Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Νέα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Νέα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 12 Νοεμβρίου 2014

Αναγνώριση ισχύος απόφασης αλλοδαπού δικαστηρίου - απόφαση 185/2014 Μονομελούς Πρωτοδικείου Ροδόπης

   Με την παρατιθέμενη απόφαση αναγνωρίσθηκε η ισχύς απόφασης αλλοδαπού δικαστηρίου στην Ελλάδα και ειδικότερα αναγνωρίσθηκε η ισχύς απόφασης γερμανικού δικαστηρίου περί υιοθεσίας με βάση της διατάξεις της διμερούς ελληνογερμανικής σύμβασης της 4ης -11-1961 , σε συνδυασμό με τις διατάξεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. 

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ   185 /2014
(αριθμός έκθεσης κατάθεσης αίτησης ΕΜ/123/2014)
 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΡΟΔΟΠΗΣ
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΟΥΣΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από το Δικαστή Κωνσταντίνο Βελιάνη, Πρωτοδίκη, ο οποίος ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Πρωτοδικείου, και από το Γραμματέα Ε.Σ.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριο του στις 24 Σεπτεμβρίου 2014 για να δικάσει την υπ' αριθμ. έκθεσης κατάθεσης ΕΜ/123/12-6-2014 αίτηση, με αντικείμενο την αναγνώριση απόφασης:
ΤΗΣ ΑΙΤΟΥΣΑΣ: 1) Χ. Ξ.  του……… και της ………., κατοίκου Κομοτηνής (οδός ……………), που παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας της δικηγόρου Ιουλίας Μυλωνά, η οποία κατέθεσε έγγραφες προτάσεις.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης η πληρεξούσια δικηγόρος της αιτούσας ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης και στις έγγραφες προτάσεις του.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 905 §§ 1 και 4 ΚΠολΔ, οι διατάξεις των παραγράφων 1 ως 3 του ίδιου άρθρου εφαρμόζονται και για την αναγνώριση δεδικασμένου από απόφαση αλλοδαπού δικαστηρίου που αφορά την προσωπική κατάσταση, με την επιφύλαξη όσων ορίζουν διεθνείς συμβάσεις. Περαιτέρω, από τη διάταξη του άρθρου 2 της από 4 Νοεμβρίου 1961 Σύμβασης μεταξύ της Ελλάδος και της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας "περί αμοιβαίας αναγνωρίσεως και εκτελέσεως δικαστικών αποφάσεων κλπ", η οποία κυρώθηκε με τον ν. 4305/1963 και άρχισε να ισχύει στις 18-9-1963, σύμφωνα με την από 20/27 Αυγούστου 1963 ανακοίνωση του Υπουργείου Εξωτερικών (ΦΕΚ Α' 131), σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 69 και 70 § 1 του Κανονισμού ΕΚ 44/2000, καθώς και 1 § 3 περ. β' του Κανονισμού ΕΚ 2201/2003, ο οποίος από την 1η-3-2005 αντικατέστησε τον Κανονισμό ΕΚ 1347/2000, συνάγεται ότι σε περιπτώσεις αναγνώρισης στην Ελλάδα αποφάσεων γερμανικών δικαστηρίων επί οικογενειακών υποθέσεων, και αν ακόμη δεν είναι τελεσίδικες, που δεν υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής των παραπάνω Κανονισμών, όπως είναι αυτές της υιοθεσίας, τυγχάνει εφαρμογής η παραπάνω διμερής Σύμβαση (ΜονΠρωτΘεσ 1963/2009 ΤΝΠ ΔΣΑ, ΜονΠρωτΘεσ 1161/2009 ΤΝΠ Δ ΣΑ, ΜονΠρωτΘεσ 39476/2008 ΤΝΠ ΔΣΑ, ΜονΠρωτΘεσ 42487/2007 ΤΝΠ ΔΣΑ). Περαιτέρω, στις επόμενες διατάξεις της εν λόγω Σύμβασης ορίζονται τα εξής: Στο άρθρο 3 ότι: «Άρνησις αναγνωρίσεως επιτρέπεται μόνον: 1. Εάν αύτη αντίκειται εις την δημοσίαν τάξιν του Κράτους εν τω οποίω γίνεται επίκλησις της αποφάσεως. Τοιαύτη αντίθεσις υφίσταται και όταν η απόφασις αφορά δικαίωμα το οποίον καθ' ον χρόνον εξεδόθη η απόφασις ήτο εις το Κράτος εις το οποίον γίνεται επίκλησις της αποφάσεως και μεταξύ των αυτών διαδίκων, το αντικείμενον αποφάσεως, ήτις κατά το Δίκαιον του Κράτους τούτου, θεωρείται οριστική ή 2. Εάν ο εναγόμενος δεν μετέσχε της διαδικασίας (δίκης): α) Εφ' όσον η κλήσις ή η εισαγωγική της διαδικασίας (δίκης) δικαστική πράξις δεν επεδόθη εις αυτόν, κατά το δίκαιον του κράτους εις το οποίον εξεδόθη η απόφασις ή β) Εφ' όσον ούτος απόδειξη ότι δεν ηδυνήθη να λάβη εγκαίρως γνώσιν της κλήσεως ή της δικαστικής πράξεως ώστε να δυνηθή να μετάσχη της διαδικασίας (δίκης) ή 3. Εάν κατά το δίκαιον του Κράτους εις το οποίον γίνεται επίκλησις της αποφάσεως, τα δικαστήρια τούτου ήσαν δυνάμει νόμου αποκλειστικώς αρμόδια ή 4. Εάν το εκδόσαν την απόφασιν δικαστήριον ήτο αρμόδιον μόνον εκ της δωσιδικίας της περιουσίας (εκ της υπάρξεως περιουσίας του εναγομένου εν τη περιφέρεια του και ο εναγόμενος είτε: α) Δεν μετέσχε της διαδικασίας (δίκης) είτε β) Πριν απάντηση επί της ουσίας εδήλωσεν ότι μετέσχε της διαδικασίας (δίκης) μόνον ως προς την περιουσίαν την ευρισκομένην εντός του Κράτους του εις ο εγένετο η προσφυγή δικαστηρίου. Στο άρθρο 4 ότι: «1) Δεν επιτρέπεται άρνησις αναγνωρίσεως εκ μόνου του λόγου ότι το έκδοσαν την απόφασιν δικαστήριον εφήρμοσε κατά τους κανόνας του ιδίου αυτού ιδιωτικού διεθνούς δικαίου νόμους διαφόρους εκείνων, οίτινες θα ήσαν εφαρμοστέοι κατά το ιδιωτικόν διεθνές δίκαιον του Κράτους εις το οποίον γίνεται επίκλησις της αποφάσεως. 2) Επιτρέπεται εν τούτοις άρνησις αναγνωρίσεως δια τον εν τη παραγράφω 1 αναφερόμενον λόγον εάν η απόφασις αφορά σχέσιν οικογενειακού δικαίου, την ικανότητα δικαίου ή δικαιοπραξίας, την νόμιμον εκπροσώπησιν ή την αφάνειαν ή την κήρυξιν του θανάτου υπηκόου του Κράτους εις το οποίον γίνεται επίκλησις της αποφάσεως, εκτός εάν αύτη θα εδικαιολογείτο και κατ' εφαρμογήν του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου του Κράτους εις το οποίον γίνεται επίκλησις της αποφάσεως». Τέλος, στο άρθρο 5 της ιδίας Συμβάσεως ορίζεται ότι: «1) Η εις το εν Κράτος εκδοθείσα απόφασις της οποίας γίνεται επίχλησις εις το έτερον Κράτος δέον να ερευνάται μόνον ως προς το εάν υφίσταται λόγος αρνήσεως εκ των αναφερομένων εις το άρθρον 3 ή εις το άρθρον 4 παράγραφος 2. Κατ' ουδεμίαν περίπτωσιν θα ερευνάται από απόψεως νομιμότητος (ως προς την ουσίαν). 2) Το δικαστήριον του Κράτους εις το οποίον γίνεται επίκλησις της αποφάσεως κατά το άρθρον 2 δεσμεύεται κατά την έρευναν της αρμοδιότητος του δικαστηρίου, το οποίον εξέδωκε την απόφασιν εκ των πραγματικών και νομικών διαπιστώσεων του δικαστηρίου τούτου». Από τις προαναφερόμενες διατάξεις προκύπτει κατά τρόπο απόλυτα σαφή η δεσμευτικότητα και το υποχρεωτικό της απόφασης που εκδόθηκε στο ένα από τα παραπάνω συμβαλλόμενα Κράτη από τα δικαστήρια του άλλου Κράτους, ενώπιον των οποίων επιδιώκεται η εκτέλεση της απόφασης αυτής κατά τις διατάξεις των άρθρων 6 επ. της ιδίας Συμβάσεως. Ο δε έλεγχος, ο οποίος κατ' εξαίρεση επιτρέπεται σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 4 σε σχέσεις οικογενειακού ή κληρονομικού δικαίου για την άρνηση αναγνωρίσεως αυτών που έγιναν δεκτά με την πιο πάνω απόφαση, είναι ιδιαίτερα περιορισμένος και, ενόψει της χρησιμοποιήσεως του όρου "επιτρέπεται", εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια των δικαστηρίων που καλούνται να τα εφαρμόσουν, εκτιμώντας τη συνδρομή της προϋποθέσεως της παραγράφου 1 του πιο πάνω άρθρου 4 της προαναφερόμενης Συμβάσεως (ΑΠ 699/1990 ΝοΒ 1992.68).
Στην προκείμενη περίπτωση, η αιτούσα με την υπό κρίση αίτηση της ζητεί, κατ' ορθή εκτίμηση του αιτήματος της, να αναγνωρισθεί ότι έχει αποκτήσει και στην Ελλάδα ισχύ η τελεσίδικη υπ' αριθμ. XVI 189/2002 απόφαση περί υιοθεσίας της από το …….. του Ειρηνοδικείου ΗΑΜΜ της Γερμανίας. Με αυτό το περιεχόμενο και αίτημα, η αίτηση αρμοδίως καθ' ύλη (άρθρα 7 της παραπάνω Σύμβασης και 740 § 1 ΚΠολΔ) και κατά τόπο (άρθρα 7 της παραπάνω Σύμβασης και 905 § 1 ΚΠολΔ) εισάγεται για να συζητηθεί από το Δικαστήριο αυτό κατά την προκείμενη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας (άρθρα 739 επ. ΚΠολΔ) και είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις προαναφερόμενες διατάξεις. Πρέπει, επομένως, να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.
Από όλα τα έγγραφα, που προσκομίζει η αιτούσα, και τα οποία εκτιμώνται από το Δικαστήριο είτε για άμεση απόδειξη είτε για συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει της υπ' αριθμ. XVI 189/02 απόφασης του Ειρηνοδικείου ΗΑΜΜ Γερμανίας, που τέθηκε σε ισχύ στις 2-4-2003, κατόπιν της αίτησης του …………… του …. και της ……., που προσκομίζεται σε επικυρωμένο αντίγραφο νόμιμα μεταφρασμένη, απαγγέλθηκε η υιοθεσία της αιτούσας, ελληνικής ιθαγένειας, από τον προαναφερόμενο, επίσης ελληνικής ιθαγένειας, ο οποίος στις 23-1-1999 είχε τελέσει στην πόλη Λιππσταντ ή Λιππστατ της Γερμανίας γάμο με τη μητέρα της, …….. του ………. Άλλωστε, το παραπάνω αλλοδαπό δικαστήριο είχε δικαιοδοσία να δικάσει στην προκειμένη περίπτωση, σύμφωνα με τις διατάξεις του ελληνικού Δικαίου, αφού οι αιτούντες είχαν κατά το χρόνο εκείνο, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην υπό αναγνώριση απόφαση, την κατοικία και διαμονή τους στην περιφέρεια του πιο πάνω Δικαστηρίου στη Γερμανία. Επιπλέον, σύμφωνα με το ελληνικό Δίκαιο, οι ουσιαστικές προϋποθέσεις για τη σύσταση της υιοθεσίας ρυθμίζονται από το δίκαιο της ιθαγένειας του κάθε μέρους, δηλαδή εν προκειμένω αποκλειστικώς από το ελληνικό, αφού αμφότερα τα μέρη έχουν την ελληνική ιθαγένεια, δίκαιο, που άλλωστε εφάρμοσε και το γερμανικό δικαστήριο. Επιπλέον, όπως προκύπτει από το σκεπτικό της απόφασης, οι προϋποθέσεις συναίνεσης πληρούνται, αφού τόσο ο υιοθετών όσο και η αιτούσα, αλλά και η μητέρα της ακούσθηκαν προσωπικά. Άλλωστε, ειδικά ως προς το ζήτημα του επωνύμου, το γερμανικό δικαστήριο εφάρμοσε το άρθρο 1563 του ελληνικού Αστικού Κώδικα και, συνακόλουθα, η πρώτη αιτούσα έλαβε το επίθετο του υιοθετούντος αυτή, δηλαδή του……….. Επιπρόσθετα, τα μέρη δε στερήθηκαν το δικαίωμα υπεράσπισης και γενικά συμμετοχής τους στη δίκη, δεδομένου ότι, όπως αποδεικνύεται από το ίδιο το κείμενο της απόφασης ο μεν υιοθετών υπέβαλε την αίτηση και όλα τα μέρη ακούσθηκαν προσωπικά από το δικαστήριο. Ακόμη, η απόφαση που εκδόθηκε δεν είναι αντίθετη προς τα χρηστά ήθη της ελληνικής κοινωνίας και την ημεδαπή δημόσια τάξη. Τέλος, όπως προκύπτει από το προσκομιζόμενο υπ' αριθμ. 2814/2014 πιστοποιητικό του Γραμματέα του Δικαστηρίου αυτού, δεν έχει κατατεθεί αίτηση ούτε έχει εκδοθεί απόφαση του Πρωτοδικείου Ροδόπης σχετική με την κρινόμενη υπόθεση. Κατόπιν τούτων, ενόψει ότι η αιτούσα προσκόμισε τα απαιτούμενα κατ' άρθρο 9 έγγραφα και δεν υφίσταται λόγος άρνησης της αιτούμενης αναγνώρισης κατά τα άρθρα 3 και 4 § 2 της προαναφερόμενης ελληνογερμανικής σύμβασης, πρέπει η αίτηση να γίνει δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη, σύμφωνα με το διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΕΧΕΤΑΙ την αίτηση.
ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ την ισχύ που απορρέει από την υπ' αριθμ. XVI 189/02 απόφαση του Ειρηνοδικείου ΗΑΜΜ της Γερμανίας, με την οποία απαγγέλθηκε η υιοθεσία της αιτούσας από το ……. του ….. και της ……..  και έλαβε το επώνυμο του τελευταίου.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στη Ροδόπη, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο, στις 14 Οκτωβρίου 2014.
                               Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                   Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ 

Πέμπτη 20 Φεβρουαρίου 2014

Καταστήματα : Δέσμευση διοικητικών δικαστηρίων από απόφαση ποινικού δικαστηρίου (ΔΕφΑθ 72/2013)

     Με την παρατιθέμενη απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών , ως ακυρωτικού δικάζοντος, νομολογήθηκε οτι τα διοικητικά δικαστήρια δεσμεύονται από τις αθωωτικές αποφάσεις των ποινικών δικαστηρίων, κατά παρέκκλιση από τη γενική ρύθμιση του άρθρου 5§2 ΚΔΔ , διότι εν προκειμένω η αθώωση του ιδιοκτήτη καταστήματος από τις παραβάσεις της αγορανομικής νομοθεσίας οδηγεί στην μη επιβολή της διοικητικής κύρωσης της σφράγισης του καταστήματός του καθώς προϋπόθεση επιβολής της σφράγισης είναι η τέλεση από τον ίδιο τριών παραβάσεων της αγορανομικής νομοθεσίας.

Επειδή στην παράγραφο 2 του άρθρου 2 του π.δ. 180/1979 (ΦΕΚ 46Α) , όπως η περιπτ. α’ αυτής ισχύει τελικώς μετά την αντικατάστασή της από το άρθρο 3 του π.δ. 257/2001 (ΦΕΚ 184 Α) , ορίζεται ότι «Η Αρχή που χορηγεί την άδεια λειτουργίας των κέντρων διασκεδάσεως και καταστημάτων που αναφέρονται στην §1 του άρθρου 1 του παρόντος , καθώς και των λοιπών καταστημάτων υγειονομικού ενδιαφέροντος , στα οποία σύμφωνα με τις ισχύουσες κάθε φορά Υγειονομικές Διατάξεις προσφέρονται οινο­πνευματώδη ποτά για άμεση εντός αυτών κατανάλωση, αφαιρεί με απόφαση της τη χορηγηθείσα άδεια και σφραγίζει το κατά­στημα για χρονικό διάστημα δέκα (10) μέχρι εξήντα (60) ημερών, εφόσον: α. Βεβαιώθηκαν από αστυνομικούς ή άλλα αρμόδια όργανα τρεις (3) συνολικά παραβάσεις, εντός έτους, των διατάξεων του άρθρου 4 του παρό­ντος, των υγειονομικών διατάξεων που καθορίζουν μέτρα προστασίας της Δημό­σιας Υγείας από θορύβους μουσικής των κέντρων διασκέδασης και των λοιπών κατα­στημάτων που εμπίπτουν στις διατάξεις του παρόντος διατάγματος, των διατάξεων που ισχύουν κάθε φορά για την κοινή ησυχία, τη λειτουργία μουσικής χωρίς άδεια, την παρα­βίαση των όρων και προϋποθέσεων της κατεχόμενης άδειας λειτουργίας μουσικής και το ωράριο λειτουργίας του καταστήμα­τος ή β ...». Εξάλλου, ο Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας (ΚΔΔ, ν. 2717/1999) ορίζει στο άρθρο5 ότι: «1.... 2.Τα δικαστήρια δεσμεύ­ονται, επίσης, από τις αποφάσεις των πολι­τικών δικαστηρίων, οι οποίες, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, ισχύουν, έναντι όλων, καθώς και από τις αμετάκλητες καταδικαστι­κές αποφάσεις των ποινικών δικαστηρίων ως προς την ενοχή του δράστη ...». Όπως έχει παγίως κριθεί (ΣτΕ 1223/2005, 1715/2003, 3161/2001 κ.ά.). Από το συνδυασμό διατά­ξεων αυτών προκύπτει ότι όταν το διοικητικό δικαστήριο κρίνει την διοικητική παράβαση, δεν δεσμεύεται από τυχόν προηγηθείσα αθωωτική απόφαση του ποινικού δικαστη­ρίου, λόγω της αυτοτέλειας των διαδικασιών, υποχρεούται, όμως, να την εκτιμήσει για τη διαμόρφωση της κρίσης του.
Επειδή η κατά τα ανωτέρω προσωρινή αφαίρεση της άδειας λειτουργίας κέντρου διασκέδασης ή καταστήματος για δέκα έως εξήντα ημέρες δεν έχει το χαρακτήρα ποινής επιβαλλόμενης για την τέλεση ποινικού αδικήματος αλλά αποτελεί διοι­κητική κύρωση, υπαγορευόμενη από λόγους δημοσίου συμφέροντος (πρβλ. ΣτΕ 4454/1995, 1746/1994, 1644/1985). Εξάλ­λου, η τυχόν απαλλαγή ή αθώωση στην ποινική διαδικασία από τη βεβαιωθείσα παράβαση για αντικειμενική ανυπαρξία των πραγματικών περιστατικών μπορεί να προβληθεί ενώπιον του δικαστηρίου που εκδικάζει τη διαφορά που γεννήθηκε από την επιβολή της κατά τα παραπάνω διοικη­τικής κύρωσης, ως λόγος που ανατρέπει την αιτιολογική βάση της κύρωσης αυτής (πρβλ ΣτΕ. 4454/1995, 1381/1995, 1212/1994). Προκειμένου να είναι τούτο δυνατό, πρέπει σε κάθε περίπτωση να προκύπτει από την απόφαση του ποινικού δικαστηρίου ότι ο κάτοχος της άδειας λειτουργίας του καταστήματος απαλλάχθηκε ή αθωώθηκε από την ποινική κατηγορία για το λόγο ότι δεν συνέτρεχαν τα πραγματικά περιστα­τικά που συγκροτούν την  υπόσταση του ποινικού αδικήματος. Η προβολή του σχετικού λόγου ενώπιον του διοικητικού δικαστηρίου, πρέπει να γίνεται από τον κάτοχο της άδειας του καταστήματος, ο οποίος φέρει και το σχετικό βάρος απόδειξης αυτού.  Επειδή, με την προσφυγή της η εφεσίβλητη εταιρία υποστήριξε, μεταξύ άλλων,  ότι μη νόμιμα διατάχθηκε η ανωτέρω σφράγιση, καθόσον για τις δύο διαπιστωθείσες παραβάσεις αθωώθηκε από το αρμόδιο ποινικό δικαστήριο και συνε πώς, δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις του νόμου για την έκδοση της ένδικης απόφα σης, που απαιτούσε την τέλεση εντός έτους, τριών παραβάσεων από τις  αναφερόμενες στην περίπτωση α' της παραγράφου 2 του άρθρου 2 του ανωτέρω προεδρικού διατάγματος. Προς απόδειξη των  ισχυρισμών τους προσκόμισε  α) φωτοαντίγραφο ακριβούς αποσπάσματος της υπ' αριθ. 6562/2005 απόφασης του  Πταισματοδικείου Αθηνών, με την οποία ο ομόρρυθμος εταίρος, συνδιαχειριστής και νόμιμος εκπρόσωπος της ΓΜ, κηρύχθηκε αθώος της κατηγορίας ότι «στις 21-2-2004 και  ώρα 1.00' κατελήφθη στην οδό Α 4, ως ιδιοκτήτης καταστήματος υγειονομικού ενδιαφέροντος, εστιατόριο, να έχει θέσει σε λειτουργία στερεοφωνικό συγκρότημα άνευ αδείας μουσικών οργάνων αρμόδιας αρχής κατά παράβαση ΑΔ 3/96….» και β) φωτοαντίγραφο ακριβούς αποσπάσματος της υπ'αριθ. 9086/2005 απόφασης του Πταισματοδικείου Αθηνών, με την οποία ο Γ.Μ. κηρύχθηκε αθώος της κατηγορίας ότι  «στις 21.4.2004 και ώρα 22.00 κατελήφθη  στην οδό Α. 4 ως νόμιμος εκπρόσωπος καταστήματος Αναψυκτήριο με την επωνυμία Α. να έχει θέσει σε λειτουργία  στερεοφωνικό συγκρότημα άνευ αδείας μουσικών οργάνων αρμοδίας αρχής, δηλαδή παράβαση ΑΔ 3/1996 ...».
Επειδή, με τα δεδομένα αυτά και ενόψει του ότι όπως προκύπτει από τις πιο πάνω δύο (2) αθωωτικές αποφάσεις του ποινικού δικαστηρίου, ο ομόρρυθμος εταίρος ΓΜ οποίος, ως νόμιμος εκπρόσωπος της εφεσίβλητης εταιρίας, (στο όνομα της οποίας και είχε εκδοθεί η άδεια ίδρυσης και λειτουργίας ) και συνιδιοκτήτης του ένδικου καταστήματος, απαλλάχθηκε των κατηγοριών  για το λόγο ότι δεν συνέτρεχαν τα πραγματικά περιστατικά (θέση σε λειτουργία στερεοφωνικού συγκροτήματος χωρίς άδεια της αρμόδιας δημοτικής αρχής στις 21.2.2004 και 21.4.2004), δηλαδή βεβαιώ­νεται η ανυπαρξία των πραγματικών περι­στατικών που στοιχειοθετούν τις επίμαχες δύο παραβάσεις, το Δικαστήριο, σύμφωνα και με όσα έγιναν δεκτά στην μείζονα σκέψη, κρίνει ότι η εφεσίβλητη εταιρία δεν υπέπεσε στις παραβάσεις αυτές. Κατά συνέπεια, εφόσον, εξέλιπαν οι, κατ' άρθρο 2 § 2 περίπτ. α' του π.δ. 180/1979 προϋπο­θέσεις (βεβαίωση τριών παραβάσεων), για την έκδοση της ένδικης πράξης, αυτή είναι ακυρωτέα, όπως ορθά κρίθηκε και με την εκκαλούμενη απόφαση.


Πηγή: Διοικητική Δίκη (Τεύχος 5ο , 2013) 





Παρασκευή 11 Οκτωβρίου 2013

ΕΠΙΔΟΜΑ 176€ - ΠΑΡΑΠΟΜΠΗ ΣΤΗΝ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ ΤΟΥ ΑΠ


Το εργατικό τμήμα του ΑΠ παρέπεμψε στην Ολομέλεια , ως υπόθεση εξαιρετικής σημασίας, την υπόθεση περί καταβολής ή μη του επιδόματος των 176€ σε διάφορες κατηγορίες του δημοσίου τομέα.
Να σημειωθεί  ότι υπάρχουν αντιφατικές μεταξύ τους αποφάσεις του ιδίου Δικαστηρίου για το ίδιο ζήτημα , ενώ εκδόθηκε προσφάτως και  απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ που έκρινε ότι δεν δικαιούνται το επίδομα αυτό οι δικαστικοί υπάλληλοι . Το επίδομα αυτό θυμίζουμε πως έχει χορηγηθεί σε διάφορες κατηγορίες υπαλλήλων του δημοσίου τομέα με συνέπεια να εγείρουν δικαστικώς την αξίωσή τους για καταβολή και έτερες κατηγορίες δημοσίων υπαλλήλων,  βασιζόμενες στην συνταγματικώς κατοχυρωμένη αρχή της ισότητας .
Αναμένεται η απόφαση της Ολομέλειας του ΑΠ διότι πιθανώς να υπάρξει τελικώς παραπομπή στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο για οριστική κρίση.

Πηγή : lawnet.gr

Πέμπτη 22 Αυγούστου 2013

Πρόσφατες νομολογιακές εξελίξεις σχετικά με την απόληψη άδειας ανατροφής τέκνου σε περίπτωση δίδυμης ή πολύδυμης κύησης (εκπαιδευτικοί)

Με την υπ’ αριθμ. 299/2013 απόφαση του ΔΕφΑθ επικυρώθηκε η στροφή της νομολογίας σήμερα όσον αφορά στην απόληψη μίας ή περισσοτέρων αδειών ανατροφής τέκνου , σε περίπτωση γέννησης περισσοτέρων του ενός τέκνων με ένα τοκετό. Ειδικότερα, το Δικαστήριο έκρινε ότι από τις διατάξεις των άρθρων 53§2 Ν. 2721/199 και 53§2 Υπαλληλικού Κώδικα συνάγεται ότι η κύηση δημοσίας υπαλλήλου που καταλήγει στη γέννηση περισσοτέρων του ενός τέκνων δεν συνεπάγεται την εκ μέρους της απόκτηση δικαιώματος να πάρει τόσες 9μηνες άδειες ανατροφής παιδιού όσα τα παιδιά που γεννιούνται. Τούτο δε, διότι κατά το νόμο, η εν λόγω άδεια αποβλέπει στην ανατροφή του ή των γεννηθέντων , με τον τρόπο αυτό, παιδιών της δημοσίας υπαλλήλου προσωπικά από την ίδια τη μητέρα τους ή τον πατέρα τους , κατά τους πρώτους  κρίσιμους για την ανάπτυξή τους μήνες της ζωής τους . Ο σκοπός αυτός, της προσωπικής ενασχόλησης του γονέα με την ανατροφή του παιδιού , στην περίπτωση πολύδυμης κύησης εξυπηρετείται με την παροχή άπαξ της εν λόγω άδειας , αφού ο γονέας έχει τη δυνατότητα να ανταποκρίνεται ταυτόχρονα στις ανάγκες των παιδιών και στα προς εκπλήρωση σχετικά καθήκοντα , τα οποία είναι μεν βαρύτερα σε ένταση , αφού πρέπει να ικανοποιούνται οι ανάγκες περισσότερων παιδιών , η πρόσθετη όμως αυτή προσπάθεια δεν παρατείνεται χρονικά , δεδομένου ότι τα δίδυμα, τρίδυμα κλπ διανύουν ταυτόχρονα τα ίδια στάδια αναπτύξεως . Υπό την έννοια αυτή , δηλαδή με σκοπό στον οποίο αποβλέπει η εν λόγω άδεια , οι γονείς διδύμων, τριδύμων κλπ τέκνων δεν τελούν σε όμοια κατάσταση με τους γονείς διαδοχικώς γεννηθέντων τέκνων , για τους οποίους προβλέπεται αυτοτελής εννεάμηνη άδεια ανατροφής και επομένως δεν τίθεται , όσον αφορά το ζήτημα της διάρκειας της άδειας , θέμα παραβιάσεως της αρχής της ίσης μεταχείρισης , ώστε να είναι επιβεβλημένος ο διπλασιασμός κλπ της εν λόγω άδειας ανάλογα με τον αριθμό των ταυτοχρόνως γεννώμενων τέκνων. 

Δευτέρα 1 Ιουλίου 2013

ΣτΕ 95/2013 Ολομ. - Μη χορήγηση επιδόματος 176€ στους δικαστικούς υπαλλήλους


Με την απόφαση 95/2013 της Ολομέλειας του ΣτΕ , κρίθηκε ότι η μη χορήγηση του επιδόματος των 176 ευρώ στους δικαστικούς υπαλλήλους δεν αντίκειται στην αρχή της ισότητας , ακόμη και αν αυτό χορηγήθηκε σε άλλους υπαλλήλους του Δημοσίου, καθώς αυτή η χορήγηση έγινε παράνομα και δεν νοείται ισότητα στην παρανομία.
Ειδικότερα, το επίμαχο επίδομα  χορηγήθηκε αρχικώς ως επίδομα εξομάλυνσης των μισθολογικών διαφορών για το χαμηλόμισθο προσωπικό του Δημοσίου και στη συνέχεια,  δυνάμει δικαστικών αποφάσεων οι οποίες στηρίχθηκαν στην αρχή της ισότητας , επεκτάθηκε η χορήγησή του  σε διάφορες κατηγορίες υπαλλήλων του δημοσίου.
 Προσφάτως όμως υπήρξε στροφή της νομολογίας , προς τη μη χορήγηση του επίδικου επιδόματος,  με την αιτιολογία ότι η χορήγησή του σε ανόμοιες μεταξύ τους περιπτώσεις δεν γεννά αξίωση και σε άλλες ανόμοιες κατηγορίες να διεκδικήσουν την παροχή αυτή. 
Στην κρινόμενη περίπτωση το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι  με τις αλλεπάλληλες χορηγήσεις των ειδικών παροχών ή επιδομάτων εξισώθηκαν ανόμοιες μεταξύ τους περιπτώσεις ή κατηγορίες , κατά παράβαση της αρχής της ισότητας . Κατά συνέπεια η διόρθωση της παράβασης της αρχής της ισότητας , θα πρέπει να γίνει με την μη εφαρμογή της διάταξης που δημιουργεί την παρανομία. Για το λόγο αυτό λοιπόν κρίθηκε ότι πρέπει να παραληφθούν οι δικαστικοί υπάλληλοι από τη χορήγηση του εν λόγω επιδόματος .

Τετάρτη 19 Ιουνίου 2013

Ακατάσχετο τραπεζικών καταθέσεων μέχρι τα 1.500€ και τα 2.000€ για κοινό λογαριασμό

     Με το άρθρο 20 του νεοσύστατου νόμου 4161/2013 θεσπίστηκε το ακατάσχετο των τραπεζικών καταθέσεων ως εξής :

Άρθρο 20
Απαιτήσεις από καταθέσεις σε πιστωτικά ιδρύματα
είναι ακατάσχετες μέχρι του ποσού των χιλίων πε−
ντακοσίων (1.500) ευρώ και των δύο χιλιάδων (2.000)
ευρώ σε περίπτωση κοινού λογαριασμού. Από το προ−
ηγούμενο εδάφιο εξαιρείται ως δανειστής το Δημόσιο,
για το οποίο ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 31 του
ν.δ. 356/1974 (Κώδικας Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων,
Α΄ 90). Με δήλωση του καταθέτη προς ένα εκ των πι−
στωτικών ιδρυμάτων προσδιορίζεται ο λογαριασμός
για τον οποίο θα ισχύει το ακατάσχετο. Καταθέσεις
που αφορούν σε μισθούς ή συντάξεις ή ασφαλιστικές
παροχές προσδιορίζονται υποχρεωτικά ως τέτοιες και
κατά το υπερβάλλον του ποσού του ανωτέρω εδαφίου
α΄ καταλαμβάνονται από τις διατάξεις του άρθρου 982
του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (π.δ. 503/1985, Α΄ 182).

Ν. 4161/2013 - ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β' - ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ Ν. 3869/2010


Με το Ν. 4161/2013, Κεφάλαιο Β', τροποποιήθηκαν οι διατάξεις του Ν. 3869/2010 για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά. Οι σημαντικότερες τροποποιήσεις είναι :
  • Κατάργηση της υποχρεωτικότητας του σταδίου του εξωδικαστικού συμβιβασμού, το οποίο πλέον λέγεται «Διαδικασία προδικαστικού συμβιβασμού» και γίνεται δυνητικό.
  • Με την κατάθεση της αίτησης ενώπιον του Ειρηνοδικείου προσδιορίζεται ημέρα για την επικύρωση του ενδεχόμενου προδικαστικού συμβιβασμού ή για τη συζήτηση τυχόν αιτήματος για την έκδοση προσωρινής διαταγής. Ο προσδιορισμός γίνεται σε δύο μήνες από την κατάθεση της αίτησης. Μέχρι την ημέρα επικύρωσης δεν επιτρέπεται η λήψη καταδιωκτικών μέτρων κατά του οφειλέτη καθώς και η μεταβολή της πραγματικής και νομικής του κατάστασης .
  • Οι προθεσμίες συντέμνονται καθώς η επίδοση της αίτησης στους πιστωτές πρέπει να γίνει εντός 15 ημερών από την κατάθεση.
  • Εφόσον ορισθεί ημέρα για τυχόν επικύρωση του προδικαστικού συμβιβασμού και αυτός δεν επέλθει τότε συζητείται τυχόν αίτημα προσωρινής διαταγής και ορίζονται από τον Ειρηνοδίκη μηνιαίες καταβολές μέχρι τη συζήτηση της αίτησης οι οποίες και θα συνυπολογιστούν κατά την έκδοση της απόφασης.
  • Σε περίπτωση άσκησης έφεσης από τον οφειλέτη μπορεί να ζητηθεί και χορηγηθεί αναστολή της αναγκαστικής εκτέλεσης.
  • Επίσης αντικαταστάθηκε ολόκληρο το άρθρο 7 του Ν. 3869/2010 και προβλέπεται πλέον η δυνατότητα συμβιβαστικής επίλυσης της διαφοράς σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας.
  • Πλέον ρυθμίζονται και απαιτήσεις πιστωτών που δεν έχουν ενταχθεί στο σχέδιο διευθέτησης του οφειλέτη.
  • Το χρονικό διάστημα αποπληρωμής των ανέγγυων οφειλών ορίζεται από τρία ως πέντε έτη αντί για τέσσερα έτη που προβλεπόταν.
  • Στην περίπτωση των εμπραγμάτως εξασφαλισμένων απαιτήσεων το ποσοστό «εξαγοράς» της πρώτης κατοικίας ανέρχεται μέχρι 80% της αντικειμενικής της αξίας και το χρονικό διάστημα αποπληρωμής ορίζεται στα 20 έτη, μπορεί όμως να φτάσει υπό προϋποθέσεις και τα 35 έτη.
     Πατήστε εδώ για το πλήρες κείμενο του νόμου .

Ν. 4161/2013, ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α' - "ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΔΙΕΥΚΟΛΥΝΣΗΣ ΓΙΑ ΕΝΗΜΕΡΟΥΣ ΔΑΝΕΙΟΛΗΠΤΕΣ"


Δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ Α’/14-6-2013,  ο υπ’ αριθμ. 4161/2013  νόμος ,  όπου στο κεφάλαιο Α' που τιτλοφορείται «ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΔΙΕΥΚΟΛΥΝΣΗΣ ΓΙΑ ΕΝΗΜΕΡΟΥΣ ΔΑΝΕΙΟΛΗΠΤΕΣ», δίνεται η δυνατότητα σε φυσικά πρόσωπα να ρυθμίσουν τις ενήμερες οφειλές τους προς τραπεζικά ιδρύματα και ειδικότερα τα ενήμερα εμπραγμάτως εξασφαλισμένα στεγαστικά δάνεια . Ωστόσο στο εν λόγω νομοθέτημα προβλέπεται σειρά προϋποθέσεων που πρέπει να πληροί ο αιτών , έτσι ώστε, στην αντίθετη περίπτωση να μην δύναται να υπαχθεί. Αποτέλεσμα της ύπαρξης τόσων προϋποθέσεων θα είναι να υπαχθεί μόνο μια ελάχιστη μερίδα δανειοληπτών (ακόμη και ενήμερων που είναι ούτως ή άλλως ελάχιστοι)  στον εν λόγω νόμο.
Για παράδειγμα , θα πρέπει να μην ξεπερνά η πρώτη κατοικία του οφειλέτη την αντικειμενική αξία των 180.000€ και για οικογένεια με τρία τέκνα και άνω , τις 300.000€. Επίσης, μία πρωτοφανής προϋπόθεση,  είναι να μην ξεπερνά το σύνολο των καταθέσεων και κινητών αξιών του οφειλέτη τις 10.000€ και για οικογένειες που βαρύνονται με τρία και άνω τέκνα, τις 15.000€. Επίσης το συνολικό ανεξόφλητο υπόλοιπο κεφαλαίου του δανείου να μην ξεπερνά τις 150.000€ . Επίσης θεσπίζονται προϋποθέσεις σχετικά με το οικογενειακό εισόδημα και η μείωση αυτού θα πρέπει να έχει ανέλθει σε ποσοστό τουλάχιστον 20% σε σχέση με τα αποκτηθέντα κατά το έτος 2009 εισοδήματα .
Αφού λοιπόν κανείς ξεπεράσει το σκόπελο των αυστηρότατων προϋποθέσεων , θα βρεθεί μπροστά σε μία όχι και τόσο ευνοϊκή μεταχείριση των οφειλών του, καθώς περιεχόμενο της ρύθμισης είναι , η αποπληρωμή για 48 κατά μέγιστον (άρα μπορεί και για λιγότερο χρονικό διάστημα) μήνες , αναλόγως της οικονομικής κατάστασης του οφειλέτη, δόσης , η οποία θα είναι μεν μειωμένη κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο νόμο, για το χρονικό διάστημα των 48 μηνών , όμως σε κάθε περίπτωση η διαφορά κεφαλαιοποιείται και αποπληρώνεται μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος διευκόλυνσης. Άρα δεν υπάρχει καμία διαγραφή χρέους , απλά ελαφρύνεται για μικρό χρονικό διάστημα ο οφειλέτης ο οποίος θα κληθεί στο μέλλον να πληρώσει τη διαφορά.

 Πατήστε εδώ για το πλήρες κείμενο του νόμου .



Δευτέρα 17 Ιουνίου 2013

ΕΡΤ - Αναστολή εκτέλεσης της κοινής υπουργικής απόφασης χορήγησε ο Πρόεδρος του ΣτΕ

Σύμφωνα με δημοσίευμα του "enikos.gr" ο Πρόεδρος του ΣτΕ Κωνσταντίνος Μενουδάκος,  διέταξε την αναστολή της εκτέλεσης της προσβαλλόμενης κοινής υπουργικής απόφασης για την ΕΡΤ καθώς και τη λήψη από τους συναρμόδιους υπουργούς των αναγκαίων οργανωτικών μέτρων για τη συνέχιση της μετάδοσης ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών και τη λειτουργία διαδικτυακών ιστότοπων από δημόσιο ραδιοτηλεοπτικό φορέα για το χρονικό διάστημα έως τη σύσταση και τη λειτουργία του νέου φορέα που θα υπηρετεί το δημόσιο συμφέρον.
Η ακρόαση των διαδίκων διήρκεσε δύο ώρες όπου ανπτύχθηκαν οι εκατέρωθεν ισχυρισμοί και χορηγήθηκε τελικά η αιτούμενη από την ΠΟΣΠΕΡΤ προσωρινή διαταγή.  
Αναμένουμε τις εξελίξεις.