαμεσολαβητή, χωρίς μάλιστα να είναι υποχρεωτική η παράσταση πληρεξούσιου δικηγόρου. Σε περίπτωση που η διαδικασία της διαμεσολάβησης αποτύχει, ο οφειλέτης θα μπορεί να καταθέσει αίτηση υπαγωγής στο πρόγραμμα διευκολύνσεων ενώπιον του αρμόδιου Ειρηνοδικείου (μαζί με αντίγραφο του πρακτικού αποτυχίας της διαμεσολάβησης), σύμφωνα με τα οριζόμενα στο προωθούμενο νομοσχέδιο.
Υπενθυμίζεται ότι ο θεσμός της διαμεσολάβησης ήταν πρόταση του υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων Α.Ρουπακιώτη και αποτέλεσε σημείο αντιπαράθεσης με το υπουργείο Ανάπτυξης λόγω της πρόθεσης του υπουργείου Δικαιοσύνης να έχει η παράσταση του δανειολήπτη μετά δικηγόρου υποχρεωτικό χαρακτήρα. Να σημειωθεί τέλος ότι κατά την δεύτερη ανάγνωση  του νομοσχεδίου στην αρμόδια Επιτροπή της Βουλής, ο υφυπουργός Ανάπτυξης Θ.Σκορδάς γνωστοποίησε επιπλέον ότι στις ευνοϊκές ρυθμίσεις περί ενήμερων δανείων θα μπορούν να υπαχθούν και δανειολήπτες με καθυστέρηση στην καταβολή των δόσεών τους, αρκεί να μην έχει γίνει καταγγελία της σύμβασης.

Πηγή : lawnet.gr

 

Δευτέρα 27 Μαΐου 2013

Νέο νομοσχέδιο για την επικαιροποίηση του Ν. 3869/2010 για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά προανείγγειλε το Υπουργείο Ανάπτυξης


 

Αλλαγές στη νομοθεσία περί δικαστικής ρύθμισης χρεών με επικαιροποίηση του ν.3869/2010 («νόμος Κατσέλη») αναμένονται στα πλαίσια της προώθησης του νέου νομοσχεδίου του υπουργείου Ανάπτυξης για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά. Οι νέες ρυθμίσεις θα κινούνται στην κατεύθυνση της αποτελεσματικότερης και ταχύτερης επίλυσης των διαφορών που προκύπτουν στα λεγόμενα «κόκκινα δάνεια» και της αποσυμφόρησης των δικαστηρίων από τις μακροχρονίως εκκρεμείς υποθέσεις.
Σύμφωνα με το νομοσχέδιο, το οποίο αναμένεται να κατατεθεί στη Βουλή μέχρι τα τέλη Ιουνίου, ενισχύεται ο θεσμός της διαμεσολάβησης με στόχο την ταχύτερη εξωδικαστική ρύθμιση των οφειλών των υπερχρεωμένων νοικοκυριών και συγκεκριμένα προβλέπεται σχετική δυνατότητα ακόμα και με συμφωνία της απόλυτης πλειοψηφίας των πιστωτών (50% + 1, σε αντίθεση με την πλήρη ομοφωνία 100% που απαιτούνταν μέχρι σήμερα) Ωστόσο, διαφωνία έχει ανακύψει ανάμεσα στα υπουργεία Ανάπτυξης και Δικαιοσύνης, όσον αφορά τον ως άνω θεσμό, σχετικά με την αμοιβή του ανεξάρτητου διαμεσολαβητή καθώς επίσης και με το ζήτημα παράστασης συνηγόρου για το δανειολήπτη.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την πρόταση του υπουργείου Δικαιοσύνης η αμοιβή του ανεξάρτητου διαμεσολαβητή για δάνεια έως 20.000 ευρώ θα προσδιορίζεται στα 200 ευρώ, ενώ για δάνεια πάνω από 20.000 ευρώ η αμοιβή θα είναι 200 ευρώ, στα οποία όμως θα προστίθεται και ένα 0,03% επί του κεφαλαίου. Παράλληλα συστήνεται υποχρεωτική παράσταση συνηγόρου για το δανειολήπτη λόγω της τεκμαιρόμενης ανίσχυρης θέσης του τελευταίου σε σύγκριση με τους δανειστές του (τράπεζες), κάτι που σύμφωνα με πληροφορίες δεν κρίνεται απαραίτητο απ’ την πλευρά του υπουργείου Ανάπτυξης, το οποίο επίσης θεωρεί την προτεινόμενη αμοιβή του διαμεσολαβητή αρκετά υψηλή.

Πηγή : lawnet.gr

Παρασκευή 17 Μαΐου 2013

Δεκτή η ανακοπή κατά διαταγής πληρωμής λόγω προηγούμενης αίτησης για υπαγωγή στο Ν. 3869/2010 (απόφαση 213/2013 Ειρηνοδικείου Κομοτηνής)


   Με την παρατιθέμενη απόφαση, έγινε δεκτή η ανακοπή οφειλέτριας κατά διαταγής πληρωμής , λόγω προγενέστερης αιτήσεώς της για υπαγωγή στο Ν. 3869/2010 , με συνέπεια η καταγγελία της σύμβασης και η έκδοση διαταγής πληρωμής - ακόμη και χωρίς επιταγή προς πληρωμή- να κριθεί καταχρηστική και να ακυρωθεί η διαταγή πληρωμής . 


  Αριθμός 213/2013
           ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΚΟΜΟΤΗΝΗΣ
Τακτική Διαδικασία


      Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη Κομοτηνής Σμαράγδα Μπραντζουκάκη, δυνάμει της υπ' αριθμ. 144/2012 πράξης της Διευθύνουσας το Πρωτοδικείο Ροδόπης με την παρουσία της Γραμματέως Λεμονιάς Καραολάνη.
         Συνεδρίασε, δημόσια στο ακροατήριο του, την 3η Δεκεμβρίου 2012, για να δικάσει μεταξύ:
ΤΗΣ ΑΝΑΚΟΠΤΟΥΣΑΣ: Ε. Π. ……… κατοίκου Κομοτηνής (οδός ……..), η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της Ευσταθία Κακοσαίου.
ΤΗΣ ΚΑΘΉΣ Η ΑΝΑΚΟΠΗ: Ανώνυμης Τραπεζικής Εταιρείας με την επωνυμία «Τράπεζα……………… Α.Ε», που εδρεύει στην Αθήνα (οδός ……) και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της X.Α.
Η ανακόπτουσα με την από 19.4.2012 ανακοπή της, που απευθύνεται στο Δικαστήριο αυτό (αρ. εκθέσεως καταθέσεως 108/20.4.2012) ζητά να γίνει δεκτή για όσους λόγους επικαλείται σε αυτήν
Για την συζήτηση της ανακοπής ορίσθηκε δικάσιμος η παραπάνω αναφερόμενη συνεδρίαση, κατά την οποία εμφανίστηκαν οι διάδικοι, όπως σημειώνεται πιο πάνω.
Έγινε η συζήτηση της υπόθεσης και άκουσε τα όσα γράφτηκαν στα πρακτικά και στις προτάσεις.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗΝ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ - ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΝΟΜΟ
Με την κρινόμενη ανακοπή επιδιώκεται η ακύρωση της υπ'αριθμ. 72/2012 διαταγής πληρωμής του δικαστηρίου τούτου, η οποία εκδόθηκε με βάση τα σε αυτήν ιδιωτικά έγγραφα και με την οποία η ανακόπτουσα υποχρεώθηκε να καταβάλει στην καθής, το συνολικό ποσόν των 8.138,98 ΕΥΡΩ, πλέον τόκων και εξόδων. Η ανακοπή αυτή ασκήθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα και παραδεκτώς φέρεται μπρος εκδίκαση ενώπιον του δικαστηρίου τούτου (άρθρο 632 παρ. 1α, 636, 584 Κ.Πολ.Δ) κατά τις διατάξεις
της τακτικής διαδικασίας. Πρέπει κατόπιν τούτων να εξεταστεί και περαιτέρω κατά τη νομική και ουσιαστική βασιμότητα των λόγων της.
      Επειδή, λόγοι που στηρίζουν την ανακοπή κατά διαταγής πληρωμής μπορεί να είναι η άρνηση υπάρξεως του χρέους, οι κατά το ουσιαστικό δίκαιο αναβλητικές ή καταλυτικές ενστάσεις καθώς και δικονομικές τοιούτες οι σχετικές προς τις προϋποθέσεις εκδόσεως της ανακοπτόμενης διαταγής πληρωμής, δηλαδή όλες οι ενστάσεις και δη οι καταλυτικές του τίτλου, όσο και του διά της διαταγής πληρωμής βεβαιωμένου δικαιώματος του δανειστού.
      Εν προκειμένω, με τον πρώτο λόγο της ανακοπής της, η ανακόπτουσα ισχυρίζεται ότι η καθ'ης, καταχρηστικά προέβη στην έκδοση της ανακοπτόμενης διαταγής πληρωμής για το ποσόν των 8.138,98 ΕΥΡΩ, καθ'όσον γνώριζε ότι η ανακόπτουσα ευρισκόταν σε κατάσταση αδυναμίας πληρωμής, ύστερα από κοινοποίηση προς αυτήν της αίτησης που είχε υποβάλει ενώπιον του Ειρηνοδικείου Κομοτηνής για ρύθμιση των χρεών της κατά το ν. 3869/2010. Επί πλέον, με τον δεύτερο λόγο της υπό κρίση, ισχυρίζεται, ότι η προσβαλλόμενη εκδόθηκε για απαίτηση μη βέβαιη και μη εκκαθαρισμένη, καθότι, ενώ η οφειλή της την 2.9.2011 ανέρχονταν στα 7.586,91 ΕΥΡΩ, κατά βεβαίωση της καθ'ης και με την κοινοποίηση της αίτησης για ρύθμιση οφειλών κατά το ν. 3869/2010, οι οφειλές παύουν να παράγουν νόμιμους ή συμβατικούς τόκους, η υπ'αριθμ. 72/2012 διαταγή πληρωμής του δικαστηρίου τούτου, που στηρίχθηκε σε λογαριασμό που έκλεισε την 21.9.2011, εκδόθηκε για ποσόν 8.138,98 ΕΥΡΩ. Οι άνω λόγοι της υπό κρίση ανακοπής είναι νόμιμοι (άρθρο 281 Α.Κ, 624 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ και 6 ν. 3869/10) και εξεταστέοι ουσία.
Από τα νομίμως μετ'επικλήσεως προσκομισθέντα έγγραφα, τους ισχυρισμούς και ομολογίες των διαδίκων, τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής χρησίμων ως δικαστικών τεκμηρίων και την εν γένει συζήτησης της υπόθεσης, προέκυψαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Με αίτηση της καθ'ης η αίτηση τράπεζας, εκδόθηκε σε βάρος της ανακόπτουσας η υπ'αριθμ, 72/2012 διαταγή πληρωμής του δικαστηρίου τούτου, με την οποία η καθ'ης υποχρεώθηκε να καταβάλει στην αιτούσα το ποσόν των 8.138,98 ΕΥΡΩ πλέον τόκων και εξόδων με βάση την από 18.3.2008 σύμβαση δανείου, την οποία (διαταγής πληρωμής) η καθ'ης κοινοποίησε στην ανακόπτουσα με την κάτωθι αυτής από 10.4.2012 επιταγή προς πληρωμή. Η ανακόπτουσα μέχρι
2° φύλλο της υπ'αριθμ. 213/13 απόφασης του Ειρηνοδικείου Κομοτηνής
****
το έτος 2010 ήταν συνεπής στις υποχρεώσεις της ως προς την καταβολή των μηνιαίων της δόσεων, όμως από τότε και στο εξής, για δικούς της λόγους, άρχισε να καθυστερεί την καταβολή τους και στις 22.8.2011 κατέθεσε αίτηση στο παρόν δικαστήριο για ρύθμιση των οφειλών της κατά το ν. 3869/2010, αφού είχε λάβει την από 17.3.2011 βεβαίωση οφειλών της από την καθ'ης, οι οποίες ανέρχονταν στο ποσόν των 7.586,91 ΕΥΡΩ. Την αίτηση αυτή κοινοποίησε στην καθ'ης στις 2.9.2011, με ημερομηνία δικασίμου την 9.1.2012 (βλ. υπ'αριθμ. 3684/2.9.2011 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητού Πρωτοδικείου Αθηνών Α. Κ.). Όμως, ενώ η καθ'ης γνώριζε ότι η ανωτέρω έχει αιτηθεί την ρύθμιση των οφειλών της, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονταν και αυτή για την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής στις 17.2.2012, ενάμισυ χρόνο μετά την κοινοποίηση της αίτησης κατά το ν. 3869/10 και μάλιστα για ποσό διογκωμένο, ενώ κατά το νόμο 386/10, άρθρο 6, η τοκογονία παύει με την κοινοποίηση της αίτησης. Η συγκεκριμένη αυτή συμπεριφορά της καθ'ης κρίνεται καταχρηστική, κατά την έννοια του άρθρου 281 Α.Κ, ήτοι, ως υπερβαίνουσα τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη, τα χρηστά ήθη και ο κοινωνικός και οικονομικός σκοπός του δικαιώματος.
Κατ'ακολουθία των ανωτέρω και επειδή οι προταθέντες από την ανακόπτουσα λόγοι της ανακοπής της, προέκυψαν και βάσιμοι ουσία, θα πρέπει η κρινόμενη να γίνει δεκτή, να διαταχθούν τα εις το διατακτικό και να καταδικαστεί η καθ'ής η ανακοπή στα δικαστικά έξοδα της ανακόπτουσας (176, 191 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ), όπως αυτά θα οριστούν στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.
Δέχεται την ανακοπή.
Ακυρώνει την υπ'αριθμ. 72/2012 διαταγή πληρωμής του Ειρηνοδικείου Κομοτηνής.
Επιβάλλει τα δικαστικά έξοδα της ανακόπτουσας στην καθ'ης η ανακοπή, ορίζει δε αυτά στο ποσόν των 140 ΕΥΡΩ.
  ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στην Κομοτηνή στις 2 Απριλίου 2013 σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων αυτών.



     Η Ειρηνοδίκης                                                                                H Γραμματέας
Σμαράγδα Μπραντζουκάκη                                                           Λεμονιά Καραολάνη








Πέμπτη 16 Μαΐου 2013

Κρίθηκε αντισυνταγματική από το ΣτΕ η φορολόγηση του επιδόματος αλλοδαπής

    Σύμφωνα με την πολυαναμενόμενη απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας (1840/2013) για το ζήτημα - που είχαμε αναφέρει σε παλαιότερη αναρτηση - της φορολόγησης με συντελεστή 15% του επιδόματος αλλοδαπής , αυτή η φορολόγηση κρίθηκε αντισυνταγματική , καθώς έρχεται  σε αντίθεση με τα άρθρα 4 και 78 του Συντάγματος, διότι το επίδομα αυτό έχει χαρακτήρα αποζημιωτικό και δεν πρέπει να υπόκειται σε φόρο εισοδήματος.Σημειώνουμε ξανά οτι η απόφαση αυτή αποτελεί πιλότο για πολλές εκκρεμείς υποθέσεις.
      
   Προσεχώς θα δημοσιεύσουμε και το πλήρες κείμενο της απόφασης.

Κυριακή 12 Μαΐου 2013

Αντίκειται στο Σύνταγμα και την ΕΣΔΑ η επιβολή δικαστικού ενσήμου στις αναγνωριστικές αγωγές , σύμφωνα με την υπ' αριθμ. 3/2013 αποφ. Μον. Πρωτ. Χανίων

   
   Παρατίθεται το σκεπτικό της απόφασης 3/2013 Μον. Πρωτ. Χανίων , σύμφωνα με την οποία αντίκειται στο Σύνταγμα και την ΕΣΔΑ η επιβολή δικαστικού ενσήμου στις αναγνωριστικές αγωγές


Το δικαίωμα του πολίτη για παροχή έννομης προστασίας από τα Δικαστήρια αποτελεί θεμελιώδες συνταγματικό δικαίωμα (άρθρο 20 παρ.1 Συντάγματος), το οποίο κατοχυρώνεται και από την κυρωθείσα με το ν.δ. 53/1974 Ευρωπαϊκή Σύμβαση της Ρώμης του 1950 για τα δικαιώματα του ανθρώπου (ΕΣΔΑ άρθρα 6 και 13) και αποτελεί θεμελιώδη αρχή του κράτους δικαίου. Ο ουσιαστικός νόμος καθορίζει τις ειδικότερες προϋποθέσεις για την άσκηση του δικαιώματος προσφυγής στη Δικαιοσύνη θεσπίζοντας δικονομικές προϋποθέσεις, δαπανήματα και γενικότερα διατυπώσεις για την πρόοδο της δίκης, πλην όμως, ο κοινός νομοθέτης δεν έχει απεριόριστη εξουσία προσδιορισμού των προϋποθέσεων αυτών. Οι ρυθμίσεις του ουσιαστικού νόμου πρέπει να συνάπτονται προς τη λειτουργία των Δικαστηρίων και την ανάγκη αποτελεσματικής απονομής της
Δικαιοσύνης και δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να θέτουν αδικαιολόγητους δικονομικούς φραγμούς στην παροχή εννόμου προστασίας από τα Δικαστήρια, οι οποίοι ισοδυναμούν με κατάργηση, άμεση ή έμμεση, του σχετικού δικαιώματος, άλλως οι ρυθμίσεις αυτές είναι προδήλως αντισυνταγματικές και αντίκεινται στο άρθρο 6 παρ.1 της ΕΣΔΑ. Επιπλέον, η επιβολή φορολογικού βάρους με τη μορφή του τέλους δικαστικού ενσήμου μόνο στις καταψηφιστικές αγωγές δεν συνιστούσε στέρηση του δικαιώματος αυτού καθώς συναρτάτο με την εκτελεστότητα της απόφασης και όχι με την προσφυγή στη Δικαιοσύνη, δεδομένου ότι το δικαίωμα προσφυγής στη Δικαιοσύνη προστατευόταν επαρκώς με δυνατότητα άσκησης αναγνωριστικής αγωγής. Η διαφορετική αντιμετώπιση της καταψηφιστικής από την αναγνωριστική αγωγή στο θέμα του δικαστικού ενσήμου, είχε επαρκή δικαιοπολιτική εξήγηση, καθώς οι αποφάσεις επί καταψηφιστικών αγωγών είναι το δίχως άλλο εκτελεστές, ενώ οι αποφάσεις επί των αναγνωριστικών αγωγών δεν είναι εκτελεστές, το δε Δημόσιο δεν στερείται του αναλογούντος δικαστικού ενσήμου που καταβάλλεται όταν η αναγνωριστική απόφαση γίνει, με τους όρους που στο νόμο προβλέπονται, εκτελεστή. Η επέκταση του δικαστικού ενσήμου, όμως, και στις αναγνωριστικές αγωγές και μάλιστα πλέον σε ποσοστό διπλάσιο από αυτό που ίσχυε μέχρι σήμερα (άρθρο 6α του ν. 4093/2012), σημαίνει ότι πλέον καθίσταται δικονομική προϋπόθεση του παραδεκτού της παράστασης του διαδίκου, γεγονός προδήλως αντισυνταγματικό, καθώς, καθιστώντας δυσβάσταχτη οικονομικά την προσφυγή στη Δικαιοσύνη, περιορίζει και σε πολλές
περιπτώσεις στερεί το συνταγματικό δικαίωμα παροχής δικαστικής προστασίας. Στα πλαίσια αυτά, ο Άρειος Πάγος με την υπ αριθμ. 675/2010 απόφαση του, έκρινε ότι η υποχρέωση καταβολής αναλογικού τέλους δικαστικού ενσήμου στις καταψηφιστικές αγωγές δεν αναιρεί το ατομικό δικαίωμα παροχής έννομης προστασίας του διαδίκου «λαμβανομένου υπόψη ότι το εν λόγω δικαίωμα ικανοποιητικά προστατεύεται με την άσκηση αναγνωριστικού χαρακτήρα αγωγής». Είναι προφανές ότι η νομική παραδοχή του Αρείου Πάγου περί της συνταγματικότητας του δικαστικού ενσήμου προϋπέθετε την απωλεσθείσα πλέον δυνατότητα του πολίτη να προσφύγει στα Δικαστήρια με αναγνωριστική αγωγή, η άσκηση της οποίας χωρίς υποχρέωση καταβολής δικαστικού ενσήμου προστατεύει ικανοποιητικά το συνταγματικό δικαίωμα παροχής εννόμου προστασίας. Με την αιτιολογική έκθεση επί του σχεδίου νόμου για το άρθρο 70 φέρεται ως σκοπός της νέας διάταξης η αύξηση των δημοσίων εσόδων, πρόβλεψη που αποτυπώνεται και στην σχετική Έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους επί του σχεδίου νόμου. Πλην όμως,σύμφωνα και με τον έντονο νομικό προβληματισμό που διατύπωσε η Επιστημονική Επιτροπή της Βουλής με την έκθεση της επί του συγκεκριμένου νομοσχεδίου και κατά την πάγια νομολογία του ΣτΕ, η επίκληση αμιγώς ταμειακών αναγκών του Δημοσίου χωρίς σύνδεση με τη λειτουργία των Δικαστηρίων και την ανάγκη αποτελεσματικής απονομής της Δικαιοσύνης, δεν είναι συνταγματικώς ανεκτή για τη θέσπιση προϋποθέσεων για την παροχή δικαστικής προστασίας. Αντίστοιχη είναι και η νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ), κατά την οποία μόνο το δημοσιονομικό συμφέρον του Δημοσίου δεν μπορεί να αφομοιωθείσυλλήβδην σε ένα γενικότερο δημόσιο συμφέρον, το οποίο θα δικαιολογούσε σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση την παραβίαση των δικαιωμάτων του πολίτη. Άλλωστε, η υποχρεωτική επιβολή δικαστικού ενσήμου σε
όλες τις αγωγές που έχουν περιουσιακό αντικείμενο ή είναι χρηματικά αποτιμητές δεν συνδέεται με τη λειτουργία των Δικαστηρίων και την ανάγκη αποτελεσματικής απονομής της Δικαιοσύνης, ούτε μπορεί να δικαιολογηθεί επαρκώς από τις ταμειακές ανάγκες του δημοσίου από την «κινητοποίηση ενός πολυδάπανου δημόσιου μηχανισμού», όπως αναφέρεται στη σχετική αιτιολογική έκθεση.
Πρώτον, διότι το λειτουργικό κόστος της Δικαιοσύνης όχι μόνο δεν έχει αυξηθεί, αλλά αντίθετα έχει περιοριστεί κατά πολύ (όμοια και Γνωμοδότηση Κ. Χρυσόγονου - Α. Καϊδατζή, για τη συνταγματικότητα του σχεδίου νόμου «Έγκριση μεσοπρόθεσμου πλαισίου δημοσιονομικής στρατηγικής 2013-2016» παρ. Γ 7). Δεύτερον, διότι η Δικαιοσύνη δεν αποτελεί «μηχανισμό», όπως εσφαλμένα αναφέρεται στην ως άνω αιτιολογική έκθεση, αλλά αποτελεί δημόσια λειτουργία,
συνταγματικά κατοχυρωμένη και χρηματοδοτούμενη από το δημόσιο προϋπολογισμό και δεν λειτουργεί με βάση την αρχή της ανταποδοτικότητας. Τρίτον, διότι θα έπρεπε με την ίδια λογική το σχετικό τέλος να επεκταθεί σε όλες τις αγωγές και όχι μόνο στις χρηματικά αποτιμητές, καθώς οι λοιπές αγωγές κινητοποιούν τον ίδιο πολυδάπανο «μηχανισμό» κατά την έκφραση της αιτιολογικής έκθεσης. Φαίνεται, αντίθετα, ότι η ρύθμιση αποκτά αποτρεπτικό, καταρχήν, και, στη συνέχεια, κυρωτικό χαρακτήρα, ειδικά για τις χρηματικά αποτιμητές αγωγές, καθώς, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική έκθεση, με την επέκταση του δικαστικού ενσήμου και στις αναγνωριστικές αγωγές επιδιώκεται «να αποτραπεί η συζήτηση προπετών και αβασίμων αγωγών».
Ο πολίτης, για λόγους καθαρά εισπρακτικούς, στερείται του δικαιώματος να προσφύγει στη Δικαιοσύνη χωρίς να καταβάλει δικαστικό ένσημο για να εμποδίσει την παραγραφή του δικαιώματος του, να άρει υφιστάμενη αβεβαιότητα περί της ύπαρξης του δικαιώματος ή της έκτασης του, να εκδώσει αναγνωριστική απόφαση, όταν υπάρχει αμφιβολία για τη φερεγγυότητα του οφειλέτη και για τη δυνατότητα εκτέλεσης της απόφασης, να προστατεύσει το εμπράγματο δικαίωμα του από την ανακριβή πρώτη εγγραφή με την οποία αμφισβητείται ολικά ή μερικά το δικαίωμα που έχει επί ενός κτηματογραφημένου ακινήτου, χωρίς βεβαίως όλα αυτά να μπορούν να θεωρηθούν προπετείς και αβάσιμες αγωγές. Ειδικά στην τελευταία περίπτωση των κτηματολογικών αγωγών, είναι σύνηθες οι εναγόμενοι να συνομολογούν ή να αποδέχονται την αγωγή, αφού δεν υφίσταται εν τοις πράγμασι αμφισβήτηση σχετικά με το ιδιοκτησιακό καθεστώς των ακινήτων των διαδίκων και η όποια αμφισβήτηση ανακύπτει τυπικά κατά την κτηματογράφηση εξ αφορμής πράξεων του ΟΚΧΕ. Άλλωστε, κατά το Σύνταγμα, μόνο τα αρμόδια Δικαστήρια και ουδείς άλλος, και βεβαίως όχι προκαταβολικά, μπορεί να κρίνει αν οι αγωγές είναι πράγματι προπετείς και αβάσιμες, προβλέπονται δε στον ΚΠολΔ επαρκείς ποινές (άρθρο 205) και κυρώσεις (άρθρα 178-179, περί δικαστικής δαπάνης) για τις περιπτώσεις τέτοιων αγωγών, ώστε να μην χρειάζονται άλλες και σε καμία περίπτωση το δικαστικό ένσημο δεν μπορεί να αποτελέσει τέτοιου είδους κύρωση. Επιπλέον, ακόμη και αν ήθελε υποτεθεί ότι λαμβάνεται υπόψη το δικαστικό ένσημο στον υπολογισμό της επιδικαζόμενης δικαστικής δαπάνης, το γεγονός αυτό αφορά στο χρόνο μετά την παροχή δικαστικής προστασίας και δεν εξισορροπεί τα εμπόδια που τίθενται στον πολίτη κατά το χρόνο προσφυγής του στη Δικαιοσύνη. Συνεπώς, η υποχρεωτική προσκομιδή δικαστικού ενσήμου στις αναγνωριστικές αγωγές και μάλιστα τέτοιου ύψους, ως προϋπόθεση προσφυγής στη Δικαιοσύνη, αποτελεί συνταγματικά ανεπίτρεπτο περιορισμό που παρεμποδίζει την ανοιχτή πρόσβαση κάθε πολίτη στη Δικαιοσύνη και ισοδυναμεί με έμμεση κατάργηση του προστατευόμενου και από την ΕΣΔΑ δικαιώματος παροχής εννόμου προστασίας, καθώς προσβάλλει την ίδια την υπόσταση του δικαιώματος (Ολ. ΣΤΕ 601/2012 NOB 2012.376, Ολ. ΣΤΕ 3087/2011, Ολ Ελ. Συν 2006/2008 Α Δημοσίευση Νόμος, Ολ. ΣΤΕ 647/2004 ΔΕΕ 2004.821, ΑΕΔ 33/1995 Δνη 1995.571, ΕΔΔΑ της 28-10-1998, Ait Mououb κατά Γαλλίας, της 15-2-2000 GarciaManipardo κατά Ισπανίας, της 19-5-2001 Kreuz κατά Πολωνίας, Απόφαση ΕΔΔΑ της 24-5-2006 επί της υπόθεσης Λιακόπουλου κατά Ελλάδος στην προσφυγή υπ αριθμ. 20627/2004, σχόλιο Κ.Μπέη κάτωθι της ΑΠ 9/2002 σε Δίκη 2002.686, Εφετείο Πειραιά 55/2009, Δίκη 2009.246 με σχόλιο Κ.Μπέη).


 Πηγή απόφασης Nomos

Επιβολή προστίμων σε τράπεζα για παραβίαση της νομοθεσίας περί προσωπικών δεδομένων


        Πρόστιμα συνολικού ύψους 10.000 ευρώ επέβαλε η Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων σε τράπεζα, για παράνομη επεξεργασία προσωπικών δεδομένων μετά από προσφυγή παλαιού πελάτη της.
     Ειδικότερα ο εν λόγω πελάτης προσέφυγε στην Αρχή ισχυριζόμενος ότι στέλεχος της υπό κρίση τράπεζας, με την οποία είχε διακόψει από καιρό τη συνεργασία του, προέβη μέσω του συστήματος «Τειρεσίας» σε αναζήτηση κι επεξεργασία οικονομικών του στοιχείων, τα οποία εν συνεχεία προώθησε σε συγγενικό του πρόσωπο, μη δικαιούμενο εκ του νόμου ενημέρωσης σχετικά με τα στοιχεία αυτά και σε κάθε περίπτωση χωρίς να έχει ληφθεί η συγκατάθεση του ενδιαφερόμενου πελάτη.
         Να σημειωθεί ότι ο προσφεύγων ζήτησε με εξώδικη διαμαρτυρία να πληροφορηθεί το πρόσωπο το οποίο προέβη στις ως άνω περιγραφόμενες ενέργειες χωρίς ωστόσο να λάβει απάντηση εκ μέρους της Τράπεζας.
      Η Αρχή λαμβάνοντας υπόψη τη σχετική νομοθεσία, και συγκεκριμένα το ν.2472/97 περί «προστασίας του ατόμου από την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων» έκρινε αθέμιτη την άντληση κι επεξεργασία των επίμαχων στοιχείων χωρίς ενημέρωση και συγκατάθεση του ενδιαφερομένου κι επέβαλε στην τράπεζα επιπλέον πρόστιμο για μη ικανοποίηση του νόμιμου αιτήματος ενημέρωσης του προσφεύγοντος πελάτη.

    Πηγή : lawnet.gr

Πέμπτη 9 Μαΐου 2013

Σύσταση και συγκρότηση Επιτροπής για τη σύνταξη σχεδίου νέου Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας


   Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ορίζεται η σύσταση κι η σύνθεση της επιτροπής που θα αναλάβει να συντάξει το σχέδιο του νέου Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (ΚΠολΔ).
Ειδικότερα η σύνθεση της Επιτροπής έχει ως εξής :
1.Ιωάννης Χαμηλοθώρης, Αρεοπαγίτης, Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Εφετείου Αθηνών, ως Πρόεδρος,
2. Παναγιώτης Πετρόπουλος, Εφέτης Πειραιώς,
3. Κυριάκος Οικονόμου, Εφέτης Πειραιώς,
4. Γεώργιος Ορφανίδης, Καθηγητής Πολιτικής Δικονομίας του Τμήματος Νομικής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών,
5. Χαρίκλεια Απαλαγάκη, Καθηγήτρια Πολιτικής Δικονομίας του Τμήματος Νομικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης,
6. Στυλιανός Σταματόπουλος, Καθηγητής Πολιτικής Δικονομίας του Τμήματος Νομικής του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης,
7. Κωνσταντίνος Κουτσουλέλος, Δικηγόρος Αθηνών,
8. Θεόδωρος Σχίνος, Δικηγόρος Αθηνών, και
9. Αντώνιος Βγόντζας, Δικηγόρος Αθηνών, ως μέλη
Χρέη γραμματέα στην επιτροπή θα εκτελεί ο Νικόλαος Μαστρομάττης, Προϊστάμενος του Τμήματος Συμβολαιογραφείων της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ενώ καταληκτική ημερομηνία υλοποίησης του έργου ορίζεται η 30η Νοεμβρίου 2013.
Τέλος στην υπουργική απόφαση αναφέρεται ότι κανείς από τους ανωτέρω συμμετέχοντες στη Επιτροπή δε θα δικαιούται κανενός είδους αποζημίωση.
Πηγή : lawnet.gr

Πέμπτη 2 Μαΐου 2013

Αντισυνταγματικός ο ν. 4014/2011 περί τακτοποίησης των αυθαιρέτων σύμφωνα με την Ολομέλεια του ΣτΕ


 
  Αντισυνταγματικό στο σύνολό του έκρινε, σύμφωνα με πληροφορίες, η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας το νόμο 4014/2011 περί περιβαλλοντικής αδειοδότησης έργων και δραστηριοτήτων και τακτοποίησης των αυθαιρέτων, σε διάσκεψη κεκλεισμένων των θυρών.
   Η Ολομέλεια – υπό την προεδρία του κ. Μενουδάκου και με εισηγήτρια την κα Σακελλαροπούλου - έκρινε ότι ο επίμαχος νόμος – στον οποίο, μεταξύ άλλων, προβλέπεται και η τακτοποίηση αυθαιρέτων «νέας γενιάς» με «πάγωμα» της κατεδάφισής τους για 30 χρόνια-παραβιάζει ευθέως το άρθρο 24 του Συντάγματος περί προστασίας του περιβάλλοντος, το οποίο και απαγορεύει τη δόμηση χωρίς πολεοδομικό σχεδιασμό. Επίσης κρίθηκε ότι δεν μπορεί να γίνει επίκληση σε λόγους δημοσίου συμφέροντος προκειμένου να επιβαρυνθεί περαιτέρω το οικιστικό περιβάλλον.
    Παρόλη τη σύγχυση που δημιουργεί η εν λόγω απόφαση σε χιλιάδες πολίτες οι οποίοι είχαν κάνει ήδη χρήση των σχετικών διατάξεων «τακτοποιώντας» τα αυθαίρετά τους και καταβάλλοντας τα απαιτούμενα πρόστιμα, πηγές του ΣτΕ διευκρίνισαν ότι η νέα απόφαση επηρεάζει μόνο όσους ιδιοκτήτες δεν είχαν κινήσει ακόμα τη σχετική διαδικασία. Ωστόσο νομικοί κύκλοι κρίνουν άμεση τη νομοθετική παρέμβαση του υπουργείου Περιβάλλοντος προς επίλυση των δημιουργούμενων προβλημάτων. Άλλωστε το ότι η κρίση περί αντισυνταγματικότητας δε βασίστηκε σε ενδεχόμενη παραβίαση της αρχής της ισότητας και της αρχής τους κράτους δικαίου δίνει στην κυβέρνηση περιθώριο υποβολής νέου, διορθωμένου νόμου. Υπενθυμίζεται ότι το Συμβούλιο της Επικρατείας είχε κρούσει από το 2012 τον κώδωνα της αντισυνταγματικότητας του εν λόγω νόμου με «πάγωμα» σχετικών διαδικασιών τακτοποίησης αυθαιρέτων.
    Η απόφαση της Ολομέλειας αναμένεται να δημοσιευθεί εντός των επόμενων μηνών.

   Πηγή : lawnet.gr

Παρασκευή 26 Απριλίου 2013

Συνταγματική η έκτακτη εισφορά του 2009 σύμφωνα με την υπ' αριθμ. 1685/2013 απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ


      Οι Σύμβουλοι της Επικρατείας έκριναν ότι η επίμαχη εισφορά δεν έχει χαρακτήρα αναδρομικής φορολόγησης και συνεπώς, δεν προσκρούει στο άρθρο 78 του Συντάγματος. Όπως μάλιστα αναφέρεται χαρακτηριστικά στην απόφαση, δεν τίθεται ζήτημα αντισυνταγματικότητας του μέτρου εφόσον όταν επιβλήθηκε η έκτακτη εισφορά «δεν είχε καν ολοκληρωθεί η υποβολή των φορολογικών δηλώσεων του οικονομικού έτους 2009 και εύλογα, θεωρήθηκαν από το νομοθέτη ως τα πλέον πρόσφατα ασφαλή στοιχεία διαγνώσεων της φοροδοτικής ικανότητας των πολιτών, προκειμένου να επιβληθεί η έκτακτη εισφορά, οι αμέσως προηγούμενες φορολογικές δηλώσεις».
    Επίσης, ο λόγος ότι δεν υπήρχε κατά την ψήφιση του νόμου στη Βουλή σχετική εγγραφή στον οικείο τακτικό προϋπολογισμό δε θεμελιώνει από μόνος του λόγο αντισυνταγματικότητας του μέτρου.
    Τέλος, σημειώνεται ότι η Ολομέλεια του Ανωτάτου Ακυρωτικού Διακστηρίου έκρινε νόμιμο το γεγονός ότι επιβλήθηκε έκτακτη εισφορά και στα αυτοτελώς φορολογούμενα εισοδήματα, ενώ δεν δέχθηκε τον ισχυρισμό του προσφεύγοντος ότι παραβιάστηκε το άρθρο 20 του Συντάγματος, με το οποίο προβλέπεται ότι, πριν την επιβολή διοικητικού μέτρου (όπως είναι εν προκειμένω η έκτακτη εισφορά), έπρεπε να κληθεί σε ακρόαση από τον υπεύθυνο της ΔΟΥ.

Πηγή : lawnet.gr

Τετάρτη 24 Απριλίου 2013

Καταργείται το Apostille σε 12 κατηγορίες δημοσίων εγγράφων


        Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, με σχετική ανακοίνωσή της, ενημερώνει ότι έκανε δεκτή πρόταση για το δραστικό περιορισμό της υπερβολικής γραφειοκρατίας που αντιμετωπίζουν οι πολίτες και οι επιχειρήσεις για την αναγνώριση και πιστοποίηση δημοσίων εγγράφων.
      Σύμφωνα με το ισχύον σύστημα, οι Ευρωπαίοι πολίτες που μετακινούνται σε άλλο κράτος - μέλος υποχρεώνονται να αποδείξουν ότι τα δημόσια έγγραφά τους (όπως τα πιστοποιητικά γέννησης ή γάμου) που εξέδωσαν στο κράτος - μέλος προέλευσης, είναι αυθεντικά. Η συγκεκριμένη διαδικασία περιλαμβάνει το λεγόμενο πιστοποιητικό επισημείωσης (Apostille) που χρησιμοποιούν οι δημόσιες αρχές σε άλλα κράτη ως απόδειξη της γνησιότητας των δημόσιων εγγράφων ή των υπογραφών των δημοσίων υπαλλήλων επί των εγγράφων. Επίσης, από το υφιστάμενο καθεστώς επηρεάζονται και οι επιχειρήσεις που λειτουργούν σε διασυνοριακό επίπεδο, στην ενιαία αγορά της ΕΕ.
       Σύμφωνα με τις προτάσεις που ενέκρινε σήμερα η Επιτροπή, δώδεκα (12) κατηγορίες δημόσιων εγγράφων θα εξαιρούνται αυτόματα από τυπικές διαδικασίες όπως η σφραγίδα επισημείωσης (Apostille) ή η επικύρωση – που σήμερα απαιτούνται για περίπου 1,4 εκ. έγγραφα εντός της ΕΕ ετησίως. Η απλούστευση θα ισχύσει για δημόσια έγγραφα που αφορούν ονοματεπώνυμο, γάμο και σύμφωνο συμβίωσης, γέννηση, πατρότητα, υιοθεσία, θάνατο, κατοικία, υπηκοότητα και εθνικότητα, ιδιοκτησία, νομικό καθεστώς και εκπροσώπηση εταιρείας ή επιχείρησης, δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας ή έγγραφα που αποδεικνύουν την ύπαρξη λευκού ποινικού μητρώου. Με την κατάργηση των εν λόγω απαιτήσεων οι πολίτες και οι επιχειρήσεις στην ΕΕ εκτιμάται ότι θα εξοικονομήσουν 330 εκ. ευρώ.
      Οι νέοι κανόνες ωστόσο, δεν θα επηρεάσουν την αναγνώριση του περιεχομένου των σχετικών εγγράφων ή των αποτελεσμάτων που αυτά παράγουν. Οι νέοι κανόνες θα συμβάλλουν στην απόδειξη της αυθεντικότητας του επίσημου εγγράφου.
      «Κάθε φορά που διασχίζετε σύνορα, δεν χρειάζεται να ζητήσετε από το υπουργείο Εξωτερικών σας να επιβεβαιώσει ότι το διαβατήριό σας είναι πράγματι διαβατήριο – γιατί λοιπόν πρέπει να το κάνετε για το πιστοποιητικό γέννησής σας; Όταν μετακινείστε στο εξωτερικό η υποχρέωση να υποστείτε αυτές τις δαπανηρές διαδικασίες για να αποδείξετε ότι το πιστοποιητικό γέννησής σας είναι πράγματι πιστοποιητικό γέννησης ή απλώς για να χρησιμοποιήσετε κάποιο πιστοποιητικό της επιχείρησης, δημιουργεί έναν γραφειοκρατικό πονοκέφαλο. Έχω ακούσει αναρίθμητες ιστορίες σχετικά με την ταλαιπωρία που προκαλεί η εκπλήρωση αυτών των ακατανόητων απαιτήσεων. Σήμερα, η Επιτροπή ενεργεί προς την κατεύθυνση της απλούστευσης της ζωής των ανθρώπων και των επιχειρήσεων όταν ασκούν τα δικαιώματά τους για ελεύθερη κυκλοφορία εντός της ΕΕ», δήλωσε η Viviane Reding, αρμόδια Επίτροπος για θέματα Δικαιοσύνης.

Πηγή : lawnet.gr
 

Τρίτη 9 Απριλίου 2013

ΕΔΑΔ: Επιδίκασε αποζημίωση σε σύζυγο αποθανούσας εγκύου



        Το ΕΔΑΔ αναγνώρισε ότι ο θάνατος εγκύου, ο οποίος προκλήθηκε από λανθασμένες ιατρικές εκτιμήσεις συνιστά παραβίαση του άρθρου 2 της ΕΣΔΑ, με το οποίο κατοχυρώνεται το δικαίωμα στη ζωή.
 Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, με απόφασή [Link] του αναγνώρισε ότι ο θάνατος εγκύου στην Τουρκία, ο οποίος προκλήθηκε από λανθασμένες ιατρικές εκτιμήσεις συνιστά παραβίαση του άρθρου 2 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, με το οποίο κατοχυρώνεται το δικαίωμα στη ζωή.
Ειδικότερα, η υπόθεση έφτασε ενώπιον του ΕΔΑΔ μετά από προσφυγή του Mehmet Şentürk, συζύγου της γυναίκας, ο οποίος έχοντας εξαντλήσει τα εσωτερικά ένδικα μέσα προσέφυγε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο ζητώντας να του επιδικαστεί αποζημίωση για ψυχική οδύνη.
Πιο αναλυτικά, σύμφωνα με τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης, το 2000, η γυναίκα, ενώ βρισκόταν στον όγδοο μήνα της εγκυμοσύνης της, αισθάνθηκε έντονους πόνους και μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο Karşıyaka State Hospital, όπου εξετάστηκε από μαία, η οποία έκρινε ότι δε συντρέχει λόγος να ειδοποιηθεί ο εφημερεύων γυναικολόγος. Στη συνέχεια, το ζευγάρι επισκέφθηκε το νοσοκομείο İzmir State Hospital όπου εξετάστηκε εκ νέου από τη μαία χωρίς να κληθεί ο γιατρός. Όμως, με δεδομένο ότι οι πόνοι συνέχιζαν, η γυναίκα μεταφέρθηκε από το σύζυγό της στο νοσοκομείο Atatürk Training and Research Hospital, όπου της δόθηκε σχετική αγωγή. Οι πόνοι δεν υποχώρησαν και επισκέφθηκε την πανεπιστημιακή κλινική του Ege University Hospital. Στο τελευταίο νοσοκομείο, διαπιστώθηκε ότι το έμβρυο ήταν νεκρό και η γυναίκα έπρεπε να υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση. Το ζευγάρι καθώς δεν ήταν σε θέση να ανταπεξέλθει οικονομικά στα έξοδα μιας τέτοιας επέμβασης, ζήτησε τη μεταφορά της γυναίκας σε άλλο νοσοκομείο, κατά τη μεταφορά της όμως τελικά απεβίωσε. Μετά το τραγικό συμβάν, το υπουργείο Υγείας διενήργησε έλεγχο για την απόδοση ευθυνών. Στην πρωτοβάθμια δίκη ενώπιον του ποινικού δικαστηρίου, οι υπαίτιοι καταδικάστηκαν αλλά ο σύζυγος δεν έκρινε αρκούντως ικανοποιητική την καταδικαστική απόφαση και την προσέβαλε. Το 2010, το Ανώτατο Δικαστήριο της Τουρκίας, το οποίο επιλήφθηκε της υποθέσεως έκρινε ότι τα αδικήματα έχουν παραγραφεί και ως εκ τούτου, δεν είναι δυνατή η επιδίκαση αποζημίωσης.
Ο σύζυγος προσέφυγε στο ΕΔΑΔ ζητώντας να αναγνωριστεί παραβίαση των άρθρων 2 (δικαίωμα στη ζωή), 3 (απαγόρευση βασανιστηρίων και απάνθρωπης μεταχείρισης), 6 (δικαίωμα σε δίκαιη δίκη) και 13 (αποτελεσματικά ένδικα μέσα) της ΕΣΔΑ.
Το ΕΔΑΔ εξετάζοντας τα στοιχεία που προσκομίστηκαν ενώπιον των τουρκικών δικαστηρίων καθώς και το πόρισμα της έρευνας των τουρκικών αρχών, διαπίστωσε ότι πράγματι συντρέχει ποινική ευθύνη του ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού των ως άνω αναφερθέντων νοσοκομείων και η γυναίκα δεν έλαβε την αναγκαία ιατρική φροντίδα, παρά τη σοβαρότητα της κατάστασής της. Σύμφωνα με τη δικαστική απόφαση, η μη παροχή της απαραίτητης θεραπείας συνιστά παραβίαση του άρθρου 2 της ΕΣΔΑ. Το Δικαστήριο έκρινε ότι εφόσον αποδείχθηκε παραβίαση τουλάχιστον ενός άρθρου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης, δε συντρέχει λόγος εξέτασης των υπολοίπων.
Συνεπώς, το Δικαστήριο καταδίκασε την τουρκική κυβέρνηση να καταβάλει ως αποζημίωση για ψυχική οδύνη στο σύζυγο της άτυχης γυναίκας 65.000 ευρώ και 4.000 (αφαιρούμενων 850 ευρώ που έχει ήδη λάβει) για τα δικαστικά έξοδα.

Πηγή : lawnet. gr